Ἡ σημερινή
ἡμέρα συνιστᾶ ἕνα τέλος καί μία ἀπαρχή. Τέλος,
γιατί σηματοδοτεῖ τήν ὁλοκλήρωση τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς· ἀπαρχή, γιατί ξεκινᾶ
τή Μεγάλη ῾Εβδομάδα. Μία πορεία σαράντα ἡμερῶν, ἀπό τήν Καθαρά Δευτέρα μέχρι τή
χτεσινή, Σάββατο τοῦ Λαζάρου, ἦταν γιά νά φτάσουμε σ᾽ αὐτό τό σημεῖο: μέ ἐνεργοποιημένες
τίς πνευματικές μας αἰσθήσεις ἀπό τόν ἀγώνα τῆς μετανοίας, τῆς ἐγκρατείας καί τῆς
νηστείας - ὅ,τι δηλαδή προβάλλει ὡς περιεχόμενο ἡ Σαρακοστή - νά μποροῦμε νά δοῦμε
καί νά γευτοῦμε τά συγκλονιστικά γεγονότα τοῦ Πάθους καί τῆς ᾽Ανάστασης τοῦ
Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, καί νά μετάσχουμε κατά τό δυνατόν σ᾽ αὐτά. Αὐτός εἶναι
καί ὁ σκοπός τῆς εὐλογημένης αὐτῆς περιόδου, αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός στήν
πραγματικότητα ὅλης τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀφοῦ ἔτσι ἐνεργοποιεῖται καί ὁ
χαρισματικός ἑαυτός μας πού λάβαμε ἀπό τόν Θεό τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματός μας.
Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ἡ Μεγάλη ῾Εβδομάδα ἔρχεται μέ ἕνα πολύ δραστικό τρόπο γιά
τόν ἐνσυνείδητο πιστό νά τοῦ ὑπενθυμίσει ὅτι καί ὁ ἴδιος ἀπό τήν ὥρα πού
βαπτίστηκε μετέσχε στόν θάνατο καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε τό Πάθος
καί ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου κατά τή Μεγάλη ῾Εβδομάδα προβάλλουν ὄχι μόνο τή ζωή ᾽Εκείνου,
ἀλλά καί τή ζωή πιά τοῦ χριστιανοῦ.
Καί
νά, πού ἡ σημερινή ἡμέρα ἐπιβεβαιώνει τίς παραπάνω ἀλήθειες. ῾Ο Κύριος ἔχει ἀναστήσει
τόν ἀδελφικό Του φίλο Λάζαρο, ὅταν «ἡ φωνή Του ἀκούστηκε στά βάθη τοῦ ῞Αδη»
γιά νά τόν ἀνασύρει ἀπό τόν χῶρο τῶν νεκρῶν, προκηρύσσοντας ἔτσι τή δική Του
καί τή γενική τῶν ἀνθρώπων ᾽Ανάσταση, ἐνῶ εἰσερχόμενος στήν ἁγία Πόλη τῆς Σιών
καθήμενος ἐπί πῶλον ὄνου φανερώνει ἀφενός τήν ἐν ταπεινώσει ἀποφασιστική πορεία
Του πρός τό Πάθος, ἀφετέρου τήν κλήση Του νά μετάσχουν σ᾽ Αὐτό πάντα τά ἔθνη. ῾Η
ὑμνολογία τῆς ἡμέρας εἶναι κατεξοχήν ἀποκαλυπτική πάνω σ᾽ αὐτά.
- «Θέλοντας
νά προτυπώσεις τή δική Σου σεπτή ᾽Ανάσταση, ᾽Αγαθέ, ἀνάστησες μέ τήν προσταγή
Σου τόν φίλο Σου Λάζαρο πού εἶχε πεθάνει».
-
«Καθώς εἰσερχόσουν, Κύριε, στήν ἁγία Πόλη, καθισμένος πάνω σέ γαϊδουράκι, ἔσπευδες
νά ἔλθεις πρός τό Πάθος, γιά νά ἐκπληρώσεις τόν Νόμο καί τούς Προφῆτες».
- «᾽Ανέβηκες
συμβολικά πάνω στό γαϊδουράκι, Σωτήρα, σάν σέ ὄχημα, θέλοντας νά δείξεις τή
στάση τῶν ἄλλων εἰδωλολατρικῶν ἐθνῶν». «Τό κάθισμά σου πάνω σ᾽ αὐτό προτύπωνε
τό ἀνυπότακτο τῶν ἐθνῶν, πού μεταποιεῖτο ἀπό τήν ἀπιστία στήν πίστη».
Ἡ εἴσοδος
λοιπόν τοῦ Κυρίου στά ῾Ιεροσόλυμα ἐπί πῶλον ὄνου ἀποτελεῖ τήν καταγραφή τῆς
τελευταίας πράξης τῆς ἐπί γῆς πορείας Του. ῾Ο Κύριος δέν κρύβεται πιά. Κήρυξε,
θαυματούργησε, φανέρωσε τόν ἀληθινό Πατέρα Θεό καί τή ζωή πού πρέπει κανείς νά ἀκολουθεῖ
γιά νά εἶναι μαζί Του. Ξέρει ὅμως ὁ παντογνώστης Κύριος ὅτι δέν ἀρκεῖ μόνον
ὁ λόγος. Ἡ πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα εἶχε ὑποστεῖ βαθύ τραῦμα ἀπό τήν ἀποστασία
της ἀπό τόν Θεό, γι᾽ αὐτό καί «ἕδει παθεῖν Αὐτόν». ῎Επρεπε νά πάθει, νά
σταυρωθεῖ ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, προκειμένου πάνω στόν Σταυρό νά «ἄρῃ τάς ἁμαρτίας»
σύμπαντος τοῦ κόσμου. Ὁ Σταυρός Του θά ἦταν ἐκεῖνο πού θά κατέφερε τό ἀποφασιστικό
καί καίριο πλῆγμα κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ ἀρχεκάκου
διαβόλου. ῾Η ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου θά ἐρχόταν μετά τόν θάνατο καί τήν ἀγία
Σταύρωση ᾽Εκείνου, ὡς συμμετοχή πιά στοῦ ἴδιου τήν ᾽Ανάσταση. Κι ἡ ἀνάσταση
τοῦ Λαζάρου ἦταν καθώς εἴπαμε ἡ προκήρυξη τῆς παγκόσμιας αὐτῆς χαρᾶς.
῾Η ὑμνολογία
μάλιστα τῆς ἡμέρας ἐπιμένει στή συμβολική αὐτή ἑρμηνεία τῶν γεγονότων: ἡ νίκη
τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στόν θάνατο καί δι᾽ αὐτῆς ἡ κοινή ἀνάσταση τῶν ἀνθρώπων
προβάλλεται καί μέ τά κλαδιά τῶν φοινίκων πού κράδαιναν οἱ παῖδες τοῦ ᾽Ισραήλ,
κραυγάζοντας τόν ἀγγελικό ὕμνο: «᾽Ωσαννά τῷ υἱῷ Δαυΐδ. Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος
ἐν ὀνόματι Κυρίου».
«Δοξολογῆστε
ἀπό κοινοῦ οἱ λαοί καί τά ἔθνη. Γιατί ὁ βασιλέας τῶν ᾽Αγγέλων κάθησε τώρα πάνω
στό γαϊδουράκι, καί ἔρχεται μέ τή θέλησή Του στόν Σταυρό, γιά νά πατάξει τούς ἐχθρούς
ὡς δυνατός. Γι᾽ αὐτό καί τά παιδιά, μέ βάγια, φωνάζουν δυνατά τόν ὕμνο: Δόξα σέ
Σένα πού ἦλθες Νικητής. Δόξα σέ Σένα, τόν Σωτήρα Χριστό».
«Κι ἐμεῖς
λοιπόν σάν τά παιδιά, κρατώντας τά βάγια ὡς σύμβολα τῆς νίκης κατά τῆς ἁμαρτίας
καί τοῦ θανάτου, σέ Σένα τόν Νικητή τοῦ θανάτου φωνάζουμε δυνατά: ᾽Ωσαννά ἐν τοῖς
ὑψίστοις...».
Εἶναι
πολύ σημαντικό ὅμως νά τονίσουμε ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία μας ἐπισημαίνει μία πολύ
βαθειά ἀλήθεια πάνω σ᾽ αὐτόν τόν ἀλαλαγμό τῶν παιδιῶν καί τοῦ λαοῦ γιά τόν
Κύριο πού εἰσέρχεται στήν πόλη Σιών. Ἡ θριαμβευτική ὑποδοχή τοῦ Κυρίου, πού ὁδεύει
πρός τό Πάθος καί τήν ᾽Ανάστασή Του, προϋποθέτει πλούσια χάρη ἀπό τόν Θεό.
Μπορεῖ δηλαδή ὁ λαός αὐτός ἀπό τή μιά νά ἐπευφημεῖ τόν Κύριο κι ἀπό τήν ἄλλη νά
Τόν καταδικάζει μέ τό «ἆρον, ἆρον, σταύρωσον Αὐτόν», ὅμως τή συγκεκριμένη
στιγμή τῆς ὑποδοχῆς Του διακατέχεται ἀπό χάρη, ἡ ὁποία τόν κινεῖ σέ δοξολογία. Ἤδη
τό συναξάρι τῆς ἡμέρας στήν περιγραφή τῶν γεγονότων ἀναφέρει: «Λοιπόν αὐτός πού
ἔχει θρόνο τόν οὐρανό, καθισμένος πάνω σέ γαϊδουράκι εἰσέρχεται στήν ῾Ιερουσαλήμ.
Καί τά παιδιά τῶν ῾Εβραίων, ὅπως καί οἱ ἴδιοι, ἔριχναν κάτω τά ἱμάτιά τους, ἐνῶ
κραδαίνοντας κλαδιά ἀπό φοίνικες φώναζαν δυνατά: ᾽Ωσαννά τῷ Υἱῷ Δαυΐδ, εὐλογημένος
ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ Βασιλεύς τοῦ ᾽Ισραήλ. Αὐτό δέ ἔγινε, γιατί
κίνησε τίς γλῶσσες τους πρός αἶνο καί δοξολογία τοῦ Χριστοῦ τό Πανάγιον Πνεῦμα.
Καί τά κλαδιά τῶν βαΐων προσήμαιναν τή νίκη τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ θανάτου».
῎Ετσι
ἡ ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας μᾶς προσγειώνει στήν πραγματικότητα καί μᾶς
τονίζει ὅ,τι ἐπισημάναμε καί στήν ἀρχή: δέν μπορεῖ κανείς ἀπροϋπόθετα, χωρίς
πνευματικό ἀγώνα πού καθαρίζει τήν ψυχή καί τό σῶμα ἀπό τά πάθη, νά γίνει
μέτοχος τοῦ Χριστοῦ στό Πάθος καί τήν ᾽Ανάστασή Του. «Κατά τρόπο νοητό, μέ
κλαδιά κι ἐμεῖς, ἄς δοξολογήσουμε τόν Χριστό μέ πίστη, καθαρισμένοι ὅμως στίς
ψυχές σάν τά παιδιά». Ὅλος ὁ ἀγώνας τῆς ἁγίας Σαρακοστῆς ἦταν ἀκριβῶς γιά νά ἀποτινάξουμε
ἀπό τήν καρδιά μας ὅ,τι μᾶς παλιώνει καί μᾶς βρομίζει, δηλαδή τήν ἁμαρτία, καί
νά μᾶς κάνει καί πάλι παιδιά στήν ψυχή. Μόνον αὐτός πού κρατᾶ τήν παιδικότητά
του ὡς ἁγνότητα ψυχική μπορεῖ καί ἔχει ἀνοικτούς ὀφθαλμούς γιά νά θεᾶται τά
Πάθη καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ καί νά μετέχει σ᾽ Αὐτά. Κι ἡ μετοχή αὐτή, ἐπαναλαμβάνουμε
καί πάλι, σημαίνει εὕρεση τοῦ ἀληθινοῦ χαρισματικοῦ ἑαυτοῦ μας πού ἀναδύθηκε
κατά τό ἅγιο βάπτισμά μας. «Συνταφέντες σοι διά τοῦ βαπτίσματος, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν,
τῆς ἀθανάτου ζωῆς ἠξιώθημεν τῇ ᾽Αναστάσει Σου».
Ἡ
παραπάνω ἐπισήμανση ὅμως ὁδηγεῖ καί σέ μία ἄλλη ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἰδιαιτέρως
στήν ἐποχή μας πρέπει νά τονίζεται καί μάλιστα μέ ἔμφαση. Διακράτηση τῆς ψυχικῆς
καθαρότητας σημαίνει χάρη Θεοῦ, δηλαδή ἀγάπη καί ἑνότητα. Ὁ Θεός πράγματι ἐπαναπαύεται
σέ ψυχές καθαρές, πού σημαίνει ὅτι τούς δίνει τή δυνατότητα νά ἀγαποῦν τόν
συνάνθρωπο καί νά νιώθουν ἑνωμένοι μέ αὐτόν. ῞Οπου μέ ἄλλα λόγια ὑπάρχει
διχοστασία καί ἔχθρα καί ἐπιθετικότητα, ἐκεῖ, ἔστω κι ἄν ἀκούγονται «θεοφιλεῖς
κουβέντες», ὑπάρχει ἀπουσία Θεοῦ, συνεπῶς παρουσία δαιμονικοῦ πνεύματος. Κι εἶναι
κάτι πού ἡ ᾽Εκκλησία μας ὄχι ἁπλῶς τό σημειώνει, ἀλλά τό τονίζει κατά κόρον. ῎Οχι
μία φορά, ἀλλά ἕξι φορές στήν ἀκολουθία τῆς σημερινῆς ἡμέρας Κυριακῆς τῶν Βαΐων
προτρέπει τούς πιστούς ἑνωμένοι μεταξύ μας νά σηκώσουμε τόν Σταυρό
τοῦ Χριστοῦ καί νά Τόν δοξολογήσουμε σάν τά παιδιά τῶν ῾Εβραίων. «Σήμερον, ἡ
χάρις τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἡμᾶς συνήγαγε· καί πάντες αἴροντες τόν Σταυρόν σου
λέγομεν· Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ᾽Ωσαννά ἐν τοῖς ὑψίστοις».
Μπορεῖ ὁ ὕμνος νά ἀναφέρεται στούς μοναχούς οἱ ὁποῖοι καλοῦνταν στό τέλος τῆς
Σαρακοστῆς νά συναχτοῦν στό μοναστήρι τους ἀπό ὅπου κι ἄν βρίσκονταν, εἴτε ὡς
μεμονωμένοι ἀσκητές εἴτε σέ ὁποιαδήποτε διακονία, γιατί ὅλοι μαζί ἔπρεπε νά
ζήσουν τή Μεγάλη ῾Εβδομάδα, ὅμως ἡ οὐσία παραμένει ἡ ἴδια: μαζεμένοι ὅλοι οἱ
πιστοί στήν ᾽Εκκλησία μας, ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, καί μάλιστα μέ ἑνότητα
ὅλων τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ἀποστάσεις ψυχικές καί τοπικές,
καλούμαστε νά ζήσουμε τό Πάθος καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου. Στήν ἑνότητα αὐτή
μάλιστα πρέπει ἴσως νά μετρήσουμε καί τά πνευματικά μας μέτρα. ῎Αν δέν νιώθω ἑνωμένος
μέ τόν ἄλλον ἐν Χριστῷ ἀδελφό, ἄν ἡ ἑτοιμότητά μου εἶναι νά τόν ἀμφισβητῶ καί
νά τόν ἐξουδενώνω, εἶναι μᾶλλον οὐτοπία νά νομίζω ὅτι θά ζήσω Μεγάλη ῾Εβδομάδα
κι ὅτι ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ θά καταυγάσει καί πάλι τή ζωή μου.