«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνείαν ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἐν ἀσκήσει
λαμψάντων ἁγίων ἀνδρῶν τε καί γυναικῶν» (Την ίδια ημέρα, μνημονεύουμε όλους
αυτούς που έλαμψαν στην άσκηση, άγιους άνδρες και γυναίκες).
«Ήρεμα και σιγά-σιγά με τις προηγούμενες εορτές, οι
θεοφόροι Πατέρες αφού μας παιδαγώγησαν και μας προπαρασκεύασαν να είμαστε
έτοιμοι για το πνευματικό στάδιο, κι αφού μας απομάκρυναν από την τρυφή και τον
κόρο και μας έβαλαν στον δρόμο του φόβου της μελλούσης κρίσεως, όπως και με την
εβδομάδα της Τυροφάγου μάς προκάθαραν καθώς πρέπει, μάς έβαλαν συνετά ανάμεσά
τους και τις δύο νηστείες, ώστε λίγο λίγο να μας προτρέψουν σ’ αυτήν. Και να
τώρα προσθέτουν στο μέσον κι όλους εκείνους που έζησαν όσια με πολλούς κόπους
και καμάτους, άνδρες και γυναίκες, προκειμένου με τη μνήμη τους και τα
παλαίσματά τους να μας κάνουν δυνατώτερους για το στάδιο της Σαρακοστής,
έχοντας τους βίους εκείνων ως κάποιο υπογραμμό και οδηγό. Οπότε με
τη συμμαχία και την αρρωγή των οσίων αυτών να αποδυθούμε προς τους πνευματικούς
αγώνες, αναλογιζόμενοι ότι και αυτοί είχαν τήν ίδια με εμάς ανθρώπινη φύση.
Όπως ακριβώς δηλαδή οι στρατηγοί, αφού
έχουν παραταχθεί τα στρατεύματα και ήδη στέκονται κατά μέτωπο, προτρέπουν τον
στρατό τους με λόγια και παραδείγματα και μνημόνευση ανδρών της ιστορίας που
στάθηκαν άριστα στον πόλεμο και παρουσίασαν ανδρείο φρόνημα, το ίδιο και ο
δικός τους στρατός να κινηθεί στον αγώνα ολόψυχα, ενδυναμούμενος με
την ελπίδα της νίκης∙ έτσι και τώρα, οι θεοφόροι Πατέρες κινούνται με την ίδια
σοφία: εγκαρδιώνουν για τους πνευματικούς αγώνες τους άνδρες και τις γυναίκες,
με τα παραδείγματα όσων βίωσαν όσια, και τους καθοδηγούν παρόμοια κι αυτοί να
μπουν στο στάδιο της νηστείας. Ώστε κι εμείς, θεωρώντας τους ως αρχέτυπο και
βλέποντας τον βίο εκείνων όχι κακό αλλά καλό, να εργαζόμαστε τις αρετές, όσο
μπορεί ο καθένας: πρώτη από όλες την αγάπη και τη σώφρονα αποχή των άσεμνων
έργων και πράξεων, και την ίδια τη νηστεία, όχι βεβαίως μόνον από τα φαγητά,
αλλά και τη νηστεία της γλώσσας και του θυμού και των οφθαλμών, και μ’ έναν
λόγο την αργία και την αποξένωση από κάθε κακό.
Γι’ αυτόν τον λόγο λοιπόν οι άγιοι Πατέρες κατέταξαν
σήμερα την παρούσα μνήμη όλων των αγίων, προβάλλοντας αυτούς που ευαρέστησαν
τον Θεό με τη νηστεία και τα άλλα καλά και χρηστά έργα. Μας παρωθούν δηλαδή με
την εικόνα αυτών προς το στάδιο των αρετών, ώστε να οπλιζόμαστε γενναία κατά
των παθών και των δαιμόνων, και κατά κάποιο τρόπο μας λένε ότι αν κι εμείς
δείξουμε τον ίδιο μ’ αυτούς ζήλο, τίποτε δεν θα μας εμποδίσει να κάνουμε όσα
έκαναν κι εκείνοι και να αξιωθούμε τα ίδια βραβεία μ’ εκείνους. Διότι κι αυτοί
είχαν την ίδια μ’ εμάς ανθρώπινη φύση.
Και για την εβδομάδα της Τυροφάγου, ισχυρίζονται κάποιοι
ότι ο βασιλιάς Ηράκλειος την επέβαλε, ενώ ήταν προηγουμένως εβδομάδα
κρεοφαγίας. Όταν δηλαδή είχε εκστρατεύσει κατά του βασιλιά Χοσρόη και των
Περσών για έξι έτη, προσευχήθηκε στον Θεό ότι αν τους νικήσει, θα την
καθιερώσει και θα την βάλει στο διάστημα μεταξύ της νηστείας και της
καταλύσιμης περιόδου, πράγμα που έκανε. Όμως εγώ νομίζω, έστω κι αν συνέβη
τούτο, ότι οι άγιοι Πατέρες επινόησαν την καθιέρωση αυτή, ως ένα είδος
προκαθάρσιμης περιόδου, ώστε να μην δυσχεραινόμαστε με την απότομη αλλαγή από
την κρεοφαγία και την κατάλυση σε όλα στην άκρα ασιτία, κι έτσι να βλαπτόμαστε
και σωματικά. Αλλά σταδιακά και σιγά-σιγά αφού απομακρυνθούμε από τα λιπαρά και
τα ευχάριστα στη γεύση, να υποδεχτούμε το χαλινάρι της νηστείας με τον
περιορισμό του φαγητού, όπως συμβαίνει και στα άγρια άλογα. Με άλλα λόγια ό,τι
έκαναν οι Πατέρες και για τα θέματα της ψυχής χρησιμοποιώντας τις παραβολές, το
ίδιο σκέφτηκαν να κάνουν και για το σώμα: τα εμπόδια που υπάρχουν στη νηστεία
τά έκοψαν λίγο λίγο».
Η Εκκλησία μας με τη σημερινή εορτή που θυμάται όλους
τους αγίους ασκητές, άνδρες και γυναίκες, αλλά τελικώς και όλους τους αγίους,
θέλει να τονίσει αυτό που συνιστά βαθειά πεποίθησή της, ότι δηλαδή όλοι οι
άγιοι στο βάθος και κατ’ ουσίαν είναι μάρτυρες. Αν όχι του αίματος, όπως
συμβαίνει με πάμπολλους εξ αυτών, αλλά της συνειδήσεως. Τι έκαναν όλοι οι άγιοι
παρά αγωνίστηκαν να ζήσουν ενάντια στην πεσμένη στην αμαρτία ανθρώπινη φύση
τους, επιλέγοντας το αγκυροβόλημα της καρδιάς και της ψυχής τους στο θέλημα του
Χριστού και Θεού; Κι αυτή η επιλογή αποτελεί διαχρονικά πράγματι ένα μαρτύριο. Διότι
άλλα επιθυμεί ο άνθρωπος της αμαρτίας και άλλα ο άνθρωπος του Θεού. «Ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ
κατά τοῦ Πνεύματος, καί τό Πνεῦμα κατά τῆς σαρκός». «Οὐδείς δύναται δυσίν
κυρίοις δουλεύειν». Συνεπώς, άγιος είναι ο πιστός που ενώ φέρεται από τον
νόμο της αμαρτίας κατά του Θεού, εκείνος διά της βίας και χάριτι βεβαίως Θεού
στρέφεται προς Εκείνον, ζώντας στη συνείδησή του ένα μαρτύριο. «Βία φύσεως
διηνεκής», λέει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ζωγραφίζοντας τον όσιο και τον
κάθε άγιο. Πρόκειται για ό,τι ο Κύριος απεκάλυψε, ότι «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ
βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» - ο πιστός, ο άγιος βρίσκεται
αδιάκοπα σ’ έναν αδυσώπητο πνευματικό πόλεμο, σε μία ένταση εσωτερική, για να
βρίσκεται εκεί που είναι ο Κύριός Του, δηλαδή οι άγιες εντολές Του.
Η παραπάνω αλήθεια, η «χαρτογράφηση» της εσωτερικής
πορείας του οσίου, του κάθε αγίου, άνδρα και γυναίκας, αποτελεί το καίριο
σημείο στο οποίο επικεντρώνει την προσοχή μας συχνά ο άγιος υμνογράφος. Μιλάει
για τους οσίους, αλλά δεν μένει σε μία επιφανειακή και εξωτερική περιγραφή των
αγώνων τους. Τον ενδιαφέρει το «βάθος» τους, γιατί αυτό θέλει να προβάλει, ώστε
να λειτουργήσει και ως αρχέτυπο και πρότυπο για όλους τους πιστούς. Το
δοξαστικό μάλιστα του εσπερινού με σαφήνεια δείχνει την κατά Χριστόν πολιτεία
των οσίων και αγίων. «Αφού τηρήσατε υγιές και αλώβητο από την αμαρτία το κατ’
εικόνα κι αφού καταστήσατε τον νου σας ηγεμόνα απέναντι στα ολέθρια πάθη με
τους ασκητικούς σας αγώνες, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο ανεβήκατε στο καθ’
ομοίωσιν. Διότι με ανδρεία ψυχής ασκήσατε βία στην (αμαρτωλή) φύση (που ρέπει
επί τα πονηρά) και σπεύσατε να υποτάξετε το χειρότερο στο καλύτερο και να
υποδουλώσετε το σαρκικό φρόνημα στο Πνεύμα».
Η πορεία αυτή δεν συνιστά την «ὁδόν Κυρίου», όπως
την απεκάλυψε ο Κύριος; Με τα αποτελέσματα που επίσης ο Ίδιος υποσχέθηκε: την
ενχρίστωση του ανθρώπου, την ταύτισή του με Εκείνον, την ένταξή του στον
Νυμφώνα Του που θα πει την ένταξη του πιστού στη Βασιλεία του Θεού, ήδη από τη
ζωή αυτή. Ένα απόστιχο του εσπερινού επίσης με ενάργεια φοβερή μάς προσφέρει
την υπέρ φύσιν χριστιανική ζωή. «Ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί, από
κάθε μολυσμό της σάρκας και του πνεύματος. Ας κάνουμε να λάμψουν οι λαμπάδες
των ψυχών μας, με τη φιλοπτωχεία μας, χωρίς να καταβροχθίζουμε ο ένας τον άλλον
με τη συκοφαντία. Κι αυτό γιατί έφτασε ο καιρός, όταν ο Νυμφίος θα έλθει, για
να αποδώσει σε όλους σύμφωνα με τα έργα τους. Ας μπούμε λοιπόν μαζί με τον
Χριστό και με τις φρόνιμες παρθένες στον Νυμφώνα Του, φωνάζοντας δυνατά εκείνη
τη φωνή του Ληστή προς Αυτόν: Θυμήσου μας, Κύριε, όταν έλθεις στη Βασιλεία
Σου».
Είναι ευνόητο έτσι ότι οι όσιοι, αυτοί που με πόθο ακολουθούν τον Χριστό συσταυρωμένοι μαζί Του, είναι αυτοί που αφενός ζουν πια όλα όσα ο Κύριος είπε ότι θα αποτελούν κληρονομιά των πιστών Του – αυτά που περιέγραψε ο απόστολος Παύλος με τα λόγια «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν» - αφετέρου όμως έχουν και την παρρησία να πρεσβεύουν υπέρ ημών για όλους τους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε αλλά και για την ενίσχυσή μας στον καθημερινό πνευματικό αγώνα μας και εν όψει της Νηστείας της Σαρακοστής. Όπως το καταγράφει μάλιστα ο υμνογράφος μεταξύ άλλων: οι άγιοι Ιεράρχες και Ασκητές και Ιερομάρτυρες και όσιες Γυναίκες «καταφρόνησαν τα φθαρτά και τα πρόσκαιρα πράγματι, και ως αράχνη και ως σκουπίδια τα θεώρησαν, προκειμένου να κερδίσουν τον Χριστό και τα Βασίλεια αυτού, όπως και τα θεία εκείνα που οφθαλμός ανθρώπου δεν είδε κι αυτί δεν άκουσε ποτέ» (αίνοι). Και: «Άγιοι και ένδοξοι Πατέρες που σας μνημονεύσαμε, αλλά και οι άγνωστοι σε μας, σώστε μας από τους κινδύνους, εμάς που επιτελούμε το μνημόσυνό σας με πόθο» (ωδή στ΄).