02 Νοεμβρίου 2024

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΣ, ΠΗΓΑΣΙΟΣ, ΑΦΘΟΝΙΟΣ, ΕΛΠΙΔΗΦΟΡΟΣ ΚΑΙ ΑΝΕΜΠΟΔΙΣΤΟΣ

«Οι άγιοι αυτοί ήταν Πέρσες και από τους μεγάλους αξιωματούχους κοντά στον βασιλέα των Περσών Σαβώριο. Ο Ακίνδυνος λοιπόν, ο Πηγάσιος και ο Ανεμπόδιστος, από μεγάλη αγάπη προς την αληθινή πίστη ομολογούσαν τον Χριστό, και γι’  αυτόν το λόγο συνελήφθησαν. Τους κρέμασαν και τους κτύπησαν, ενώ στη συνέχεια τους κατέκαψαν τα πλευρά με φωτιά. Επειδή ο βασιλιάς άρχισε να βλασφημεί τον Χριστό, οι άγιοι τον κατεδίκασαν σε αφωνία, από την οποία έπειτα τον έλυσαν. Κατόπιν τους άπλωσαν σε πυρακτωμένα σιδερένια κρεβάτια, αλλά έπεσε καταρρακτώδης βροχή που έσβησε τη φωτιά, ενώ με την προσευχή τους έριξαν το άγαλμα του Δία. Αποτέλεσμα τούτου ήταν να τους βάλουν σε λέβητες γεμάτους από μόλυβδο που κόχλαζε, μένοντας όμως ανέπαφοι. Μπροστά στο θαύμα αυτό ο Αφθόνιος πιστεύει στον Χριστό, γι’ αυτό και αμέσως του έκοψαν το κεφάλι. Τους έβαλαν στη συνέχεια σε βοδινούς θύλακες, κι ενώ τους έριξαν στη θάλασσα, σώθηκαν, γι’  αυτό και πίστεψε στον Χριστό και ο Ελπιδηφόρος, που ήταν ο πρώτος της Συγκλήτου, μαζί με επτά χιλιάδες ακόμη άλλους. Όλων αυτών έκοψαν αμέσως τα κεφάλια. Τα μαρτύρια των αγίων Ακινδύνου, Πηγασίου και Ανεμποδίστου συνεχίστηκαν: τους πέταξαν σε βόθρο γεμάτο από θηρία, κι αφού κι από αυτό έμειναν αβλαβείς, πίστεψε και η μητέρα του βασιλιά. Το τέλος της αθλήσεώς τους ήρθε όταν τους έβαλαν μέσα σε κάμινο πυρός».

Δημιουργείται μία απορία, κάθε φορά που βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλα και φοβερά μαρτύρια αγίων: πώς με τη χάρη του Θεού τα αντέχουν, τα υπερβαίνουν παραμένοντας αβλαβείς και ανέπαφοι, αλλά στο τέλος υποκύπτουν και φεύγουν από τη ζωή αυτή «ηττημένοι»; Από το συναξάρι για παράδειγμα των αγίων σήμερα φαίνεται ότι αυτοί, ενώ παρουσιάζονται ως οι αδύναμοι, είναι τελικώς οι ισχυροί: τα μαρτύρια δεν τους «αγγίζουν» δραστικά, οι ίδιοι προκαλούν και λύνουν την αφωνία στον βασιλιά, ρίχνουν με την προσευχή το άγαλμα του Δία. Πώς λοιπόν οι «υπερφυσικά δυνατοί» στο τέλος «χάνουν»; Η απάντηση μάλλον δεν πρέπει να μας προβληματίσει ιδιαίτερα: Πρώτον∙  η χαρισματική υπέρβαση των μαρτυρίων φανέρωνε μέσω των αγίων  την παντοδυναμία του Χριστού, η οποία λειτουργούσε ως πρόκληση για να αποκτήσουν πίστη σ’  Εκείνον οι καλοπροαίρετοι ειδωλολάτρες. Και φάνηκε: όχι μόνον ο Αφθόνιος και ο Ελπιδηφόρος, αλλά και η ίδια η μάνα του βασιλιά, όπως και χιλιάδες άλλοι,  μεταστράφηκαν στην αληθινή πίστη. Με άλλα λόγια το μαρτύριο των αγίων λειτούργησε εκεί – και λειτουργεί πάντοτε σε όλους τους αιώνες – ως το δραστικότερο  κήρυγμα, ως η σπουδαιότερη ιεραποστολή. Δεύτερον∙ παρ’  όλη την διά των αγίων φανερούμενη παντοδυναμία του Χριστού οι ίδιοι ηττώνται: φεύγουν από τη ζωή αυτή με τραγικό τρόπο. Αλλά με τον τρόπο αυτό μετέχουν του Πάθους του Κυρίου, επιβεβαιώνουν ότι «διά πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού», εφαρμόζεται σ’ αυτούς το «διήλθομεν διά πυρός και ύδατος και εξήγαγες  ημάς εις αναψυχήν». Το μαρτύριο, όπως γνωρίζουμε, είναι ο μονόδρομος που εκβάλλει στη Βασιλεία του Θεού.

Αυτό σημαίνει ότι μέσα από το πάθος οι άγιοι δοξάζονται, καθώς γίνονται μέτοχοι της Αναστάσεως του Χριστού. Το μαρτύριο, ορθά βιούμενο, εκβάλλει πάντοτε στην Ανάσταση. Και το σημειώνει ο άγιος υμνογράφος: οι άγιοι απολαμβάνουν τώρα την τρυφή, εμφορούνται από το φως του Θεού, κλήρος τους έγινε η αιώνια ζωή. «Οι τρυφής απολαύοντες και φωτός εμφορούμενοι και ζωήν αιώνιον κληρωσάμενοι». Σπεύδει όμως ο υμνογράφος να διευκρινίσει αυτό που υφίσταται σε όλους τους αγίους: η μετά τον μαρτυρικό θάνατο των αγίων απολαβή στον Παράδεισο δεν σημαίνει διαγραφή του ενδιαφέροντός τους για την εδώ ζωή, με την έννοια της απάθειάς τους ως προς τους χειμαζόμενους εν Χριστώ αδελφούς τους στον κόσμο τούτο. Απολαβή στον Παράδεισο σημαίνει «πρόσωπον προς πρόσωπον» σχέση με τον Χριστό, πληρότητα ένταξης στη ζωή Εκείνου, συνεπώς και αύξηση της αγάπης τους προς τους συνανθρώπους τους. Δηλαδή, οι άγιοι ναι μεν βρίσκονται «ασφαλείς» στον Παράδεισο, αλλά το μυαλό τους και η καρδιά τους είναι εν αγάπη  και σε εμάς, γι’ αυτό και προσεύχονται με τη δύναμη πια που έχουν στον Κύριο να μας σώζει από τους κινδύνους και όλες τις κακώσεις. «Κινδύνων λυτρώσασθε και δεσμών και φυλακής και παντοίας κακώσεως, τη θεόφρονι προς Θεόν παρρησία κεχρημένοι, και συμπάθειαν δεικνύντες, την αληθώς χριστομίμητον» - Λυτρώστε μας από κινδύνους και δεσμά και φυλακή και κάθε κάκωση και δυστυχία με τη θεόφρονα παρρησία προς Θεό που έχετε, δείχνοντάς μας την αληθινά χριστομίμητη συμπάθειά σας.

Τα δεδομένα υφίστανται και τα ζούμε: και στον κόσμο τούτο ζούμε με θλίψεις και δοκιμασίες, αλλά και στον ουρανό έχουμε, πέραν βεβαίως του ίδιου του Θεού μας,  εκείνους που ενδιαφέρονται για εμάς και δεν μας εγκαταλείπουν ποτέ: τα εν Χριστώ σωσμένα αδέλφια μας. Τι καλά θα ήταν να συνειδητοποιούσαμε την αλήθεια αυτή και να προσπαθούσαμε καθημερινά να δημιουργούμε φιλικές σχέσεις με εκείνους που όντως μας αγαπάνε και που μέσα στην πανταχού παρουσία του Χριστού ευρισκόμενοι μας παρακολουθούν με συμπάθεια «χριστομίμητον», έτοιμοι να επέμβουν θεραπευτικά στη ζωή μας! Είναι σαν να έχουμε έτσι στα χέρια μας ένα ισχυρότατο όπλο, σαν την αξίνα που έχει ο ξυλοκόπος  για να κόβει τα ξύλα. Αυτό μας διδάσκει και ο υμνογράφος για «την πενταφεγγή των Αθλητών λαμπάδα», τους σημερινούς αγίους: «Η πενταφεγγής των Αθλητών λαμπάς, ως εν δρυμώ ξύλων αξίνη, δαυτικώς εξέκοψε την πλάνην του εχθρού» - Η πενταφεγγής λαμπάδα των αθλητών, σαν αξίνα σε δάσος δέντρων, με δαυιτικό τρόπο έκοψε εντελώς την πλάνη του εχθρού.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΑΥΙΔ Ο ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ (1 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ)

«Από μικρό παιδί ο Όσιος είχε την ευλογία του Θεού και την προστασία του ίδιου του Τιμίου Προδρόμου! Δεν ήταν λοιπόν δυνατό να τραβήξει άλλο δρόμο παρά εκείνον της Μοναχικής Πολιτείας.

Περνώντας από έξοχους δασκάλους, στα μοναστήρια και τα ασκητήρια της περιοχής, συναντά τον γέροντα που ανέλαβε την πνευματική του τελειοποίηση, το σκαρφάλωμα προς την κορυφή της αρετής. Μαζί του θα περάσει πολλά χρόνια σε διάφορα πνευματικά ασκητήρια (Όσσα στη Μαγνησία, Μεγίστη Λαύρα στο Άγιο Όρος) που γέμιζαν χαρά και Χάρη τον νεαρό Όσιο στην ηλικία, αλλά «γέροντα» -όπως τον αποκαλούσαν όλοι- στη σοφία, τη σύνεση και την ταπείνωση!

Όταν δε ο γέροντάς του Οσίου Δαβίδ, ο Ακάκιος, χειροτονείται Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτης, τον παίρνει κοντά του και του αναθέτει την ηγουμενία σε ένα δύσκολο τόπο, γεμάτο «αγκάθια» κακίας και «πέτρες» εγωισμού αμετακίνητες. Όμως και αυτά με την υπομονή, την προσευχή και την αυτοθυσία του ο Άγιος θα καταφέρει να τα αλλάξει. Τα αγκάθια σε λουλούδια του μοναχισμού και τις πέτρες σε μεταμελημένη γη επαγγελίας…

 Όμως όσο και αν κάνει προσπάθεια να κρύψει τη Χάρη του Θεού που τον ξεχειλίζει, μια ημέρα, επιτρέπει ο Θεός να μαρτυρηθεί η αγιοσύνη του Οσίου Του! Εκείνες τις ημέρες έμενε εκεί στο μοναστήρι της Βαρνάκοβας ο Πατριάρχης Ιερεμίας. Ήταν χάραμα όταν ο Εκκλησιαστικός Ρήτορας Εμμανουήλ, που ήταν στη συνοδεία του Πατριάρχη, μπαίνοντας στο Ναό για την ετοιμασία της Θείας Λειτουργίας και καθώς σήκωνε το κεφάλι του από τον ασπασμό της εικόνας του Χριστού, βλέπει τότε τον ηγούμενο Δαβίδ μπροστά στην Πρόθεση, με το πρόσωπό να λάμπει σαν τον ήλιο και τα πόδια του να μην πατάνε καν στο δάπεδο!!!

 Αργότερα, όταν είχε ιδρύσει ο Άγιος ένα μικρό μοναστήρι στο όρος Στείρι, έγινε και δραπέτευσαν μερικά ελληνόπουλα που τα είχε σκλάβους ο Τούρκος Πασάς στη Λιβαδειά. Τότε συκοφαντήθηκε ως ένοχος ο Όσιος Δαβίδ!

Αμέσως, Τούρκοι στρατιώτες, όρμησαν και τον έσυραν μπροστά στα πόδια του πασά, ξυλοκοπώντας τον απάνθρωπα και βασανίζοντάς τον τόσο, που τον άφησαν μισοπεθαμένο! Μετά μάλιστα από μερικές ημέρες, καταπληγωμένο καθώς τον είχαν, τον κρέμασαν από τα χέρια, έτσι που αργότερα, όταν θα προσέτρεχαν οι Χριστιανοί με μαζεμένα μπόλικα χρήματα για να τον ελευθερώσουν, δεν θα μπορούσαν να του τα κατεβάσουν!..

 Ελεύθερος πια από τον τύραννο, αποφάσισε να στραφεί σε άλλη κατεύθυνση και να τραβήξει κατά τα μέρη του Ευβοϊκού.

Όταν λοιπόν έφτασε στην παραλία της Αταλάντης, παρακάλεσε ένα βαρκάρη να τον περάσει απέναντι στην Βόρειο Εύβοια. Ο βαρκάρης όμως βλέποντάς τον με το τριμμένο φτωχικό του ρασάκι, του αρνήθηκε, περιφρονώντας τον απόλυτα! Ο Όσιος του Θεού, χωρίς να γογγύσει καθόλου από τη συμπεριφορά του βαρκάρη, έβγαλε το τριμμένο ρασάκι του, το άπλωσε πάνω στο νερό της θάλασσας, έκαμε το σημείο του Σταυρού, προσευχήθηκε στον Κύριο των πάντων, ανέβηκε πάνω στο ρασάκι του και άρχισε, ω του Θείου θαύματος, να ταξιδεύει!!!

 Το «ταχύπλοο ρασάκι», μπροστά στα συγκλονισμένα και μετανοημένα μάτια του βαρκάρη, έβγαλε τον Όσιο Δαβίδ στην παραλία των Ροβιών. Και τα βήματά του τον οδήγησαν μέσα στο ανέπαφο τότε εκπληκτικό δάσος, πάνω από τις Ροβιές της Εύβοιας! Εκεί ασκήτεψε σε μια σπηλιά που τη βλέπει και τώρα ο προσκυνητής.

Και εκεί, στα απάτητα ψηλόκορφα, η Αγιοσύνη του δεν άργησε να γίνει γνωστή, πρώτα στους απλοϊκούς βοσκούς των βουνών και ύστερα σε όλα τα γύρω χωριά! Μάλιστα κάποιοι από αυτούς τους βοσκούς θα αποτελούσαν και τον πρώτο πυρήνα του νέου μοναστηριού. Άνθρωποι αγνοί, καθαροί, με απλότητα όπως τους έπλασε ο καλός Θεός

 Για να γινόταν όμως το νέο μοναστήρι, που θα 'ταν το καταφύγιο των σκλάβων, χρειαζόταν πρώτα πρώτα αρκετά χρήματα για να χτιστεί. Ο Όσιος έδειξε σε όλους το μέρος που θα χτιζόταν, στην κορυφή του βουνού, τους ζήτησε να ετοιμάζουν τεχνίτες και υλικά και εκείνος θα γύριζε τον κόσμο να μαζέψει χρήματα.

Έτσι και έγινε και ο Όσιος έφτασε ως απάνω στη Ρωσία, που ήταν γεμάτη Έλληνες και γενικότερα Ορθοδόξους Χριστιανούς, που του πρόσφεραν πολλά χρήματα και πολύτιμα δώρα για τη Μονή, τόσα, θησαυρός ολάκερος, που ήταν αδύνατο να τον μεταφέρει ο Όσιος από τη Ρωσία πίσω στην Εύβοια! Αλλά να τι τον φώτισε ο Θεός να κάνει.

Κούφωσε ένα μεγάλο κούτσουρο, σφράγισε μέσα σε αυτό τα χρήματα και τα δώρα, έκανε το σημείο του Σταυρού, έριξε το κούτσουρο με το θησαυρό σ' ένα ποτάμι της Ρωσίας, προσευχήθηκε και στο τέλος είπε:

«Έως ότου φθάσω στο νησί της Εύβοιας, να φθάσει και το κούτσουρο με το θησαυρό στην παραλία των Ροβιών».

 Πράγματι, όταν μετά από καιρό ο Όσιος Δαβίδ επέστρεψε από τη Ρωσία και έφθασε στις Ροβιές, είδε το κούτσουρο με το θησαυρό να τον περιμένει στην παραλία!

Μάλιστα οι κάτοικοι των Ροβιών, που πρώτη τους φορά έβλεπαν τέτοιο ξύλο, προσπαθούσαν με τα τσεκούρια τους να τ' ανοίξουν. Μάταια όμως, γιατί τα τσεκούρια τους στράβωναν ή έσπαγαν και το ξύλο ούτε άνοιγε!!!

 Σαν έφτασε τελικά με το θησαυρό απάνω στο βουνό ο Όσιος, είδε ότι είχαν αρχίσει ήδη να χτίζουν το μοναστήρι, αλλά όχι εκεί που τους είχε υποδείξει, αλλά παρακάτω, όπου είναι και σήμερα, επειδή στην κορυφή πίστευαν οι μοναχοί και οι τεχνίτες ότι δεν θα έβρισκαν νερό.

Τότε ο Άγιος σκαρφάλωσε εκεί πάνω στο δασωμένο βράχο, έκανε ολόθερμη προσευχή στο Θεό να ανοίξει μια πηγή κι ύστερα χτύπησε με το ραβδί του την πέτρα! Την άλλη μέρα όταν την μετακίνησε, πετάχτηκε τόσο νερό που τον έβρεξε!!! Ο Θεός είχε κάνει και πάλι το θαύμα του με την προσευχή τού Αγίου!

Μάλιστα ακόμη και σήμερα στο μοναστήρι, μπορεί να πιει κανείς από το άφθονο αυτό και ευλογημένο, ιαματικό νερό, από το Αγιονέρι όπως το λένε, το οποίο τρέχει σε βρύση μέσα στη Μονή Οσίου Δαβίδ του γέροντος!» 

(Από το ιστολόγιο «Ο.Ο.Δ.Ε.» - Ορθόδοξη ομάδα Δογματικής έρευνας).

«Σφραγισμένος» από τον Θεό εκ βρέφους ο όσιος Δαυίδ ακολουθεί μία πορεία θαυμαστή που παραπέμπει στην κατά Χριστόν πολιτεία όλων των μεγάλων αγίων και οσίων της Εκκλησίας μας. Ο όσιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ο συνθέτης του κανόνα του οσίου, επανειλημμένως τονίζει την αλήθεια αυτή και μάλιστα εν σμικρώ χαράζει την οσιακή πορεία του. «Πάτερ Δαβὶδ παμμακάριστε, αφού ανέθεσες τον εαυτό σου από παιδί στον Θεό, με τρόπο που θέλει ο Θεός απέρριψες κάθε εμπαθή προσκόλληση προς τα κοσμικά πράγματα. Κι αφού σήκωσες τον σταυρό σου, φάνηκες με τον τρόπο της ζωής σου ίδιος με τους αγγέλους» (αίνοι). «Φάνηκε (ο Δαυίδ) ομόζηλος των παλαιών οσίων και ίδιος στον τρόπο της ζωής τους και συμμέτοχος στην άσκησή τους και έχοντας ίση δόξα μ’ αυτούς καθώς κοινώνησε τη δόξα και τις χάρες τους» (οίκος συναξαρίου).

Αξίζει να τονίσει κανείς αυτό που επισημαίνει πολλαπλώς ο άγιος υμνογράφος για τον όσιο: την ξεχωριστή επίβλεψη του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου ενόσω ακόμη ήταν παιδί και τη γι’ αυτόν τον λόγο ολοκληρωτική στη συνέχεια αφιέρωσή του στον Κύριο, εν αγνοία μάλιστα των γονέων του. «Όταν ο Βαπτιστής του Κυρίου σού φανερώθηκε με καθαρότητα καλώντας σε στον ένθεο βίο, τότε με χαρά πήρες τον δρόμο αυτόν. Και διαμένοντας με θερμότητα ψυχής στον ναό εκείνου προτύπωσες σε όλους τη λαμπρότητά σου» (στιχ. εσπ.). Και τι συνέβη; Ο πατέρας του άρχισε να τον αναζητά, οπότε και τον βρήκε μέσα στον ναό του Προδρόμου, γονατισμένο μπρος στην αγία εικόνα του. Αλλά δεν μπόρεσε να πει τίποτε, γιατί έμεινε έκθαμβος μπρος στο θέαμα που αντίκρυσε: έλαμπε ο γιος του από το φως του Θεού! «Ο πατέρας σου σε βρήκε, αλλά έμεινε κατάπληκτος από τη φανερή ενέργεια της ουράνιας κλήσης» (στιχ. εσπ.), «όταν σε είδε μέσα στον άγιο ναό να εξαστράπτεις ολόκληρος μπροστά στην εικόνα του μεγάλου Ιωάννου. Τότε άνοιξαν τα μάτια του από το άγιον Πνεύμα για να κατανοήσει τη μελλοντική δόξα σου» (ωδή α΄). Κι είναι ευνόητο για τον άγιο υμνογράφο, παρακολουθώντας και τα σημεία της ασκητικής διαγωγής του οσίου Δαυίδ, ότι ο όσιος προσπάθησε να ζήσει γνήσια τη ζωή του Χριστού με το να μιμηθεί τη ζωή του μεγάλου Προφήτη και Βαπτιστού. «Αφιερώθηκες από παιδί στον Σωτήρα Χριστό και με την άσκησή σου Αυτόν ακολούθησες, Δαυίδ θεόσοφε. Διότι αφού αξώθηκες να δεις τη θεία όψη του Προδρόμου της χάριτος, ζήλεψες τον βίο του, φτερωμένος από τη θεία αγάπη και στολισμένος από τον πλούτο της φρόνησης» (λιτή).

Ο όσιος Δαυίδ με τους πνευματικούς του αγώνες αύξησε στο έπακρο την αρχική χάρη με την οποία κλήθηκε από τον Θεό -  «την κλήση που σου δόθηκε την έδειξες λαμπρότερη με τα έργα σου» (δόξα εσπ.) – αλλ’ όμως την αύξηση αυτή την επέτυχε γιατί αθλήθηκε νόμιμα. Και νόμιμη άθληση είναι αυτή που ακολουθεί τα χνάρια της πατερικής παραδόσεως, μακριά από κάθε μονομέρεια και «θεληματάρικη» διάθεση. Τι εννοούμε; Ενώ η κλήση του ήταν θαυμαστή μέσω του αγίου Προδρόμου κι η κλήση της καρδιάς του προς τον Θεό εξίσου θαυμαστότερη, όμως δεν εμπιστεύτηκε τον εαυτό του. Αποδεικνύοντας τη γνησιότητα της θεϊκής ενέργειας, υποτάσσεται σε διακριτικό γέροντα, τον Ακάκιο, κάνοντάς του αδιάκριτη υπακοή, που θα πει αγωνιζόμενος να αποκτήσει τη μεγαλύτερη εξ όλων των αρετών, την ταπείνωση. Κι ακόμη: ρίχνεται στη μελέτη των αγίων κειμένων της Εκκλησίας, όπως και στη μίμηση και κάθε άλλου αγωνιστή της ευσέβειας προκειμένου να εμπλουτίσει την ύπαρξή του.

Οι επισημάνσεις του οσίου Γερασίμου είναι σαφέστατες: «Ακολουθώντας ολοπρόθυμα, όσιε, την ουράνια θεϊκή κλήση, βρήκες τον σοφό Ακάκιο, με την πρόνοια του Θεού, να σε κατευθύνει σωστά προς τον δρόμο της ουράνιας πορείας» (ωδή γ΄). Κι επίσης: «Κατεχόμενος από θείο πόθο, με χαρά υποτάχτηκες, Δαβίδ μακάριε, στον θεόφρονα Ακάκιο, διακρινόμενος για την ταπεινοφροσύνη σου» (ωδή γ΄). Και ποια ήταν η αίσθηση του Δαβίδ που υπήκουε στον γέροντά του; Ότι υπακούει στο θείο θέλημα! «Σε όλα φάνηκες υπόδειγμα ενάρετης ζωής, γιατί υπήκουες στον διδάσκαλό σου ολοκληρωτικά ως υπήκοος θείου θελήματος» (ωδή ε΄). Αλλά εξίσου, όπως είπαμε: πότιζε καθημερινά την ψυχή του από τα θεϊκά λόγια, της Γραφής και των αγίων Πατέρων, έστω και πολύ νέος – αυτή ήταν η κατεξοχήν τροφή του! – όπως και προσέβλεπε στο παράδειγμα εναρέτων πάντοτε ανδρών. «Ποτιζόσουν από τα ρείθρα των Γραφών, όσιε, και τρεφόσουν από τα θεόπνευστα λόγια πάντοτε ενώ ήσουν νέος, γι’ αυτό και το φρόνημά σου ήταν θεϊκό, γεμάτο, άγιε, από πολλή σύνεση» (ωδή γ΄). «Ως μοναχός με έμπνευση Θεού, Πάτερ, πήγες στο Άγιον Όρος για να μαζέψεις κι από κει από τον θείο σου έρωτα ό,τι πέτυχαν οι εκεί όσιοι» (ωδή δ΄).

Δεν παραξενεύει λοιπόν το γεγονός ότι ένας τέτοιος άγιος, τόσο μεγάλου βεληνεκούς, γίνεται ιερέας που λειτουργεί μέσα στο άκτιστο φως (ωδή ε΄), ιδρύει κατά προτροπή θεία ιερό μοναστήρι για να καθοδηγούνται προς τη βασιλεία του Θεού εκείνοι που διψούν για Θεό (ωδή στ΄) – στο μοναστήρι αυτό πολύ αργότερα βεβαίως ασκήθηκε με πόθο Θεού ακολουθώντας τα παλαίσματα του οσίου και ο μεγάλος σύγχρονος εξίσου όσιος Ιάκωβος (Τσαλίκης) -, αφήνει τα άγια λείψανά του στο μοναστήρι, και μάλιστα την αγία κάρα του, ώστε να ενισχύονται και να χαριτώνονται ανά τους αιώνες όλοι οι πιστοί που προστρέχουν σ’ αυτόν (ωδή θ΄).

Είναι μεγάλη ευλογία και για εμάς να ξέρουμε ότι έχουμε έναν τέτοιο συμπαραστάτη και πρεσβευτή ενώπιον του Κυρίου με τέτοια δύναμη προσευχής. Όπως το σημειώνουν και οι στίχοι του συναξαρίου του: «Δαβίδ κατέβαλε τω λίθω˙ Δαβίδ προσευχή κατέβαλε τα πάθη» - ο (προφητάναξ) Δαυίδ νίκησε τον Γολιάθ με τον λίθο, ενώ ο όσιος Δαυίδ νίκησε τα πάθη με την προσευχή του! 

01 Νοεμβρίου 2024

ΔΕΙΛΙΑ ΚΑΙ ΤΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ!

 

«Η δειλία του θανάτου είναι φυσικό ιδίωμα του ανθρώπου, το οποίο οφείλεται στην παρακοή του Αδάμ. Ο τρόμος όμως του θανάτου αποδεικνύει ότι υπάρχουν αμαρτίες για τις οποίες δεν εδείχθηκε μετάνοια» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. στ΄, 3).

Ο φόβος που δείχνουμε πολύ συχνά μπροστά στον θάνατο πρέπει να μας  προβληματίσει. Μπορεί να είναι φόβος δικαιολογημένος γιατί είμαστε άνθρωποι: είναι φυσικό ιδίωμα του ανθρώπου μετά την πτώση του στην αμαρτία. Κι είναι μία περίτρανη απόδειξη τούτο ότι δεν δημιουργηθήκαμε για να πεθάνουμε. Η αθανασία ήταν η προοπτική του ανθρώπου, μέσα στα πλαίσια της «κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού» δημιουργίας του. Αν ο θάνατος ήταν μέσα στο αρχικό θέλημα του Θεού, τότε θα έπρεπε κανονικά να χαιρόμαστε με την ύπαρξή του. Αλλά ο θάνατος ήταν το τίμημα της ανυπακοής προς την πηγή της ζωής, τον Θεό. «Διά της αμαρτίας ο θάνατος». Οπότε ο φόβος μας αυτός, η δειλία μας καλύτερα,  μπροστά στον θάνατο δεν είναι μόνο δική μας. Είναι όλων των ανθρώπων. Ακόμη και ο Κύριος δείλιασε ενόψει του θανάτου Του, δείχνοντας ότι ήταν καθόλα αληθινός άνθρωπος, καθώς είχε όλα τα συμπτώματα της πεσμένης φύσης. «Δειλιάζει ο Χριστός εμπρός στον θάνατο, αλλά δεν τρέμει, για να δείξει καθαρά τα ιδιώματα των δύο Του φύσεων» (4).

Μπορεί όμως να είναι όχι ο φόβος της φυσικής δειλίας, αλλ’ εκείνος που μας κάνει να τρέμουμε και να αγωνιούμε, που μας κάνει πολλές φορές να μη θέλουμε να ακούσσουμε κουβέντα γι’ αυτόν, ενώ μας κάνει άλλες να μένουμε ξάγρυπνοι και κάθιδροι τα βράδια. Σαν εκείνον τον ταλαίπωρο, που ενώ πέθανε ο πατέρας του, δεν τόλμησε να σύρει τα βήματά του μέσα στον ναό κατά τη διάρκεια της κηδείας, κι ούτε καν πλησίασε το φέρετρό του στο νεκροταφείο. Μακριά και με τρόμο στην καρδιά και τα μέλη του.

Ο άγιος έχει κάνει τη διάγνωση. Μας έχει ακτινογραφήσει: εφόσον ανήκουμε στη δεύτερη περίπτωση, ο φόβος κι ο τρόμος μας οφείλονται σε αμαρτίες μας, για τις οποίες δεν έχουμε μετανοήσει και δεν έχουμε συνεπώς εξομολογηθεί. Μας χτυπάει το καμπανάκι. Μας προκαλεί να ξυπνήσουμε, δηλαδή να μετανοήσουμε. Ας ζητήσουμε  από τον Θεό συγχώρηση, ας πάμε σε πνευματικό. Ο χρόνος λειτουργεί ακόμη υπέρ μας. Γιατί όσο ζούμε κι αναπνέουμε, έχουμε ελπίδα. «Ουαί τω τεθνηκότι»! Αν μας βρει ο θάνατος – κι είναι άδηλη η ώρα του – αμετανόητους, τότε όντως είμαστε για… κλάματα!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΟΙ ΕΞ ΑΣΙΑΣ

Οι άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός της 1ης Νοεμβρίου, αλλά και οι ομώνυμοί τους  Ανάργυροι της 1ης Ιουλίου, χαρακτηρίζονταν, όπως δηλώνεται και από την επωνυμία τους, από το ανάργυρο της δράσεως και της βιοτής τους, παρείχαν δηλαδή τις υπηρεσίες τους στους συνανθρώπους τους δωρεάν και αμισθί. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι υπήρξαν παντελώς αφιλάργυροι («κόψατε εντελώς τη νόσο της φιλαργυρίας» σημειώνει ο υμνογράφος), κι αυτό γιατί είχαν ανυψώσει τον νου τους υπέρ τα υλικά πράγματα («δείξατε τον νου σας υπέρτερο των υλικών και επιγείων»). Πώς γίνεται όμως αυτό; Πότε μπορεί κανείς και απεμπλέκεται από τα υλικά αγαθά με τα οποία οι άνθρωποι είμαστε συνδεδεμένοι; Μόνον όταν «εμπλέκεται» με κάτι ανώτερο και υψηλότερο. Κι αυτό δεν είναι άλλο, κατά τη χριστιανική πίστη,  από την αγάπη προς τον Θεό και Χριστό. Μόνον όποιος έχει ζωντανή σχέση με Εκείνον, μόνον όποιος Τον έχει ενεργούντα στην καρδιά του, μπορεί να υπερβεί τις εμπαθείς δεσμεύσεις της ύλης, να ξεπεράσει τα πάθη και τον εγωισμό του, συνεπώς να ζει με αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο -  δεν ξεχωρίζονται χριστιανικά οι δυο αυτές αγάπες. Η Εκκλησία μας το τονίζει ιδιαιτέρως: «Έχοντας τον Χριστό πάντοτε να ενεργεί στην καρδιά σας, άγιοι Ανάργυροι, θαυματουργείτε στον κόσμο, θεραπεύοντας τους ασθενείς».

Πολλοί ζητάνε μία παρόμοια στάση και από τους σημερινούς ιατρούς: να μην είναι φιλάργυροι, να μη ζητάνε υπέρογκα ποσά για την ιατρική τους βοήθεια, να μη ζητάνε «φακελάκι». Λογικό και νόμιμο αίτημα. Το υπέρογκο ποσό και το «φακελάκι» φανερώνουν ακριβώς «την νόσον της φιλαργυρίας», συνεπώς μία παθολογική κατάσταση που ακυρώνει τον κοινωνικό ρόλο της ιατρικής επιστήμης. Άλλο όμως η καταδίκη του κακού αυτού φαινομένου, όπου βεβαίως αυτό παρουσιάζεται - έχουμε ιατρούς οι οποίοι συχνά αρνούνται και τα «νόμιμα», ενώ η πανδημία της εποχής ανέδειξε πολλούς ιατρούς σε ιεραποστόλους και ήρωες κυριολεκτικά – και άλλο η άρνηση της αμοιβής τους για την παροχή των υπηρεσιών τους. Κι είναι ορισμένοι που ξεπερνούν τη λογική του πράγματος, θεωρώντας ότι όλοι οι ιατροί είναι σαν τους αγίους Αναργύρους. Αλλά εκείνοι δρούσαν και συμπεριφέρονταν μέσα στο πλαίσιο της χάρης του Θεού: «όχι με την ανθρώπινη τέχνη, αλλά με τη θεία χάρη γιατρεύετε τις αρρώστιες των ανθρώπων». Η ενοίκηση σ’ αυτούς της αγίας Τριάδος, ο ενεργών, όπως είπαμε, στην καρδιά τους Χριστός, ήταν εκείνο που τους έδινε τη δύναμη της υπέρβασης από οποιαδήποτε υλική δέσμευση. Χωρίς να αρνούμαστε και την ύπαρξη παρόμοιων χαρισματικών και σήμερα φαινομένων – η χάρη του Θεού συνεχίζει να δρα παντού – πρέπει να έχουμε τον νου να καταλαβαίνουμε ότι και οι ιατροί είναι εργαζόμενοι, οι οποίοι περιμένουν να ζήσουν από την άσκηση της εργασίας τους. Και μάλιστα αξιοπρεπώς.  

Η Εκκλησία μας όμως με την εορτή των αγίων Αναργύρων  μάς προσανατολίζει και πέραν της ιατρικής ανθρώπινης επιστήμης. Ενώ τονίζει, και μάλιστα με τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, την καταφυγή στους ιατρούς, όταν παρουσιάζεται στη ζωή μας πρόβλημα υγείας – είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε το ανθρώπινο πρώτα από όλα – μας ανοίγει παράλληλα και την αληθινά παρήγορη προοπτική της καταφυγής μας και στους «άλλους» μεγάλους ιατρούς, τους ίδιους τους αγίους μας, στην πραγματικότητα την καταφυγή μας σε Εκείνον που αρέσκεται να δρα μέσω των αγίων Του.  Οι άγιοί μας, κατεξοχήν οι άγιοι Ανάργυροι, Κοσμάς και Δαμιανός, χαριτώθηκαν από τον Θεό με το χάρισμα της ιατρείας των παθών των ψυχών και των σωμάτων. Και όσοι προσέρχονται στο ιατρείο τους, λαμβάνουν την ίαση, χωρίς να δώσουν απολύτως τίποτε. Διότι η χάρη είναι ακριβώς δωρεά. «Χωρίς χρήματα παρέχετε τις ιάσεις στους ασθενείς». Και το ακόμη πιο παρήγορο: η χάρη της δωρεάς της ίασης από αυτούς δεν εξαντλείται ποτέ. «Το ιατρείο σας είναι πηγή ανεξάντλητη. Κι όσο αντλεί κανείς από αυτήν, τόσο και αναβλύζει περισσότερο, κι όσο προσφέρεται τόσο και αυξάνει».  Σ’  αυτούς τους ιατρούς μπορούμε να καταφεύγουμε πάντοτε, οποιαδήποτε ώρα και στιγμή, γιατί ξέρουμε ότι εκτός από τη δύναμη που έχουν, έχουν και την αγάπη τους προς εμάς. Έχουμε την πηγή, μη μένουμε διψασμένοι.

Οι άγιοι αυτοί κατάγονταν από την ασιατική γη, με πατέρα ειδωλολάτρη και μάνα Χριστιανή, η οποία λεγόταν Θεοδότη. Όταν έμεινε χήρα, βρήκε την ευκαιρία να εκπαιδεύσει τα παιδιά της με κάθε αρετή. Τα παιδιά της, αφού απέκτησαν πείρα από κάθε επιστήμη, τις έκαναν πέρα όλες, για να ακολουθήσουν την ιατρεία των ψυχών και των σωμάτων, θεραπεύοντας κάθε νόσο και κάθε ασθένεια και φροντίζοντας όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά και τα ζώα. Ονομάστηκαν Ανάργυροι, διότι δεν ανέχονταν να λάβουν τίποτε και από κανένα, παρέχοντας πάντοτε την ιατρεία δωρεάν και αμισθί. Αφού πέρασαν λοιπόν με τον τρόπο αυτό τη ζωή τους, τελειώθηκαν εν ειρήνη. Τα τίμια λείψανά τους κατατέθηκαν σε τόπο που ονομαζόταν Φερεμάν»).

31 Οκτωβρίου 2024

ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΝΟΥ!

«Ο νους του “πρακτικού” μπορεί να ασκεί πολλών ειδών εργασίες. Να σκέπτεται δηλαδή την αγάπη προς τον Θεό, να ενθυμείται τον Θεό, να ενθυμείται την ουράνια βασιλεία, να ενθυμείται τον ζήλο των Μαρτύρων, να ενθυμείται ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, όπως ο Ψαλμωδός που έλεγε, “προωρώμην τον Κύριον” κλπ. (Ψαλμ. ιε΄ 8). Να ενθυμείται ακόμη τους αγίους αγγέλους, τον χωρισμό της ψυχής του από το σώμα, τη συνάντηση με τα τελώνια του αέρα, την απόφαση του Κριτού, την κόλαση» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. στ΄ 17).

Ακούς για τις θεωρίες των μεγάλων αγίων και πιθανόν ζηλεύεις. Για τις αρπαγές του νου στα ουράνια, για τα «άρρητα ρήματα» που άκουσε ο απόστολος Παύλος, για «οράσεις» ιδιαίτερα χαρισματικές. Κλίνε το γόνυ της καρδιάς και δόξασε τον Θεό για το τι επιφυλάσσει  στους γνήσιους δούλους Του, τους πλήρως αφιερωμένους σ’ Αυτόν.  Μόνο τούτο όμως! Για να φτάσει κανείς εκεί, αν φτάσει ποτέ, θα περάσει υποχρεωτικά από την πράξη: την καθημερινή άσκηση των αρετών, τον αδιάκοπο αγώνα παραμονής πάνω στις εντολές του Χριστού. Διότι «πράξίς εστιν θεωρίας επίβασις» (η πράξη είναι το σκαλοπάτι για τη θεωρία).

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: ο νους από τη φύση του πια μετά την πτώση στην αμαρτία είναι «αλήτης»: ξεφεύγει δηλαδή εύκολα και περιπλανιέται από δω κι από κει. Απαιτείται μεγάλος αγώνας και ξεχωριστή χάρη από τον Κύριο για να τον κρατάει κανείς εκεί που πρέπει, να τον έχει περιορισμένο στην έδρα του, την καρδιά.  Άκου τι λέει ο Μέγας Βασίλειος επ’ αυτού: «Ο νους που δεν διασκορπίζεται και δεν διαχέεται μέσω των αισθήσεων στα πράγματα του κόσμου, επιστρέφει στον εαυτό του, στην καρδιά του δηλαδή, και διά του εαυτού του οδηγείται στην έννοια του Θεού». Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε δεν είπε ότι η Βασιλεία του Θεού «εντός υμών εστιν»;

Πώς θα κρατήσεις λοιπόν τον νου στην καρδιά; Βεβαίως, όλοι οι άγιοί μας προτείνουν την προσευχή του Ιησού. Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»: είναι το βαρύ «πυροβολικό» στην πνευματική ζωή.  Μπορείς όμως να ασκείς και άλλες πολλές εργασίες. Να δίνεις δηλαδή «τροφή» στον νου σου με αυτά που θα τον ωθούν διαρκώς στο κέντρο του, την καρδιά. Όπως: να σκέπτεσαι τον Θεό και την αγάπη Του, να σχολάζεις πάνω στην ουράνια βασιλεία Του, στον ζήλο των μαρτύρων, στην πανταχού παρουσία Του, στον φύλακα άγγελό σου, στην ώρα του θανάτου σου, στο τι έπειτα θα ακολουθήσει με την κρίση.  

Μεγάλες εργασίες που ορθά ασκούμενες από τον νου προστατεύουν από την πτώση στην αμαρτία και εξισορροπούν τον ανθρώπινο ψυχισμό μας! Γιατί μας κρατούν στη χάρη του Θεού!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΣΤΑΧΥΣ, ΑΠΕΛΛΗΣ, ΑΜΠΛΙΑΣ, ΟΥΡΒΑΝΟΣ, ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ

«Από αυτούς, ο μεν άγιος Στάχυς προχειρίζεται επίσκοπος του Βυζαντίου από τον απόστολο Ανδρέα. Οικοδόμησε δε και Εκκλησία στην Αργυρούπολη, στην οποία συναθροίζονταν πλήθη Χριστιανών όχι λίγα, και τους δίδασκε. Κι αφού έζησε έτσι επί δεκαέξι χρόνια, εκοιμήθη εν ειρήνη. Ο  Απελλής έγινε επίσκοπος Ηρακλείας. Κι αφού οδήγησε πολλούς στον Χριστό, είχε τέλος μακάριο. Οι  άγιοι Αμπλίας και Ουρβανός, αφού έγιναν και αυτοί επίσκοποι από τον ίδιο απόστολο Ανδρέα, ο μεν Αμπλίας της Οδυσσούπολης, ο δε Ουρβανός της Μακεδονίας, φονεύτηκαν από τους Ιουδαίους και τους ειδωλολάτρες λόγω της ομολογίας τους για τον Χριστό και της καταστροφής των ειδώλων. Έτσι παρέδωσαν τις μακάριες ψυχές τους στον Θεό. Ο Νάρκισσος καταστάθηκε επίσκοπος των Αθηνών. Βασανίστηκε με διαφόρους τρόπους για την πίστη του και παρέδωσε κι αυτός την ψυχή του στον Θεό, για τον Οποίο έχυσε το αίμα του με προθυμία. Ο Αριστόβουλος, αφού χειροτονήθηκε και αυτός ποιμένας λογικών προβάτων, κήρυσσε τον Χριστό σε όλους, οπότε έλαβε μισθό αντάξιο των κόπων του».

Οι άγιοι αυτοί απόστολοι, ανήκοντας στον κύκλο των εβδομήκοντα μαθητών του Κυρίου, είχαν τη μοναδική και εξαίρετη ευλογία να είναι  και αυτοί κοντά στον Διδάσκαλό τους και να έχουν λάβει τη χάρη της Πεντηκοστής. Δεν βρίσκονται βεβαίως στο ύψος των δώδεκα αποστόλων, μέσα στο στερέωμα της Εκκλησίας μας, αλλά, έστω σε δεύτερο «πλάνο», λειτουργώντας εν  υπακοή των εντολών του ίδιου του Κυρίου, άρα ακολουθώντας τα ίχνη Του, αποτελούν καθηγητές των πιστών για να ζουν με την ορθή πίστη. Όπως το σημειώνει ο άγιος υμνογράφος: «Ακολουθώντας τα ίχνη του Χριστού, που σαρκώθηκε για εμάς από αγάπη, μακάριοι, και υπακούοντας στις θεϊκές Του προσταγές, φανήκατε καθηγητές όλων των πλανωμένων για την αληθινή πίστη».

 Έτσι και οι απόστολοι αυτοί έγιναν μάρτυρες Κυρίου, που απεστάλησαν από Αυτόν στον κόσμο, για να «θρέψουν» τους ανθρώπους με την τροφή του λόγου του Θεού, σε εποχή μάλιστα που αυτοί λιμοκτονούσαν από την έλλειψη της ορθής πίστεως. «Φάνηκες να εκτρέφεις, Στάχυ θεομακάριστε, με τον λόγο της γνώσης του Θεού, αυτούς που έλιωσαν από την πείνα της πίστης, και να τους κάνεις, με τη δύναμη και τη χάρη του Θεού,  κοινωνούς της ανώτερης τροφής». Πράγματι, ο λόγος του Θεού συνιστά τροφή για τον άνθρωπο, ενώ η έλλειψή της οδηγεί σε πνευματική λιμοκτονία, κάτι που ήδη από την Παλαιά Διαθήκη είχε εξαγγελθεί διά στόματος των Προφητών: «λιμός του ακούσαι τω Κυρίω» - πείνα για τον λόγο του Θεού, μαρτυρήθηκε δε έντονα και από τον ίδιο τον Κύριο, κατά τον πρώτο πειρασμό που δέχτηκε μετά τη Βάπτισή Του στη έρημο από τον διάβολο: «ουκ επ’  άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ’  επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος Θεού» - δεν ζει ο άνθρωπος μόνο με το ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που εκπορεύεται από το στόμα του Θεού.  Πόσο άραγε έχουμε συνειδητοποιήσει την αλήθεια αυτή και εμείς οι θεωρούμενοι πιστοί χριστιανοί; Πόσο με άλλα λόγια μελετούμε το Ευαγγέλιο, μελετούμε τα λόγια δηλαδή του Κυρίου και των αγίων Του αποστόλων, μελετούμε το «ενσαρκωμένο» ευαγγέλιο: τους βίους των αγίων της Εκκλησίας μας, μελετούμε εκείνους που  ερμήνευσαν με φωτισμό του Θεού την Αγία Γραφή: τους Πατέρες μας; Δεν  είναι κρίμα μάλιστα σε εποχή που σπείρεται πλούσια ο λόγος του Θεού, να υπάρχουν εν Χριστώ αδελφοί μας, οι οποίοι κυριολεκτικά λιμοκτονούν πνευματικά;

Οι άγιοι απόστολοι αυτοί λοιπόν σήμερα μας υπενθυμίζουν αυτήν τη μεγάλη αλήθεια. Κι ο άγιος υμνογράφος την επιτείνει ακόμη περισσότερο: οι άγιοι είναι σαν το σωτηριώδες ρεύμα  ενός ποταμού, που γλιτώνει από τα «βρομόνερα» της πλάνης και ποτίζει τους πιστούς με τη χάρη του Θεού. «Καθάπερ ρεύμα, Ουρβανέ, σωτηριώδες, τα πικρά και άποτα νάματα αποσοβών, και καταρδεύων εν χάριτι των ευσεβούντων το πλήρωμα». Μία εικόνα που παραπέμπει στον άθλο του Ηρακλή, όταν καθάρισε τους κόπρους του Αυγεία. Που σημαίνει: κάθε φορά που εμβαπτιζόμαστε στη διδασκαλία των αγίων αποστόλων, πρέπει να έχουμε αυτήν την πεποίθηση, η οποία στον καλοπροαίρετο άνθρωπο γίνεται βεβαιότητα πνευματικής αίσθησης: ότι μπαίνουμε σε ένα λουτρό, για να καθαριστούμε και να ανανεωθούμε. Ή: ότι αλατιζόμαστε με εκείνο το πνευματικό αλάτι, ώστε να μη φτάνουμε στο σημείο της σαπίλας της πλάνης. «Τω νοστίμω άλατι των σων, Αμπλία, διδαγμάτων, της πλάνης σηπεδόνα απεκάθηρας».

30 Οκτωβρίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΖΗΝΟΒΙΟΣ ΚΑΙ ΖΗΝΟΒΙΑ Η ΑΔΕΛΦΗ ΑΥΤΟΥ

«Οι άγιοι ζούσαν επί της βασιλείας του Διοκλητιανού και ήταν τέκνα ευσεβών γονέων. Και ο μεν Ζηνόβιος συνελήφθη και οδηγήθηκε ενώπιον του ηγεμόνα. Καθώς λοιπόν ανακρινόταν, παρουσιάστηκε από μόνη της και η αδελφή του Ζηνοβία. Κτυπώνται λοιπόν κα οι δύο και ρίχνονται σε λέβητα πίσσας. Διατηρήθηκαν όμως με τη χάρη του Χριστού αβλαβείς, οπότε και δέχονται τον διά ξίφους θάνατο».

Οι άγιοι μάρτυρες Ζηνόβιος και Ζηνοβία έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου, πνίγοντας μέσα στο αίμα τους τον πονηρό διάβολο. «Έγιναν αυτοί υπέρμαχοι της αγίας Τριάδος. Και στο στάδιο με ανδρεία απέπνιξαν τον αόρατο εχθρό διάβολο μέσα στο σεπτό αίμα τους και έλαβαν έτσι ένδοξα το στεφάνι της νίκης». Η επισήμανση είναι σπουδαιότατη. Διότι, πράγματι, δεν υπάρχει, κατά την πίστη μας, ισχυρότερο όπλο που κατακαίει τον διάβολο, από το αίμα των μαρτύρων. Όπου δορυφορούνται μάλιστα τα λείψανά τους, εκεί φυγαδεύεται η όποια δαιμονική ενέργεια. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας εγκαινιασμένος ναός, στον οποίο τελείται η αναίμακτη λατρεία, η Θεία Ευχαριστία, θεωρείται ό,τι ισχυρότερο κατά του Πονηρού. Διότι ακριβώς εκεί υπάρχει το αίμα του Κυρίου μας – το απόλυτο όπλο – και μαζί με Αυτό τα λείψανα των μαρτύρων που είναι κατατεθειμένα μέσα στην αγία Τράπεζα. Μακάρι οι πιστοί να είχαμε επίγνωση των δυνάμεων που έχουμε μαζί μας, ιδιαιτέρως όταν βρισκόμαστε μέσα στον Ναό – ενισχυόμαστε για να ζούμε τον Σταυρό του Κυρίου ως προσωπικό γεγονός.

Ο άγιος υμνογράφος  Ιωσήφ συνδέει στενότατα την ιερωσύνη του αγίου Ζηνοβίου με το μαρτύριό του. Παριστάμενος ο Ζηνόβιος ενώπιον του θρόνου του Κυρίου φορεί την ιερατική του στολή έντονα κόκκινη λόγω και του αίματός του – «Αφού χρωμάτισες έντονα τη στολή σου, Ζηνόβιε, με το αίμα του μαρτυρίου σου, την έκανες ιερότερη με τη χάρη του Θεού». Κι ο υμνογράφος  εν προκειμένω επισημαίνει μία βασική αλήθεια: τη μαρτυρική  διάσταση της ιερωσύνης – ιερωσύνη και μαρτύριο βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος, δείγμα ότι ο ιερέας του Χριστού βρίσκεται πάντοτε στον Σταυρό˙ η διακονία του είναι οδύνη και πάθος. Ορθά όμως βιούμενη αποκαλύπτει και την περικλειόμενη σ’ αυτήν ανάσταση. Κι είναι ευνόητο ότι τούτο πρέπει να το εννοήσουμε και ως προς την πνευματική ιερωσύνη του κάθε βαπτισμένου και χρισμένου πιστού. Μη ξεχνάμε ότι ο κάθε πιστός, έστω και ο απλός λαϊκός, είναι μέτοχος και αυτός της ιερωσύνης του Κυρίου.

Εκθέτοντας ο άγιος Ιωσήφ τα της ιερωσύνης του αγίου Ζηνοβίου, μέσα στα πλαίσια της μαρτυρικής διαστάσεώς της στον κόσμο τούτο, αναφέρεται στον τρόπο ασκήσεώς της: «ιεράτευσεν ως άγγελος», με δύναμη προσευχής τέτοια υπέρ του ποιμνίου του, ώστε να γίνεται αυτή δεκτή από τον Κύριο «ως θυμίαμα». Κι αυτή «η δέησις της ενθέου ψυχής του» συνδυαζόταν με τη διδασκαλία του, η οποία λειτουργούσε ως ποτιστική βροχή στις καρδιές των πιστών που του εμπιστεύθηκε Εκείνος. Η εικόνα που χρησιμοποιεί ο άγιος ποιητής είναι πολύ ωραία: «Η γλώσσα σου, Ζηνόβιε, έγινε σαν σύννεφο που φέρνει βροχή και που βρέχει την ευσέβεια, ποτίζοντας τις καρδιές των πιστών και οδηγώντας τις διάνοιες για να καρποφορούν τις ενάρετες πράξεις».  Έτσι η ιερατική διακονία του ευσεβούς Ζηνοβίου οδηγούσε σε διπλό αποτέλεσμα. Πρώτον: σώζονταν όλο και περισσότεροι άνθρωποι, αυξανόμενοι στον δρόμο της αρετής∙ Δεύτερον: διαρκώς και μειωνόταν η ασέβεια από την αύξηση της ευσεβείας, δηλαδή της αληθινής πίστεως. «Λιγόστεψες την ασέβεια, Μάρτυς, με την αύξηση της αληθινής ευσέβειας… και έσωσες αυτούς που θαλασσοδέρνονταν από τα κύματα της πλάνης».

Είναι ευνόητο πόσο σημαντική είναι αυτή η αλήθεια και για εμάς σήμερα: η μείωση της ασεβείας, ως αίρεσης και ως εγωιστικού τρόπου ζωής, έρχεται στον βαθμό που εμείς αυξάνουμε την ευσέβειά μας. Αν σήμερα υπάρχουν τόσες αιρέσεις και τόσες αποκλίσεις από τον ορθό τρόπο ζωής, σε ένα μεγάλο ποσοστό οφείλεται και στο δικό μας έλλειμμα ευσεβείας.