«Αυτός ο μακάριος και άγιος Πατέρας μας Τίτος από
νεαρή ηλικία αγάπησε τον Χριστό, πήγε σε Κοινόβιο και απομακρύνθηκε από τον
κόσμο και τους συγγενείς του. Εκεί τόσο πολύ επιδόθηκε στην ταπείνωση και την
υπακοή, ώστε να ξεπεράσει όχι μόνο την αδελφότητα, αλλά και κάθε άνθρωπο. Έγινε
δε και ποιμένας των λογικών προβάτων του Χριστού κι είχε τόση πραότητα και
αγάπη και συμπάθεια, όσο κανείς άλλος μεταξύ των ανθρώπων. Διαφυλάχτηκε καθαρός
στην ψυχή και στο σώμα από νεαρή ηλικία σαν άγγελος Θεού. Γι᾽ αυτό και ο Κύριος
τον χαρίτωσε με εξαιρετική χάρη θαυματουργιών, οπότε και εκδήμησε προς Αυτόν,
αφήνοντας στους μαθητές και τους συνασκητές του τους ασκητικούς του αγώνες σαν
στήλη έμψυχη και εικόνα απαράγραπτη».
Ο άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος του οσίου Τίτου του
θαυματουργού, θέλοντας να χαρακτηρίσει τη μεγάλη αγιότητα του οσίου,
χρησιμοποιεί ως παράδειγμα αυτό που συμβαίνει με το άγιο μύρο: συντίθεται από
δεκάδες αρωματικές ύλες και ουσίες, προκειμένου να φτάσει στο ύψος του εξαισίου
αρώματός του. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο όσιος Τίτος: «υπήρξε μύρο αγιάσματος,
που συντέθηκε εντελώς από τα αρώματα της ασκητικής του διαγωγής, για να είναι
οσμή του Θεού μας» (ωδή γ´). Ευωδία Χριστού με άλλα λόγια ο όσιος Τίτος, ο
οποίος θεωρείται από τον άγιο Θεοφάνη ως μαθητής κι αυτός του αποστόλου Παύλου
από πλευράς πνευματικής, σαν τον παλαιό εκείνο μαθητή και συνεργάτη του Παύλου,
τον απόστολο Τίτο. «Νέον ως του Παύλου σε φοιτητήν Τίτον ευφημούμεν»
(ωδή α´). Κι ο υμνογράφος γίνεται πιο συγκεκριμένος. Έγινε ευωδία Χριστού ο
όσιος, διότι «συνέλεξε στην ψυχή του τον θείο πλούτο της χάρης, δηλαδή την
καθαρή προσευχή, την αγνότητα, τη σεμνότητα, την προσεκτική αγρυπνία, με τα
οποία γνωρίστηκε σαν πραγματικός οίκος του Θεού ημών» (ωδή ς´).
Από όλα τα αρώματα της ασκητικής ζωής του οσίου ο
Θεοφάνης επικεντρώνει κατεξοχήν στην εγκράτειά του. «Ποταμός εγκρατείας, πάτερ,
δείχτηκες σε εμάς» (ωδή ζ´). Τα πλείστα των ύμνων που αφιερώνει σ᾽ αυτόν είναι
ακριβώς για την αρετή του αυτή, την οποία μάλιστα παρουσιάζει ως το ομορφότερο
άνθος του ευωδέστατου κήπου του, με την οποία τρέφει και εμάς που τον τιμούμε.
«Σαν ευωδέστατος κήπος και ζωντανός παράδεισος των αρετών άνθισες την
εγκράτεια, με την οποία τρέφεις όλους αυτούς που σε τιμούν» (ωδή δ´). Η
εγκράτεια μόνη όμως δεν κάνει και πολλά πράγματα, λέει ο άγιος Θεοφάνης, αν δεν
είναι συνδεδεμένη με την προσευχή. Υπάρχουν άνθρωποι εγκρατείς, και σε άλλες
θρησκείες μάλιστα, χωρίς να σημαίνει τούτο και την παρουσία της χάρης του Θεού.
Η εγκράτεια γίνεται όπλο ακαταγώνιστο, που θραύει όλα τα οχυρώματα του εχθρού
διαβόλου, όταν ενισχύει το ξίφος της προσευχής. Εγκράτεια και προσευχή πράγματι
καταισχύνουν όλη τη σκοτεινιά του διαβόλου (ωδή γ´). Κι όταν μιλά για την
προσευχή του οσίου Τίτου ο υμνογράφος εννοεί εκείνη που απευθύνεται στον Ιησού
Χριστό, ως ολοκληρωτική στροφή της διάνοιας προς Εκείνον. «Όλη την επιθυμία και
τη διάνοια, όσιε, τη στερέωσες στον πόθο του Χριστού και έτσι καταφρόνησες τα
γήινα» (ωδή γ´).
Η ολοκληρωτική στροφή του οσίου προς την αγάπη του Χριστού τον κάνει να γίνεται και τύπος της αληθινής πίστης. Στο πρόσωπό του ο άγιος υμνογράφος βλέπει πράγματι το όριο της ορθόδοξης πίστης και το παράδειγμα της εγκρατείας (ωδή θ´). Και μάλιστα της ορθόδοξης πίστης που σχετίζεται με την αίρεση την εποχή εκείνη της εικονομαχίας. Ο όσιος, παρ᾽ όλον τον πόλεμο κατά των εικόνων, έμενε προσηλωμένος στην ομολογία της ορθόδοξης πίστης. Και συνέχιζε, έστω και με κίνδυνο της ζωής του, να εικονίζει τον Χριστό ως άνθρωπο και να τον περιγράφει. «Εν τη ομολογία τη της πίστεως, Πάτερ, έμεινας άτρεπτος· Χριστόν γαρ εικονίζων σαρκί και περιγράφων, προσεκύνεις» (ωδή ζ´). Η αλήθεια της ορθόδοξης πίστης που απέκτησε ήδη από τα μητρικά σπάργανα, φανερωνόταν και από εκείνο που αποτελεί το σημαντικότερο κριτήριό της: τη στάση έναντι της Παναγίας. Διότι η στάση μας έναντι αυτής κρίνει και την ποιότητα της πίστης μας έναντι και του ίδιου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ο άγιος υμνογράφος επισημαίνει: «Καθώς σε διάλεξε το άγιο Πνεύμα, οδηγήθηκες στον Θεό από τα μητρικά σου σπάργανα, κι έγινες μύστης και λάτρης της απείρανδρης Θεοτόκου» (ωδή α´). Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο άγιος Θεοφάνης θεωρεί ότι η μνήμη του οσίου Τίτου είναι ημέρα εόρτια για την Εκκλησία. Γιατί ο ίδιος ως εστιάτορας στρώνει κοινό τραπέζι για τους πιστούς και μάλιστα τους μοναχούς, προκειμένου να μετάσχουν στη βρώση της αιώνιας ζωής (ωδή θ´).