«Τῆς Λαμψάκου ὁ μέγας θαυματουργός, ἀναβάς ἐν τῷ ὕψει
τῶν ἀρετῶν, ἀστράπτεις τοῖς πέρασι, τῷ φωτί τῶν ἰάσεων, τούς ζοφώδεις Δαίμονας,
σκορπίζων φαιδρότατα, καί ἐλαύνων νόσους, χρησταῖς ἐπικλήσεσιν· ὅθεν καί τῆς
πλάνης, τῶν εἰδώλων καθάρας, πᾶσαν τήν Ἑλλήσποντον, καταλάμπεις τοῖς θαύμασιν·
Θεοφόρε Παρθένιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς
ἑορτάζουσι πόθῳ, τήν ἁγίαν μνήμην σου» (Κάθισμα ὄρθρου).
(Θεοφόρε Παρθένιε,
πού εἶσαι ὁ μέγας θαυματουργός τῆς πόλης τῆς Λαμψάκου, ἀφοῦ ἀνέβηκες στό ὕψος τῶν
ἀρετῶν, ἀστράφτεις τά πέρατα μέ τό φῶς τῶν ἰάσεων, σκορπίζοντας τούς σκοτεινούς
Δαίμονες μέ εὔκολο τρόπο καί διώχνοντας μακριά τίς ἀρρώστιες μέ τίς γεμάτη ἀγάπη
προσευχές σου. Γι’ αὐτό, κι ἀφοῦ
καθάρισες ὅλη τήν περιοχή τοῦ Ἑλλησπόντου ἀπό τήν πλάνη τῶν εἰδώλων, τήν
καταφωτίζεις μέ τά θαύματά σου. Πρέσβευε στόν Χριστό τόν Θεό, νά δωρίσει τήν ἄφεση
τῶν πταισμάτων σέ μᾶς πού ἑορτάζουμε μέ πόθο τήν ἁγία μνήμη σου).
Μέγας γιά τήν Ἐκκλησία ὁ ἅγιος Παρθένιος, ἐπίσκοπος
Λαμψάκου, ὁ ὁποῖος ἔζησε ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου κι ἦταν υἱός ἑνός
Διακόνου τῆς Ἐκκλησίας στό ὄνομα Χριστόφορος. Γράμματα δέν ἤξερε πολλά, ὅμως ὑπῆρξε
μέγας ἀσκητής, τηρώντας μέ ἀκρίβεια ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ἡ
ταπείνωσή του ἦταν παροιμιώδης - ἔδινε τά πάντα στούς ἀναγκεμένους ὑπό τό
κάλυμμα τοῦ φτωχοῦ ψαρᾶ - γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος λόγω τῆς ἀρετῆς καί τῆς εὐσεβείας
του τόν χαρίτωσε μέ τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας, δηλαδή νά βγάζει δαιμόνια ἀλλά
καί νά θεραπεύει κάθε νόσο καί ἀσθένεια. Φρόντισε ὅμως νά μάθει καί γράμματα, ὁπότε
ὁ ἐπίσκοπος Φίλιππος τῆς Μελιτουπόλεως τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο, ἐνῶ στή
συνέχεια ὁ Ἀχίλλειος Μητροπολίτης Κυζίκου τόν χειροτόνησε ἐπίσκοπο τῆς
Λαμψάκου. Ἄν ὡς λαϊκός ἐπιτελοῦσε πολλά θαύματα, ὡς κληρικός καί μάλιστα ἐπίσκοπος
ἔκανε πάμπολλα. Ἡ εὐσέβεια καί ἡ ἀρετή του δηλαδή ὄχι μόνον δέν μειώθηκαν ἀπό
τά ἀξιώματα πού ἔλαβε, ἀλλά πολλαπλασιάστηκαν, γι’ αὐτό καί ἡ ἐπωνυμία
θαυματουργός σφράγισε τήν ὅλη βιοτή καί πορεία του. Γιά παράδειγμα: Θεράπευσε
τόν ὀφθαλμό ἑνός ἄνδρα, τόν ὁποῖο τύφλωσε μέ κτύπημα ἕνας ταῦρος· ἐξαφάνισε τόν
καρκίνο ἀπό μία γυναίκα μέ μόνη τήν εὐλογία του· νέκρωσε μ’ ἕνα φύσημά του ἕναν
λυσσασμένο σκύλο πού ὅρμησε ἐναντίον του· ἀνέστησε ἄνθρωπο πού πέθανε ἀπό
πάτημα πάνω του μίας ἅμαξας καί εἶχε διαρραγεῖ ἡ κοιλιά του· ἐξεδίωξε τούς
δαίμονας ἀπό πολλούς ἀνθρώπους κ.ο.κ. Ὅλη ἡ ζωή του ἦταν μία προσφορά στόν
συνάνθρωπο, μέχρις ὅτου ἀφοῦ προεῖπε καί τά μέλλοντα νά συμβοῦν ἐξεδήμησε πρός
τόν Κύριο.
Δέν παραξενεύει λοιπόν τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος ὑμνογράφος
του στό θαυματουργικό κυρίως χάρισμά του ἐπικεντρώνει τήν προσοχή μας, ἀφοῦ ὅμως
τονίζει καί τήν προϋπόθεση ὑπάρξεώς του, ὅπως ἄλλωστε σημειώνεται καί ἀπό τό
συναξάρι του: τήν ἄνοδό του στό ὕψος τῶν ἀρετῶν. Ὁ ἅγιος Παρθένιος δηλαδή ὅ,τι
θαυμαστό ἔκανε, τό ἔκανε γιατί ἄφησε τόν ἑαυτό του στά χέρια τοῦ Κυρίου του καί
ἔγινε δίοδος νά ἐνεργεῖ Ἐκεῖνος μέσω αὐτοῦ. Διότι μιλώντας γιά ἀρετές, τό ἄκρο
τῶν ὁποίων ἔφτασε, μιλᾶμε ὄχι γιά κάτι πού ἀποτελεῖ κατόρθωμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά
ἔκφραση καί καρπό τῆς ὑπάρχουσας χάρης τοῦ ἁγίου Πνεύματος στήν ὕπαρξη ἑνός ἁγίου.
Κι εἶναι πολύ παρήγορο τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Παρθένιος, ὡς ζῶν αἰωνίως μέσα
στόν Κύριο, συνεπῶς εὑρισκόμενος διαρκῶς κι αὐτός ἀνάμεσά μας, εἶναι ἕτοιμος νά
συνδράμει καί καθέναν ἀπό ἐμᾶς, ἀρκεῖ νά τόν ἐπικαλούμαστε ἐν πίστει καί νά
προστρέχουμε σ’ αὐτόν. Ἰδιαιτέρως σήμερα πού τόσος κόσμος ταλαιπωρεῖται ἀπό τόν
καρκίνο, ἐκεῖνος ἔχει ἀναλάβει ἔντονη δράση καί βρίσκεται στήν ἡμερήσια
διάταξη, ἐνῶ ἐκεῖ πού ὑπάρχουν τά ἅγια λείψανά του, ὅπως γιά παράδειγμα στήν ἱερά
Μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μακρυμάλλης στά Ψαχνά Ευβοίας ὅπου φυλάσσεται ἡ
κάρα του, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἡ αἰσθητή ἔντονη παρουσία του.