28 Σεπτεμβρίου 2022

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΑ ΣΦΟΥΓΓΑΡΙΑ...

 

Μία πολύ δυνατή παιδαγωγική αφίσα! Που τι φανερώνει; Πόσο οι γονείς και όλοι όσοι σχετιζόμαστε με παιδιά και νέους δρούμε με τον πιο αντιπαιδαγωγικό τρόπο στην προσπάθειά μας να ασκήσουμε "παιδεία και αγωγή"! Πέντε "μη" - και όχι μόνον αυτά! - που λειτουργούν στην πραγματικότητα ως "πυροβολισμοί" στο παιδί μας, κάτι που αναδεικνύει με τον πιο εποπτικό τρόπο η συγκεκριμένη ανάρτηση. Κι αυτό γιατί η διαπαιδαγώγηση δεν στηρίζεται στην άρνηση, αλλά στη θέση: όχι τι να μην κάνει το παιδί αλλά υπόδειξη του τι να κάνει και πού να στραφεί, πού να διοχετεύσει δηλαδή την ενέργεια της ψυχοσωματικής του ύπαρξης. Η άρνηση είναι... "κενό" - υπάρχει μόνο όταν το αφήνει κανείς, γιατί ήδη έχει στραφεί σε ό,τι ανοίγεται ευοίωνο ενώπιόν του. Κι είναι ευνόητο ότι η θετική υπόδειξη γίνεται με τα λόγια, όταν υπάρχει το βιωμένο παράδειγμα, το οποίο κατεξοχήν αυτό λειτουργεί ως κανόνας και δρόμος ζωής! "Μισώ τις διδαχές που βλέπω ότι προέρχονται από άνθρωπο που ζει με αντίθετο από αυτές τρόπο", σημειώνει με έμφαση ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος, μέγας Πατήρ και Διδάσκαλος της Εκκλησίας.

             Λοιπόν, αν θέλουμε να βοηθήσουμε τα παιδιά μας και έτσι να οικοδομήσουμε μία καλύτερη κοινωνία - να βοηθήσουμε έτσι και τον ίδιο τον εαυτό μας - πρέπει να κινητοποιηθούμε πρώτα εμείς στην άσκηση του αγαθού και των αξιών της ζωής, κυρίως της αγάπης. Η σωστή διαπαιδαγώγηση απαιτεί κόπο και γνήσια θυσιαστική αγάπη, ενώ οι προτροπές που στηρίζονται στα "μη" αποκαλύπτουν την υποκρισία της ζωής μας: απαιτούμε από τα παιδιά μας χωρίς εμείς να... κουνάμε ακόμη και το δαχτυλάκι μας! Τα "ουαί" του Χριστού προς τους υποκριτές Φαρισαίους της εποχής Του ισχύουν στην περίπτωση αυτή πολλαπλασίως και για εμάς! 

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΧΑΡΙΤΩΝ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«Ο όσιος Χαρίτων έζησε επί της βασιλείας του Αυρηλιανού και καταγόταν από το Ικόνιο της Λυκαονίας. Λόγω της πίστεώς του στον Χριστό, οδηγήθηκε στον άρχοντα Υπατικό, κι επειδή ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό ως Θεό, τον κτύπησαν και τον κατάφλεξαν με λαμπάδες φωτιάς. Μετά την πτώση του Αυρηλιανού, ελευθερώθηκε, και πήγε σε έρημο τόπο, όπου έπεσε σε ληστές που τον αιχμαλώτισαν. Ελευθερώθηκε όμως και πάλι αλλά με τον εξής τρόπο: Στην κανάτα που είχαν οι ληστές το κρασί τους, πήγε μία έχιδνα που έχυσε το δηλητήριό της, οπότε πίνοντας οι ληστές πέθαναν όλοι. Ο όσιος, βλέποντας το σπήλαιο ταιριαστό για τόπο ασκήσεώς του, το έκανε εκκλησία, κι επειδή άρχισαν να προσέρχονται πολλοί για να ασκηθούν κοντά του, το μετέτρεψε τελικώς σε μοναστήρι. Λόγω των περισπασμών, αποσύρθηκε αλλού, αλλά και εκεί τον περίμενε η ίδια «τύχη», μέχρι ότου βρήκε την άκρη ενός βράχου, για να αφιερωθεί απερίσπαστος στην προσευχή και τον Θεό. Την έλλειψη ύδατος την ξεπέρασε με τη χάρη του Θεού. Παρακάλεσε τον Κύριο, και από το βράχο βγήκε κρυστάλλινο νερό. Εκεί στον βράχο αυτό έζησε μέχρι βαθύτατο γήρας, επιτελώντας και πλήθη θαυμάτων».

 

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, καλός γνώστης της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, των Πατερικών και νηπτικών κειμένων,  «ζωγραφίζει» το πνευματικό πορτραίτο του οσίου Χαρίτωνα, χρησιμοποιώντας εικόνες από τα παραπάνω έργα. Το πρώτο στο οποίο εμμένει ο εκκλησιαστικός ποιητής είναι το χάρισμα του οσίου να καθοδηγεί άλλους προς εύρεση της Βασιλείας του Θεού, το χάρισμα δηλαδή του Γέροντα. Βασιζόμενος στο γεγονός ότι ο όσιος είχε ιδρύσει τρία μοναστήρια, παρ’  όλη την τάση του να ζήσει ως ερημίτης, τον βλέπει ως νέο Μωϋσή, ο οποίος, σαν τον παλαιό που καθοδήγησε τους Ισραηλίτες στη γη της επαγγελίας, και μάλιστα περνώντας τους θαυματουργικά, δηλαδή με τη χάρη του Θεού, από την Ερυθρά θάλασσα,   καθοδήγησε και αυτός τους μοναχούς του, ανοίγοντας με το όπλο του Σταυρού το πέλαγος της αθλητικής θάλασσας, καταβυθίζοντας έτσι τον νοητό Φαραώ, τον διάβολο. «Θαλάσσης αθλητικής το πέλαγος διανηξάμενος, τω ζωηφόρω όπλω του Σταυρού, Φαραώ τον αλάστορα τον νοητόν, Μακάριε, θεία δυνάμει κατεπόντισας». Κι είναι μεγάλη ευλογία στη ζωή μας να έχουμε βρει και εμείς τον σωστό πνευματικό καθοδηγητή, προκειμένου, αντιστοίχως με τους μοναχούς του οσίου Χαρίτωνα, να καθοδηγούμαστε στην εύρεση του Χριστού. Διότι βεβαίως αυτός είναι όλος ο σκοπός της πνευματικής ζωής και της πνευματικής καθοδήγησης: να συνδεθούμε με τον Χριστό, δηλαδή να ζούμε έτσι, ώστε να ενεργοποιείται το χάρισμα του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος.

Δεν είναι δυνατόν όμως ο Θεός να έχει χαριτώσει κάποιον με το χάρισμα της πνευματικής καθοδήγησης, χωρίς αυτός να έχει διαφύγει τη θάλασσα των παθών, χωρίς να έχει υπερβεί τον εγωισμό και τα παρακλάδια του, κι αυτό με τη χάρη του Θεού. Ο όσιος Χαρίτων ήταν αληθινός καθοδηγητής, γιατί ακριβώς ενισχυόμενος από το Πνεύμα του Θεού νίκησε τον νοητό Γολιάθ, τις πονηρές δυνάμεις. Ο υμνογράφος με άλλα λόγια θέλοντας να τονίσει τους σπουδαίους ασκητικούς αγώνες του οσίου τον παραλληλίζει με τον Δαυίδ. Κι όπως εκείνος, σε νεαρή ηλικία, αλλά με τεράστιο θάρρος και με δύναμη Θεού νίκησε τον γιγάντιο Γολιάθ, έτσι και ο όσιος Χαρίτων: παρ’  όλη τη θεωρούμενη τεράστια δύναμη του διαβόλου, τον νίκησε, γιατί αφενός είχε την προαίρεση για κάτι τέτοιο, αφετέρου ενισχυόταν από τον παντοδύναμο και παντοκράτορα Κύριο. «Καθείλες δαυιτικώς του αλλοφύλου Γολιάθ, όσιε, την νοητήν δύναμιν, εν τη παντευχία του Πνεύματος».

Ένας τέτοιος άνθρωπος λοιπόν, σαν τον όσιο Χαρίτωνα, γνήσιος δούλος του Θεού, με ασκητικό φρόνημα και αληθινή αγάπη προς τον συνάνθρωπο, όντως χαριτώνεται από τον Θεό – «εστεφάνωσαν αι χάριτες σε Χαρίτων, αθλητικώ στεφάνω, της Χριστού βασιλείας», δηλαδή: σε στεφάνωσαν, Χαρίτων, οι χάρες της βασιλείας του Χριστού με αθλητικό στεφάνι - και λειτουργεί για τους καλοπροαίρετους ανθρώπους  κυριολεκτικά ως «μαγνήτης», που τους τραβάει κοντά του. Δεν είναι τα ανθρώπινα προσόντα του, οι γνώσεις του, η πιθανή ευγένειά του, οι καλοί τρόποι του. Είναι η χάρη του Θεού που ελκύει  τους ανθρώπους. Κι αυτό θα πει ότι οι άνθρωποι πλησιάζουν έναν τέτοιο άνθρωπο, με τη βεβαιότητα ότι προσεγγίζουν τον Θεό. Αν δεν υπάρχει αυτή η βεβαιότητα, αν οι άνθρωποι προσεγγίζουν τον Γέροντα, για να μείνουν μόνον σ’  εκείνον, χωρίς να περνάνε δι’  αυτού στον Σωτήρα Χριστό, τότε αφενός οι άνθρωποι αυτοί πάσχουν από πλευράς ψυχικής – διότι Θεός τους γίνεται ο «Γέροντάς» τους -  αφετέρου ο Γέροντας αυτός, σε περίπτωση που δεν αρνηθεί το «φωτοστέφανο» που του βάζουν οι άνθρωποι, δεν είναι γνήσιος Γέροντας, ανήκει στους «ψευδογέροντες», που συνιστούν μία από τις μάστιγες της Εκκλησίας. Ο όσιος Χαρίτων γίνεται ο οδηγός μας. Ζούσε εν αυτώ ο Χριστός, γι’ αυτό και διάφανος γενόμενος Εκείνον αποκλειστικά φανέρωνε. «Συ, όσιε, φωτός ακηλίδωτον έσοπτρον της άνωθεν φρυκτωρίας τηλαυγώς ανεδείχθης, Χαρίτων παμμακάριστε». Χαρίτων όσιε, παμμακάριστε, αναδείχτηκες πολύ καθαρά ακηλίδωτος καθρέπτης που αντανακλά το θεϊκό φως. Τέτοιους Γεροντάδες, διάφανους προς τον Θεό και τον άνθρωπο, που και η εποχή μας γνώρισε, αληθινούς αγίους (π.χ. τους οσίους Πορφύριο, Παΐσιο, Ιάκωβο, Εφραίμ, Σωφρόνιο κ.ά.), ας παρακαλούμε τον Θεό να αναδεικνύει πάντοτε. Το πιο σημαντικό όμως είναι να προσπαθούμε όλοι μας να γινόμαστε με τον τρόπο του οσίου Χαρίτωνα μικροί Γεροντάδες. Δηλαδή να ζούμε έτσι τον Θεό, ώστε ο Θεός να φανερώνεται μέσω ημών. Διαφορετικά, θα εμπαιζόμαστε όλοι από τις μηχανές του Πονηρού.

27 Σεπτεμβρίου 2022

ΜΗΝ ΕΡΕΘΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΟΡΕΞΗ ΜΑΣ...

 

«Απόφευγε σαν μάστιγα τους τόπους των πτώσεων. Διότι όταν δεν υπάρχει εμπρός μας ένα οπωρικό, δεν ερεθίζεται και τόσο η όρεξή μας» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. γ´, 10)

«Εκ του οράν το εράν», από την όραση πηγάζει η επιθυμία. Ένα παλιό γνωμικό που καταγράφει αυτό που συμβαίνει με την ανθρώπινη φύση:  αυτό που έχουμε μπροστά μας, προκαλεί την επιθυμία μας για να το γευθούμε. Κι όχι μόνο η όραση, κατεξοχήν βεβαίως αυτή, αλλά και οι άλλες αισθήσεις:  προκαλούμενες εξάπτουν την επιθυμία στον άνθρωπο. Εκεί δεν στηρίζεται και όλη η επιστήμη με τις διαφημίσεις;  Μας φέρνουν το προϊόν μπροστά μας, με ωραίο περιτύλιγμα, εξωραϊσμένο στο ανώτερο δυνατό, ολοζώντανο, ντυμένο και με την κατάλληλη μουσική, και χωρίς να το χρειαζόμαστε μας προκαλούν να το πάρουμε, να το δοκιμάσουμε. Μας κάνουν να το θεωρούμε απαραίτητο στη ζωή μας.

Μην υπερτιμάμε λοιπόν τις δυνάμεις μας. Απαιτείται αυτοσυγκράτηση σε όλα: στα μάτια πρώτα και σε όλες τις αισθήσεις έπειτα. Και ιδίως, εκεί που έχει υπάρξει πτώση, δεν πρέπει να ξαναβρεθούμε. Ή αν βρεθούμε εξ ανάγκης, να είμαστε σε επιφυλακή.

Ισχύει όμως και το αντίστροφο: αφού προκαλούμαστε στην επιθυμία μας με την όρασή μας και με ό,τι μας φέρνει στη μνήμη ο τόπος μιας πτώσεως, ας επιλέγουμε εκείνους τους τόπους, εκείνες τις καταστάσεις, εκείνους τους ανθρώπους, που μας προκαλούν στο αγαθό. Έλεγε ο άγιος Επιφάνιος ότι και μόνη η θέα της Αγίας Γραφής για παράδειγμα μας ωθεί στο αγαθό. Πόσες φορές μία εικόνα του Χριστού, της Παναγίας, ενός αγίου δεν μας έκαναν να θελήσουμε να προσευχηθούμε;  Πόσες φορές ένας αγιασμένος τόπος:  ένας ναός, ένα μοναστήρι, δεν μας οδήγησαν σε κατάνυξη;  Κι ακόμη:  πόσες φορές η συνάντηση με έναν γνήσιο άνθρωπο του Θεού δεν μας έδωσε την αφορμή μετανοίας μας και εσωτερικής αλλαγής;

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

«Οἱ ἅγιοι αὐτοί ζοῦσαν στή Ρώμη ἐπί Διοκλητιανοῦ τοῦ βασιλιᾶ. ῾Ο ἅγιος Καλλίστρατος συνελήφθη ὡς χριστιανός ἀπό τόν στρατηλάτη Περσεντίνο κι ἐπειδή ὁμολόγησε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός κτυπήθηκε ἰσχυρά. ῎Επειτα τόν ἔβαλαν πάνω σέ ὄστρακο καί τόν ἔσυραν ἐπάνω του. Κατόπιν τόν ἔβαλαν σ᾽ ἕνα σακκί καί τόν ἔριξαν στήν θάλασσα. Σχίστηκε ὅμως τό σακκί καί βγῆκε ἔξω ὑγιής. Εἶδαν τό θαῦμα αὐτό σαράντα ἐννέα στρατιῶτες καί πίστεψαν καί ἐκεῖνοι στόν Χριστό. ῾Ο Περσεντίνος τότε τούς βασάνισε καί τούς ἔβαλε στήν φυλακή μαζί μέ τόν Καλλίστρατο, ὁ ὁποῖος βρῆκε τήν εὐκαιρία νά τούς διδάξει γιά τήν κρίση τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ᾽Ανάσταση καί γιά τήν ψυχή. Στήν συνέχεια ἀφοῦ τούς ἔβγαλαν ὅλους ἀπό τήν φυλακή, ὁ Καλλίστρατος προσευχήθηκε καί ἔριξε κάτω τά εἴδωλα. Μόλις τό εἶδαν αὐτό καί ἄλλοι στρατιῶτες, ἑκατόν ὀγδόντα τέσσερις (ἤ κατά ἄλλους ἑκατόν τριάντα πέντε) τόν ἀριθμό, πίστεψαν καί αὐτοί, ὁπότε οἱ δυνάστες ἔκοψαν τά κεφάλια ὅλων».

Τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Καλλίστρατος ὑπῆρξε ἁπλός στρατιώτης τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας γίνεται ἀφορμή ἀπό τόν ὑμνογράφο του ἅγιο ᾽Ιωσήφ νά τόν δεῖ σέ μία διπλή στρατιωτική διάσταση: ἀφενός ὅτι ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς ὁ στρατιώτης ἀναδείχτηκε στρατηγός, ἀφετέρου ὅτι καί μετά τόν θάνατό του συνέχισε τή στρατιωτική του ἰδιότητα.

Τί ἐννοεῖ ὁ ἅγιος ὑμνογράφος; «Ο Καλλίστρατος μέ τήν σταθερότητά του στή χριστιανική πίστη ἀντιπαρατάχτηκε στόν διώκτη διάβολο καί τά ὄργανά του ὡς στρατηγός, μέ ἀποτέλεσμα μάλιστα νά σαγηνεύσει καί τούς αἰχμάλωτους τοῦ διαβόλου καί νά τούς ὁδηγήσει στή θεία ζωή» (ὠδή δ´). Κι ἀπό τήν ἄλλη μέ τό μαρτύριό του ὁ ἅγιος καί μάλιστα τῆς ἀποκοπῆς τῆς κεφαλῆς του ἐντάχτηκε στό στράτευμα τῶν καλλινίκων μαρτύρων τῶν πρό αὐτῶν (στίχοι τοῦ συναξαρίου).   Γιά νά συνεχίσει τήν σκέψη του ὁ ποιητής: ὡς στρατιώτης Χριστοῦ πιά ὁ Καλλίστρατος εἶναι στολισμένος μέ τήν κόκκινη χλαίνη τῶν μαρτύρων, τή βαμμένη ἀπό τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου του. «Στολισμένος, μακάριε μάρτυς, μέ τή χλαίνη πού ᾽ναι βαμμένη πράγματι ἀπό τά ἱερά σου αἵματα, παρίστασαι στεφανωμένος μπροστά στόν βασιλιά τόν αἰώνων Χριστό» (ωδή γ΄). ῎Ετσι ὁ ἅγιος Καλλίστρατος καί οἱ σύν αὐτῷ μάρτυρες ἀποτελοῦν μία ἀκόμη  ἐπιβεβαίωση τοῦ γνωστοῦ τροπαρίου γιά τούς μάρτυρες, τό ὁποῖο βλέπει τήν ᾽Εκκλησία νά ἔχει κόκκινα τά ἐνδύματά της, λόγω ἀκριβῶς τοῦ αἵματος τῶν ἁγίων μαρτύρων της.

῾Ο ἅγιος ᾽Ιωσήφ κάνει μία σημαντική θεολογική παρατήρηση, καθώς βλέπει τόν «παμμέγιστον» μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ νά ἔχει βρεῖ τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή μακαριότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Βρῆκε καί ἀκολούθησε, λέει, αὐτόν τόν δρόμο ὄχι ἀπό μία δική του ἔμπνευση ἤ ἀπό μία ἰδιοτροπία, ἀλλά ἀπό τόν φωτισμό πού δέχτηκε ἐκ Θεοῦ. Κι εἶναι σημαντική ἡ παρατήρησή του, διότι κανείς ἀπό μόνος του δέν γίνεται χριστιανός, πολύ περισσότερο ἀδυνατεῖ νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό, ἄν δέν κληθεῖ ἀπό τόν ῎Ιδιο καί δέν ἐνισχυθεῖ ἰδιαιτέρως ἀπό τήν χάρη Του. ῞Οπως τό σημειώνει ὁ Κύριος: «οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ἐλκύσῃ αὐτόν». Καί κατά τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «῾Ημῖν ἐχαρίσθη οὐ μόνον τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν». ῾Η χριστιανική πίστη λοιπόν καί τό μαρτύριο γιά  τόν Χριστό συνιστοῦν δωρεά τοῦ Θεοῦ (μᾶς δόθηκε), ὅταν βεβαίως ὑπάρξει ἡ προϋπόθεση: ἡ καλή διάθεση καί ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου. «Μάρτυς ἀθλητά Καλλίστρατε, τῆς εὐσεβείας φωτί φωτισθείς τήν διάνοιαν, τήν ὁδόν ἐβάδισας ἀκλινῶς τήν εἰσάγουσαν πρός τήν ἐκεῖθεν μακαριότητα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ) (Μάρτυς ἀθλητά Καλλίστρατε, ἀφοῦ φωτίστηκες στή διάνοια ἀπό τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς εὐσέβειας, βάδισες χωρίς παρεκκλίσεις τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή μακαριότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ).

῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος δέν μπορεῖ νά ἀφήσει ἀσχολίαστο καί τό γεγονός ὅτι ὁ Καλλίστρατος ἔγινε καί ἀλείπτης, πνευματικός καθοδηγητής καί ἐνισχυτής δηλαδή,  τῶν ὑπολοίπων μαρτύρων καί μέ τή ζωή του καί μέ τή διδασκαλία του. Σημειώνει ὅτι πρῶτα ὁ ἴδιος πλούτισε ἀπό τόν λόγο ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, πού θά πεῖ τόν ἐνστερνίστηκε και τόν ἔκανε βίωμά του, κι ἔπειτα καθοδήγησε πρός τή  ζωή αὐτή κι ἐκείνους πού βρίσκονταν λόγω ἄγνοιας σέ κατάσταση πνευματικῆς νέκρωσης.  Κι εἶναι εὐνόητο: κανείς δέν μπορεῖ νά φωτίσει ἄλλους, ἄν ὁ ἴδιος προηγουμένως δέν ἔχει φωτιστεῖ. Κανείς δέν μπορεῖ νά μεταδώσει φωτιά πού δέν ἔχει.  ῞Οπως τό ἔχει πεῖ ξεκάθαρα καί ὁ μέγας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: ῾Φωτισθῆναι δεῖ πρῶτον εἶτα φωτίσαι᾽. Σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ ποιητῆ: «Μάρτυς θεόφρον Καλλίστρατε, λόγον πλουτήσας ζωῆς, πρός ζωήν καθωδήγησας τούς ἀγνοίᾳ πρότερον ἐν νεκρώσει ὑπάρχοντας» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι ἀλλοῦ: «Τῇ πλημμύρᾳ τῶν λόγων σου ἤρδευσας καρδίας καί καθωδήγησας πρός τό ὕδωρ τό ἀείζωον» (ὠδή δ´) (Μέ τήν πλημμύρα τῶν λόγων σου πότισες τίς καρδιές καί τίς καθοδήγησες πρός τό αἰώνιο ὕδωρ᾽). Κι αἰτία γιά τήν παραπάνω ἀλήθεια εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Καλλίστρατος ἀγάπησε μέ ὅλη του τήν καρδιά τόν Χριστό. ῞Οπου ὑπάρχει ἡ ὁλοκάρδια ἀγάπη πρός τόν Χριστό, ἐκεῖ καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος γεμίζει ἀπό τήν παρουσία ᾽Εκείνου, ἀλλά καί τούς ἄλλους καθοδηγεῖ στόν σωστό δρόμο. «῾Ολοκαρδίως, μάρτυς, ἐπιποθήσας Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν» (ὠδή ε´). 

26 Σεπτεμβρίου 2022

ΣΥΝΑΥΛΙΑ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: "ΣΜΥΡΝΕΪΚΟ ΜΙΝΟΡΕ"

 

Αφιερωματική Συναυλία «Σμυρνέϊκο Μινόρε» 

με την Γλυκερία και τον Παντελή Θαλασσινό.

Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από την Μικρασιατική Καταστροφή, η Ι. Μητρόπολη Πειραιώς, τη Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022 στις 20:00 στο Βεάκειο Θέατρο Πειραιώς, θα αφιερώσει την φιλανθρωπική της συναυλία, η οποία αποτελεί πλέον θεσμό για την τοπική μας Εκκλησία, στα τραγικά γεγονότα του 1922 και στον ξεριζωμό των Ελλήνων από τις πατρογονικές τους εστίες.

Για το σκοπό αυτό θα συμμετάσχουν οι γνωστοί καλλιτέχνες Γλυκερία, Παντελής Θαλασσινός και Δημήτρης Κοντογιάννης, οι οποίοι θα ενώσουν τις φωνές τους με σκοπό αφενός την ενίσχυση του πολύπλευρου φιλανθρωπικού έργου της τοπικής μας Εκκλησίας κατά της φτώχειας, αφετέρου την διατήρηση της ιστορικής μας μνήμης μιας και η πόλη του Πειραιά υπήρξε το πρώτο λιμάνι των κατατρεγμένων και διασωθέντων Ελλήνων.

Στην εκδήλωση, η οποία έχει ως γενικό τίτλο «Σμυρνέϊκο Μινόρε» και θα παρουσιάσουν η Ανδριάνα Ζαρακέλη, η Μπάγια Αντωνοπούλου και ο Δημήτρης Αλφιέρης, θα συμμετάσχει και η μαθητική χορωδία των Εκπαιδευτηρίων της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς. Αφήγηση κειμένων από την ηθοποιό Δήμητρα Χατούπη, ενώ την καλλιτεχνική επιμέλεια έχει ο Στέλιος Φωτιάδης.

Η όλη προσπάθεια πραγματοποιείται με την συνεργασία της Περιφέρειας Αττικής και την υποστήριξη του Δήμου Πειραιά και του ΕΒΕΠ.

Διάθεση προσκλήσεων γίνεται από τους Ιερούς Ναούς και το Βιβλιοπωλείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» και ηλεκτρονικά από to ticketservices.gr

Περισσότερες πληροφορίες: 2104118646 και 2104122625

Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

«Ο άγιος Ιωάννης υπήρξε από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου Ιησού Χριστού, ανήκοντας μάλιστα στον στενότερο κύκλο αυτών, μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον απόστολο Πέτρο. Κλήθηκε από τον Κύριο να Τον ακολουθήσει, όταν Εκείνος βρήκε τον Ιωάννη μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και το άλλο ζεύγος αδελφών, Σίμωνα και Ανδρέα, να είναι απογοητευμένοι, που ως ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ, «δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν έλαβον» και τους προέτρεψε να δοκιμάσουν και πάλι, κάτι που τους απέφερε πλήθος ιχθύων. Από τότε ο άγιος Ιωάννης ακολούθησε τον Κύριο, μέχρι το τέλος της ζωής Του, κι ήταν μάλιστα ο μόνος που με αφοβία Τον ακολούθησε και κατά την ώρα του μαρτυρίου Του, όπως παρευρέθηκε και κάτω από τον Σταυρό. Μετά την Πεντηκοστή και τη λήψη του αγίου Πνεύματος, κήρυξε μαζί με τον απόστολο Πέτρο στα Ιεροσόλυμα, επιτελώντας πολλά θαύματα και μεταστρέφοντας πολλούς στην πίστη, κι αργότερα του έλαχε να αναλάβει την ευθύνη ευαγγελισμού των ειδωλολατρών στη Μικρά Ασία, με κέντρο την Έφεσο. Κι εκεί μετέστρεψε πολλούς στην πίστη του Χριστού, μέχρις ότου ορισμένοι Εφέσιοι, μην αντέχοντας τη δράση του, κατάφεραν με κατηγορίες στον αυτοκράτορα Δομιτιανό να εξοριστεί στη νήσο Πάτμο, όπου ξεκίνησε καινούργια δράση. Ο Θεός τού παρουσίασε πολλές ευκαιρίες, κι ο άγιος Ιωάννης κήρυξε και θαυματούργησε, μέχρις ότου με την αλλαγή του αυτοκράτορα επέστρεψε στην Έφεσο, αφήνοντας απαρηγόρητους τους Πατμίους. Εκεί στην Πάτμο, ημέρα Κυριακή, σε σπήλαιο, του δόθηκε να δει φοβερά οράματα περί της πορείας του κόσμου, τα οποία και υπαγόρευσε στον μαθητή του Πρόχορο, δημιουργώντας έτσι την Αποκάλυψη του Ιωάννη, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Στην Έφεσο έζησε για αρκετά χρόνια ακόμη, κηρύσσοντας τον λόγο του Θεού, μέχρις ότου σε ηλικία 105 περίπου ετών άφησε ειρηνικά την τελευταία πνοή. Κατά την παράδοση, προγνώρισε τον θάνατό του, και παίρνοντας επτά από τους μαθητές του, βγήκε έξω από την πόλη, οπότε του έσκαψαν σε σχήμα σταυρού τον τάφο του, μπήκε μέσα και εκεί παρέδωσε το πνεύμα του. Οι πιστοί Εφέσιοι μαθαίνοντας τα καθέκαστα, έσπευσαν να του δώσουν τον τελευταίο ασπασμό, αλλ’  όταν άνοιξαν τον τάφο του, είδαν με έκπληξη και συγκίνηση ότι το σκήνωμά του έλειπε, κατά αντιστοιχία με αυτό που συνέβη και στην Παναγία, γι’ αυτό και η Εκκλησία μας θεώρησε ότι και εκείνος μεταστάθηκε, πριν τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, εν σώματι στους ουρανούς. Ο άγιος Ιωάννης ήταν και συγγενής του Κυρίου μας, θεωρούμενος ανιψιός του, αφού ήταν μαζί με τον άγιο Ιάκωβο υιός της κόρης του μνήστορος Ιωσήφ, μυροφόρου Σαλώμης».

Ο άγιος Ιωάννης είναι ο πρώτος που χαρακτηρίστηκε θεολόγος από την Εκκλησία μας – μετά από αυτόν χαρακτηρίστηκαν έτσι ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος (4ος αι.) και ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος (10ος αι). Για την Εκκλησία μας δηλαδή ελάχιστοι φέρουν αυτόν τον τίτλο, που σημαίνει ότι αφενός  πρέπει να υπάρχουν ιδιαίτερες προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό αυτό, αφετέρου δεν θεωρούνται θεολόγοι – παρά μόνον καταχρηστικά – όλοι εκείνοι που απέκτησαν ένα πτυχίο θεολογικής σχολής. Τι είναι εκείνο που απαιτείται για να είναι κάποιος θεολόγος, και μάλιστα τι έκανε την Εκκλησία να απονείμει τον τίτλο αυτό στον άγιο Ιωάννη; Η υμνολογία της Εκκλησίας δίνει αρκούντως την απάντησή της. «Ο Λόγος σε, θεολόγον αξίως ανέδειξε, την αυτού θεότητα, μυσταγωγήσας Πανάριστε, και την κατά άνθρωπον, οικονομίαν διδάξας την απόρρητον» - ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, σε ανέδειξε θεολόγο, Πανάριστε Ιωάννη, διότι σε οδήγησε στη μυστική γνώση της θεότητάς Του και σε δίδαξε το μυστήριο του σχεδίου Του, να έρθει ως άνθρωπος στον κόσμο. Που θα πει: θεολόγος είναι εκείνος που από τον ίδιο τον Θεό μυείται στη γνώση Εκείνου και στην εξαγγελία επομένως της στον κόσμο οικονομίας Του.

Το συγκινητικό με τους ύμνους της ακολουθίας είναι ότι αποκαλύπτουν το πού και το πότε κυρίως μυήθηκε ο άγιος Ιωάννης στη γνώση του Θεού: στον Μυστικό Δείπνο, και μάλιστα την ώρα που ο απόστολος έπεσε στο στήθος του Κυρίου, ρωτώντας Τον «μήπως είμαι εγώ ο προδότης, Κύριε;» «Της σοφίας τω στήθει αναπεσών, και την γνώσιν του Λόγου καταμαθών, ενθέως εβρόντησας, Εν αρχή ην ο Λόγος». Ανέπεσες στο στήθος της σοφίας του Θεού, (του Χριστού), κι έμαθες καλά τη γνώση του θείου Λόγου, οπότε με θεϊκό τρόπο φώναξες με βροντερή φωνή: Εν αρχή ην ο Λόγος. Είναι γνωστό βεβαίως σε όλους ότι τη μυστική αυτή γνώση του Θεού, το χάρισμα της θεολογίας, αποτύπωσε ο άγιος Ιωάννης κυρίως στον Ευαγγέλιό Του, το πιο πνευματικό θεωρούμενο από όλα τα Ευαγγέλια και το τελευταίο βιβλίο που γράφηκε από εκείνον σε βαθύτατο γήρας, όπως βεβαίως και στα άλλα βιβλία που μας άφησε, τα οποία κατανύσσουν βαθύτατα την καρδιά μας, τις τρεις καθολικές λεγόμενες επιστολές του (Α΄, Β΄, Γ΄ Ιωάννου) και ασφαλώς τη Θεία Αποκάλυψή Του.

Ο άγιος Ιωάννης χαρακτηρίζεται όμως και «ηγαπημένος» μαθητής του Κυρίου, όπως και άφοβος και άτρομος. Πράγματι, έτσι παρουσιάζεται στο άγιο Ευαγγέλιό του, διότι αγάπησε με πάθος τον Κύριο – μία αγάπη που συνιστά αφενός ανταπόκριση στην αγάπη Εκείνου αλλά και προκαλεί την επιπλέον ενέργεια της αγάπης Του. Θέλουμε να πούμε ότι κανείς δεν μπορεί να αγαπήσει τον Χριστό παρά μόνον ανταποκρινόμενος σ’  Εκείνου την αγάπη: «ημείς αγαπώμεν ότι Αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς», αλλά και η ανταπόκριση αυτή αυξάνει έτι πλέον τη χωρητικότητα της καρδιάς για να χωρέσει περισσότερο τον  Δημιουργό της Χριστό - ενώ ο Χριστός αγαπά εξίσου τους πάντες, κατά την αναλογία της ανταπόκρισης των ανθρώπων εισπράττουν αυτοί περισσότερο ή λιγότερο την αγάπη Του.

Ήταν ο άγιος ευαγγελιστής και ο πιο κοντινός μαθητής του Κυρίου, ίσως γιατί ήταν και συγγενής Του κατά σάρκα, κάτι που το βλέπουμε και στη Σταυρική Του θυσία. Μόνος αυτός παρευρέθηκε μαζί με την Παναγία Μητέρα του Κυρίου στον Σταυρό, γι’  αυτό και Εκείνος, λίγο πριν παραθέσει το πνεύμα Του στον Θεό Πατέρα, είπε στη Μητέρα Του: «Γύναι, ιδού ο υιός σου», όπως και στον Ιωάννη: «Ιδού η Μήτηρ σου».  Έκτοτε ο Ιωάννης όντως έλαβε την Παναγία στο σπίτι του, μέχρις ότου Εκείνη εκοιμήθη. Το ατρόμητο του χαρακτήρα του εξάλλου ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης του αγάπης προς τον Κύριο – ο ίδιος γράφει: «η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» - κάτι που το βλέπουμε και στο γεγονός ότι δεν εγκατέλειψε τον Κύριό του ούτε στιγμή, ήταν ο μόνος που Τον ακολούθησε και στην αυλή του αρχιερέα, την ώρα της ανακρίσεως, βρέθηκε κάτω από τον Σταυρό, όπως είπαμε, και όταν οι μαθητές έμαθαν από τις μυροφόρες για την Ανάσταση του Κυρίου, ήταν ο πρώτος που έτρεξε «τάχιον του Πέτρου», προκειμένου να δει «ιδίοις όμμασι» το συγκλονιστικό γεγονός. Το ατρόμητο και γενναίο φρόνημα του αγίου καταγράφεται και σε περιστατικό, κατά το οποίο, όντας αυτός σε πολύ προχωρημένη ηλικία, δεν διστάζει, έστω και με κίνδυνο της ζωής του,  να αναζητήσει έναν ληστή, που ο ίδιος τον είχε νεαρό μεταστρέψει στην πίστη, κάτι που το επέτυχε.

25 Σεπτεμβρίου 2022

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΗΡ ΑΥΤΗΣ ΠΑΦΝΟΥΤΙΟΣ

 

«Η οσία Ευφροσύνη έζησε στην Αλεξάνδρεια, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Θεοδόσιος ο Μικρός (408-450). Ήταν κόρη του Παφνουτίου, πλουσίου άρχοντα, ο οποίος, λόγω θανάτου της συζύγου του, ανέθρεψε τη μονάκριβη κόρη του με μεγάλη αγάπη και πίστη στον Θεό. Η οσία από μικρή θέλησε να αφιερωθεί στον Θεό, κάτι όμως που δεν κατάφερε, αφού  ο πατέρας της, όταν έγινε η κόρη του δεκαοκτώ ετών, την εμνήστευσε με πλούσιο και ευγενή νέο. Πριν από τους γάμους, η Ευφροσύνη εκμεταλλευόμενη την απουσία του πατέρα της σ’ ένα γνωστό του μοναστήρι, κούρεψε τα μαλλιά της, φόρεσε ανδρικά ρούχα και θέλησε   να ενταχτεί στη μοναστική γνωστή κοινότητα του πατέρα της, παρουσιαζόμενη ως  ευνούχος του βασιλιά. Ο ηγούμενος πράγματι την δέχτηκε ως καλόγερο, δίνοντάς την το όνομα Σμάραγδος. Από τότε αποδύθηκε σε σκληρότατους ασκητικούς αγώνες, τέτοιους που υπερέβαλε σχεδόν όλους, γι’  αυτό και τα γυναικεία της χαρακτηριστικά αλλοιώθηκαν και έγιναν σκληροτράχηλα. Αργότερα, με τη σύμφωνη γνώμη του ηγουμένου, αποσύρθηκε σε κατά μόνας άσκηση, μακρύτερα από τη μονή, φτάνοντας εκεί σε μεγάλη ύψη αγιότητας. Ο πατέρας της που την αναζητούσε με πολύ πόνο διαρκώς, ήταν απαρηγόρητος, ενώ η Ευφροσύνη, μετά από τριάντα οχτώ χρόνια άσκησης αρρώστησε, οπότε και η οσία θέλησε να αποκαλυφθεί στον πατέρα της, προγνωρίζοντας τον θάνατό της. Η αποκάλυψη υπήρξε ιδιαιτέρως συγκινητική για τον Παφνούτιο, βλέποντας την κόρη του σε τέτοιο ύψος αγιασμού, αλλά αμέσως εκείνη πέθανε. Ο Παφνούτιος θέλησε έκτοτε να μονάσει στο κελλί της Ευφροσύνης, και μετά δεκαετία άσκησης, άφησε κι εκείνος εκεί την τελευταία του πνοή».  

 

Δεν πρόλαβε να «στεγνώσει η μελάνη», καθώς λέγανε παλιά,  από την αναφορά μας στην αγία Θέκλα, η οποία άφησε τον επίγειο μνηστήρα της χάριν του επουρανίου, και πρόβαλε άλλη αγία, η οσία Ευφροσύνη, η οποία και αυτή προτίμησε τον Κύριο Ιησού Χριστό από την αγάπη του υποψηφίου άνδρα της. Και στις δύο περιπτώσεις βρισκόμαστε μπροστά σε υπέρμετρη αγάπη προς τον Χριστό, σε βαθύ πόθο για τον ουράνιο Δημιουργό, τέτοιο που κάθε τι επίγειο θεωρείται πολύ δεύτερο και κατώτερο. Όχι διότι, όπως εξηγήσαμε, η επίγεια αγάπη, και μάλιστα των δύο φύλων, θεωρείται κάτι κακό και αρνητικό, αλλά διότι εκεί που θα έλθει η ιδιαίτερη χάρη αφιέρωσης στον Θεό, η μεγάλη αγάπη προς Αυτόν, όλες οι άλλες αγάπες κατ’  ανάγκην υποχωρούν. Όπως συμβαίνει μπροστά στον ήλιο να μη φαίνεται το φως ενός φανού ή ενός σπίρτου, κατά τον ίδιο τρόπο μπροστά στο ήλιο της αγάπης του Θεού φαίνεται να «σβήνει» το φως της ανθρώπινης αγάπης. Γι’  αυτό και ο υμνογράφος, βλέποντας τη φωτιά που έκαιγε την καρδιά της Ευφροσύνης, φωτιά πλήρους αφιέρωσης στον Θεό, ήδη από πολύ μικρή ηλικία, αφενός τον βίο της οσίας μάς τον προσφέρει σε μορφή ποιητική – ο πεζός λόγος δεν του επαρκεί - αφετέρου  καταλαβαίνει ότι ο βίος αυτός προκαλεί θετικά , δηλαδή προς δοξολογία Θεού, και τους απλούς πιστούς και τους οσίους της Εκκλησίας, αλλά και τους ίδιους τους αγγέλους: «Λαμπρύνει τα των πιστών ενθέως συστήματα, η λαμπρά σου μνήμη και αξιέπαινος, θέλγει των οσίων τους χορούς, Αγγέλους επευφραίνει». Κι αυτό γιατί η οσία έζησε «ώσπερ άγγελος».

Εκείνο που είναι ιδιαιτέρως σημαντικό στο βίο της οσίας είναι το γεγονός ότι δεν δίστασε να «μετασχηματιστεί», να μεταμφιεστεί δηλαδή σε άνδρα, προκειμένου να ζήσει την σκληρή ασκητική ζωή των ανδρών. Ξεπέρασε δηλαδή τη γυναικεία φύση της η Ευφροσύνη, αλλά με ταυτόχρονη υπέρβαση και άλλων ανθρωπίνων στοιχείων, όπως της αγάπης προς τον πατέρα της, όπως της συναισθηματικής ανταπόκρισης στον έρωτα ενός νέου ανθρώπου.  Υποκλινόμαστε κυριολεκτικά μπροστά στην «ατσάλινη» θέλησή της, η οποία συνεργαζόταν με απόλυτη υπακοή  με το θέλημα του Θεού. Αυτή η ευθύτητά της, η χωρίς καμία απολύτως παρέκκλιση απόβλεψή της στον Κύριο, θυμίζει την ευθύτητα της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, μετά τη μεταστροφή της από τον αμαρτωλό τρόπο ζωής. Με τη διαφορά ότι η οσία Μαρία είχε ζήσει την αμαρτία και είχε εισπράξει το τίμημα της κατάντιας και της θλίψης που φέρνει αυτή. Η οσία Ευφροσύνη όμως δεν είχε εμπειρία τέτοιου τρόπου ζωής, γι’  αυτό και ίσως είναι πιο αξιοθαύμαστη στο σημείο αυτό και από την οσία Μαρία. Κι αυτή η μεταμφίεσή της αποκαλύπτει βεβαίως και την αλήθεια ότι αν κανείς πράγματι αγαπά τον Θεό, θα κάνει τα πάντα προκειμένου να Τον ακολουθήσει. Κανένα εμπόδιο δεν θα μπορεί να σταθεί μπροστά του, για να ανακόψει την ευλογημένη πορεία του. Πόσο μας ελέγχει η αγάπη της αυτή, εμάς που πολύ εύκολα βρίσκουμε «επιχειρήματα», για να δικαιολογούμε τον εαυτό μας ότι είναι δύσκολη η βίωση της χριστιανικής ζωής. Δύσκολη ναι, αλλά όταν δεν υπάρχει η κινητήρια δύναμη, η αγάπη του Θεού.

Ο υμνογράφος όμως ήδη απαρχής επισημαίνει κι εκείνο το στοιχείο  που σχετίζεται με το όνομά της. «Μήτερ οσία, Ευφροσύνη αξιάγαστε, την όντως ευφροσύνην επιποθήσασα, την ταύτην προξενούσαν ώδευσας τρίβον». Οσία μητέρα, αξιοθαύμαστη Ευφροσύνη, επειδή πόθησες την πραγματική χαρά και ευφροσύνη, περπάτησες το δρόμο που φέρνει σ’  αυτήν. Η αγία Ευφροσύνη δηλαδή, μέσα από τους ασκητικούς αγώνες, τους σκληρούς και υπεράνθρωπους για μία μικρή και απαλή κόρη, βρήκε τον δρόμο για την αληθινή χαρά. Διότι η αληθινή χαρά, η ευφρόσυνη διάθεση της καρδιάς, δεν είναι θέμα διασκεδάσεων, περιδιαβάσματος του κόσμου με ταξίδια, απλών συναναστροφών, αποκτήσεως υλικών αγαθών, πράγματα που διαπιστώνουμε στους περισσοτέρους ανθρώπους. Μία τέτοια αναζήτηση χαράς δυστυχώς τις περισσότερες φορές προκαλεί περισσότερη θλίψη και δυσθυμία, παρά όντως φέρνει χαρά. Διότι λείπει Εκείνος που αποτελεί την πηγή της χαράς: ο ίδιος ο Θεός. Η αγία Ευφροσύνη από πολύ νωρίς κατενόησε ότι η σχέση με τον Θεό φέρνει την ευφροσύνη στην καρδιά του ανθρώπου. Και τον Θεό Τον βρίσκει κανείς, όταν στραφεί μέσα του, στο «έδαφος» της καρδιάς του. Σ’  αυτό το έδαφος όμως αναπτύσσονται και τα ζιζάνια της πονηρίας και της κακίας, γι’  αυτό και αν δεν τα εκριζώσει κανείς, με την προσευχή, την άσκηση, την τήρηση των αγίων εντολών του Θεού, αυτά θα αλώσουν την καρδιά και θα γίνουν περιεχόμενό της. Οπότε η θλίψη σ’  αυτήν την περίπτωση θα γίνει καθεστώς στον άνθρωπο. Η αγία Ευφροσύνη λοιπόν γίνεται οδηγός μας για την πραγματική ευφροσύνη μας και την ευγνωμονούμε γι’  αυτό.