24 Απριλίου 2024

ΟΙ ΔΥΟ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

«Αν πάρεις με αγάπη τον Σταυρό του Χριστού, είναι πολύ ελαφρός, είναι σφουγγάρι. Αν τον πάρεις απ’ την άλλη πλευρά, τότε είναι βαρύς και ασήκωτος» (όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης).

Ο όσιος Κατουνακιώτης κινείται Αγιογραφικά, Πατερικά, βιωματικά. Αυτό που λέει δηλαδή εκφράζει τον λόγο του Κυρίου και των αγίων Του αποστόλων, τον λόγο των Πατέρων και της Εκκλησίας, τον λόγο τον δικό του που είναι καρπός φωτισμού του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καθαρή από τα πάθη αγιασμένη του καρδιά. Κι αυτό συνιστά βεβαίως τον ορισμό του αληθινού θεολόγου κατά την πίστη μας: θεολόγος είναι εκείνος που ομιλεί όχι απλώς μεταφέροντας απόψεις της Γραφής και των Πατέρων – κι αυτό είναι καλό και άγιο  βεβαίως για τους αρχαρίους εμάς, όταν κινούμαστε εν ταπεινώσει – αλλά που ομιλεί καθώς έχει γίνει «διδακτός Θεού». «Κύριε, τα χείλη μου ανοίξεις και το στόμα μου αναγγελεί την αίνεσίν σου» διακηρύσσει ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ο προφητάναξ Δαυίδ.

Ο άγιος Εφραίμ εν προκειμένω δεν αναφέρεται στη θεολογία καθ’ αυτό του Σταυρού του Κυρίου, Σταυρού που περικλείει κατά τους αγίους «όλη την τελειότητα της πίστεως». Αναφέρεται στην πορεία του χριστιανού, όταν αποφασίζει με επίγνωση να ακολουθήσει τον Κύριο. Και η πορεία αυτή είναι σταυρική, γιατί με τον τρόπο του Σταυρού περιεπάτησε ο αρχηγός της πίστεως. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι». Δεν υπάρχει περίπτωση να είναι κανείς πιστός του Κυρίου και να «ξεφύγει» από τον μονόδρομο αυτόν - πιο καθαρά ο Κύριος δεν θα μπορούσε να το πει. Και περιεχόμενο της σταυρικής αυτής πορείας ως ακολουθίας Εκείνου είναι η απάρνηση του εγωιστικού θελήματος και η εν αγάπη θυσία του εαυτού προς χάριν του συνανθρώπου. «Αύτη εστίν η εντολή η εμή» είπε ο Κύριος με απόλυτο τρόπο, «ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς. Μείζονα ταύτης αγάπης ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού». Σταυρός δηλαδή για τον χριστιανό είναι να βρίσκεται ανά πάσα ώρα και στιγμή σε ετοιμότητα να θυσιάζει οτιδήποτε δικό του και προσωπικό, όπως έκανε ο ίδιος ο Κύριος, προκειμένου να ζει τη μεγάλη αγάπη της προσφοράς του εν χάριτι προς τον κάθε συνάνθρωπο.

Κι εδώ βρίσκεται το παράδοξο, που σημειώνει και ο άγιος Εφραίμ. Ενώ φαίνεται ότι θυσιάζεσαι, ενώ φαίνεται ότι περνάς εν οδύνη τη ζωή σου, η θυσία και η οδύνη αυτή μεταποιούνται από τη χάρη του Θεού σε πραγματικότητα ελαφριά, σε ανάπαυση και παρηγορία καρδίας. Ο ίδιος ο Κύριος και πάλι το σημείωσε και έκτοτε το ακολουθούν και το ζουν όλοι οι άγιοί μας, σαν τον άγιο Εφραίμ. «Ο ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστι». Πώς συμβαίνει αυτό; Μα για τον λόγο ότι τότε ενεργοποιείται στο έπακρο η χάρη του αγίου βαπτίσματος ως παρουσία ενεργός του Κυρίου στην καρδιά του ανθρώπου. Τι είναι ο χριστιανός; Δεν είναι μέλος Χριστού και προέκταση Εκείνου, όπως είναι το κλήμα στο αμπέλι; Λοιπόν, κατά την υπόσχεση του Ίδιου, την ώρα που ο πιστός θα θελήσει να βρεθεί εκεί που του υποδεικνύει ο Ιησούς με τις άγιες εντολές Του, εκείνη την ώρα ζωντανεύει με έναν μυστικό τρόπο και η εμφάνισή Του στη δική του ύπαρξη. «Εάν με αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου. Κι αυτός που με αγαπά θα αγαπηθεί από τον Πατέρα μου και εγώ θα Τον αγαπήσω και θα του εμφανιστώ μέσα του». Η ζωή του Κυρίου γίνεται με τον τρόπο αυτόν ζωή και του πιστού. Ο πιστός φανερώνεται εν χάριτι ως ένας άλλος Χριστός. Αυτό δεν ετόνιζε και ο απόστολος Παύλος από την προσωπική του εμπειρία; «Χριστώ συνεσταύρωμαι. Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» - η συσταύρωσή του με τον Κύριο ως βίωση της δικής Του αγάπης τον μετέθετε στη χαρισματική κατάσταση της αλληλοπεριχώρησής του με τον Κύριο.

Αν όμως δεν υπάρχει η μυστική αυτή σχέση με τον Κύριο, αν η πίστη του χριστιανού κινείται σε επίπεδο περισσότερο ιδεολογικό, διότι ο «συσχηματισμός» με τον κόσμο κυριαρχεί στη ζωή του, τότε πράγματι αρχίζει ο σταυρός ως ακολουθία του Κυρίου να μην υφίσταται. Το αντίθετο: αρχίζει ο όποιος θεωρούμενος «σταυρός», η όποια υπάρχουσα ατυχία ή αδικία ή θλίψη ή οδύνη της ζωής αυτής να «εισπράττεται» ως βάρος ασήκωτο που καθιστά τον «αίροντα», κατά την (κοσμική) γνώμη του, «μάρτυρα», «θύμα» που εγείρει ασφαλώς το «δικαίωμα» της επανάστασης. (Δεν θυμίζει τούτο αυτό που έλεγε ο μεγάλος και σοφός δάσκαλος της ορθοδοξίας μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός για κάποιους κληρικούς, ότι από «φορείς χάριτος καθίστανται αχθοφόροι;»). Και τότε δεν ξέρει κανείς ποιον να πρωτοχαρακτηρίσει «άθεον εν τω κόσμω»; Τον πράγματι άθεο ή τον «ένθεο» άθεο; Και δεν είναι λίγες οι φορές που όντως ακούμε ή λέμε κι εμείς ότι περνάμε «τα μαρτύρια του Χριστού» κι ότι ο σταυρός μας είναι πολύ μεγάλος για τα μέτρα μας - ομολογία κατ’ ουσίαν της μη χριστιανικότητάς μας.  

Αλλά είπαμε: ακολουθία του σταυρού, συσταύρωση με Εκείνον σημαίνει χαρισματική αποδοχή του όποιου μαρτυρίου, γιατί το περνάμε κατά τον τρόπο του Αρχηγού της πίστεως, δηλαδή με τον τρόπο της αγάπης. Κάθε άλλη αντιμετώπιση του «σταυρού» μας δεν έχει χαρακτήρα χριστιανικό, γι’ αυτό και δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται με τη χάρη του ονόματος αυτού.