25 Νοεμβρίου 2021

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑ Η ΠΑΝΣΟΦΟΣ

«Η αγία Αικατερίνα ήταν από την πόλη της Αλεξάνδρειας, κόρη κάποιου άρχοντα, ονόματι Κώνστα, πάρα πολύ ωραία, αξεπέραστης μάλιστα ομορφιάς, ψηλή και λεπτή κατά το σώμα, ετών δεκαοκτώ. Αυτή λοιπόν αφού σπούδασε, στο ανώτερο δυνατό σημείο, όλη την ελληνική και ρωμαϊκή παιδεία, δηλαδή τον Όμηρο και τον Βιργίλιο, τον μέγιστο ποιητή των Ρωμαίων, τον Ασκληπιό και τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό από τους ιατρούς, τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα, τον Φιλιστίωνα και τον Ευσέβιο από τους φιλοσόφους, τον Ιαννή και τον Ιαμβρή από τους μεγάλους μάγους, τον Διόνυσο και τη Σύβιλλα, όπως και κάθε ρητορική τέχνη που είχε εφευρεθεί στον κόσμο, ακόμη όμως αφού έμαθε  και κάθε λέξη από τις διάφορες γλώσσες, εξέπληξε όχι μόνο αυτούς που την έβλεπαν, αλλά και αυτούς που άκουγαν για τη φήμη, τη σοφία και την παιδεία της. Λόγω της ομολογίας της για τον Χριστό, βασανίστηκε πολύ από τον βασιλιά Μαξέντιο, ενώ στο τέλος της έκοψαν και το κεφάλι, δεχόμενη έτσι και το στεφάνι του μαρτυρίου από τον αθλοθέτη Χριστό, τον αληθινό Θεό μας».

«Αικατερίνα, και σοφή και παρθένος∙ εκ δε ξίφους, και μάρτυς∙ ώ καλά τρία!» Οι στίχοι αυτοί του συναξαρίου φανερώνουν τα χαρίσματα με τα οποία η Αικατερίνα κέρδισε τον Παράδεισο και απέκτησε τόσο μεγάλη θέση στο στερέωμα της Εκκλησίας. Δεν πρόκειται περί των φυσικών λεγομένων χαρισμάτων, τα οποία λίγο ή πολύ έχουν όλοι οι επί γης άνθρωποι. Μολονότι η αγία, όπως σημειώνει το συναξάρι της, ήταν όντως προικισμένη και με αυτά – διότι και σπάνια σωματική ομορφιά είχε και ιδιοφυής ήταν και σεμνή στο ήθος εκ χαρακτήρος – όμως με τη χάρη του Θεού και την ελεύθερη βούλησή της απέκτησε τα πνευματικά χαρίσματα, με τα οποία και μόνον αγιάζεται κανείς εν Θεώ και εισέρχεται στη Βασιλεία των Ουρανών. Και πνευματικά χαρίσματα είναι αυτά που έρχονται σε φως, όταν ο άνθρωπος αποκτήσει επίγνωση της δωρεάς του Θεού που του έδωσε στο άγιο βάπτισμα, όταν δηλαδή νιώσει ότι έγινε μέλος Χριστού και προσπαθήσει να ενεργοποιήσει τη νέα εν Χριστώ ζωή του τηρώντας τις εντολές του Χριστού.

 Έτσι λοιπόν και με την αγία Αικατερίνα: κατά τον στίχο που αναφέραμε, υπήρξε σοφή, με την έννοια ότι πέραν της ανθρώπινης σοφίας, φωτίστηκε πρωτίστως από τον Θεό και έλαβε Εκείνου τη σοφία. Ο φωτισμός αυτός μάλιστα, κατά τον υμνογράφο της αγίας, τον άγιο Θεοφάνη, δόθηκε με τη μεσολάβηση του αρχαγγέλου Μιχαήλ. Διά στόματος εκείνου έλαβε την όντως σοφία, την εξ ουρανού η αγία. «Την σοφίαν την όντως εξ Ουρανού, διά στόματος, μάρτυς, του Μιχαήλ, λαβούσα, πανεύφημε». Ο υμνογράφος όμως επιμένει στο θέμα αυτό, ιδίως μέ  ένα στίχο που φαίνεται να την παραλληλίζει  και με τον ίδιο τον Σολομώντα. Χωρίς να  κατονομάζει τον θεωρούμενο πράγματι σοφό βασιλιά του Ισραήλ, και μάλιστα από την παιδική του ηλικία, ίσως τον εννοεί, διότι και η Αικατερίνα «την εκ Θεού σοφίαν έλαβε παιδόθεν», κάτι που το απέδειξε, όταν με αυτήν κυρίως τη σοφία, έχοντας ως όργανο βεβαίως και την έξω, δηλαδή την κοσμική σοφία που είχε αποκτήσει, μπόρεσε να μυήσει στην πίστη του Χριστού εκατόν πενήντα διαπρεπείς ρήτορες, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν ως όπλο τους μόνον την κοσμική έννοιά της. Κι όχι μόνον τους μετέστρεψε, αλλά και τους έκανε, με τη χάρη του Θεού, να γίνουν και εκείνοι μάρτυρες Κυρίου. Είναι γνωστό ότι μαζί της εορτάζουν κατά το συναξάρι της ημέρας και «οι άγιοι εκατόν πεντήκοντα ρήτορες, οι διά της Αγίας Αικατερίνης πιστεύσαντες τω Χριστώ, οίτινες ετελειώθησαν πυρί». «Αικατερίνα, που είσαι το καύχημα των μαρτύρων, έγινες μύστης της ευσέβειας, διότι οδήγησες στον λαμπρό σου Νυμφίο Χριστό (ολόκληρο) δήμο μαρτύρων».

Και μας δίνει την ευκαιρία η πάνσοφος αυτή νύμφη του Κυρίου, εν σχέσει και με τη σοφία των ρητόρων που αντιμετώπισε, να σημειώσουμε αυτό που επισημαίνει και ο υμνογράφος και που έχει αξία διαχρονική: η κοσμική σοφία των ρητόρων, επειδή ακριβώς δεν διαπνεόταν από τη χάρη του Θεού και στηριζόταν μόνον στις πλοκές των ανθρωπίνων ματαίων συλλογισμών, τελικώς ήταν «ανάπλεως απαιδευσίας», εντελώς γεμάτη από απαιδευσία. «Χαίρε, Αικατερίνα, συ που έλεγξες το θρασύ στόμα των ρητόρων σαν κάτι που ήταν γεμάτο από έλλειψη παιδείας». Αληθινά: μία παιδεία χωρίς Χριστό, δηλαδή χωρίς χάρη Θεού, τι μπορεί να είναι; Κατά τη ρήση ενός αγίου Γέροντα: ένας έξυπνος δαιμονισμός. Πόσο πρέπει να προβληματιστούμε όλοι πάνω σ’  αυτήν την παρατήρηση του αγίου υμνογράφου! Ιδίως στην εποχή μας, που χωρίς αιδώ και σκέψη πολλοί κατά καιρούς υπεύθυνοι με θέση και εξουσία αποδύονται σε αγώνα εξοβελισμού από την ελληνική εκπαίδευση κάθε χρώματος χριστιανικού.

Η αγία Αικατερίνα όμως υπήρξε και παρθένος και μάρτυς. Είχε δηλαδή εκείνα τα χαρίσματα που θεωρούνται τα πιο ισχυρά προκειμένου κανείς να «κατακτήσει» τον ουρανό. Το αίμα μάλιστα του μαρτυρίου της ήταν η προσφορά της στον Κύριο, κάτι παρόμοιο με την προσφορά της γυναικός του Ευαγγελίου,  που αγόρασε μύρο και το πρόσφερε σ’  Εκείνον, αλείφοντάς το στα πόδια Του, ως έκφραση της αγάπης της. «Ως αλάβαστρον μύρου το αίμα σου προσενήνοχας τω σω Νυμφίω Χριστώ, Αικατερίνα αθληφόρε αήττητε». Κι ήταν σαν μύρο το αίμα της, γιατί υπήρξε καρπός της βαθειάς αγάπης της σε Εκείνον, του πόθου της που την έκαιγε σαν φωτιά. «Πόθω πυρπολουμένη, Μάρτυς παναοίδιμε, τω του Δεσπότου σου». Και βεβαίως η παρθενία της, όπως πολλές φορές έχει τονιστεί, δεν εννοείται ως χάρισμα από πλευράς πρωτίστως σωματικής – υπάρχουν πολλές με το χάρισμα αυτό μακριά από τον Θεό: ας θυμηθούμε την παραβολή των δέκα παρθένων – αλλά από πλευράς ψυχικής και πνευματικής: ως καθαρότητα ψυχική λόγω αγιασμένης ζωής. «Καθάρασα σεαυτήν προθύμως διά πολιτείας». Η δύναμη της διπλής χάρης της αγίας Αικατερίνης ενώπιον του Θεού, της παρθενίας δηλαδή και του μαρτυρίου, διαπιστώνεται από τον υμνογράφο με εντυπωσιακό τρόπο. Βλέπει την αγία να βρίσκεται σε φωτεινούς θαλάμους στον Παράδεισο, κοσμούμενη με νυφικά στολίδια, κρατώντας με το δεξί χέρι της τη λαμπάδα της παρθενίας και με το αριστερό την κομμένη της κεφαλή. Όπως ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος παρίσταται στην εικόνα του με το αποκομμένο κεφάλι του, έτσι και η αγία Αικατερίνα. «Μετέστης προς θαλάμους φωτοειδείς, νυμφικοίς κοσμουμένη στολίσμασι, παρθενικήν έχουσα λαμπάδα τη δεξιά, τη δε ετέρα φέρουσα την αποτμηθείσαν σου κεφαλήν».

Ο άγιος υμνογράφος μάς καθοδηγεί και σε άλλες διαστάσεις της πολυτάλαντης προσωπικότητάς της. Κι η διάσταση που δεν πρέπει να μείνει ασχολίαστη είναι ο τονισμός από αυτόν των αποτελεσμάτων της αγιασμένης ζωής και του μαρτυρίου της αγίας. Σημειώνει μεταξύ άλλων στο εξαποστειλάριο της ακολουθίας: «Ενεύρωσας το φρόνημα γυναικών, ω παρθένε, Αικατερίνα πάντιμε, αθλοφόρων η δόξα». (Ισχυροποίησες το φρόνημα των γυναικών, παρθένε και πάντιμε Αικατερίνα, συ που είσαι η δοξα των αθλοφόρων μαρτύρων). Η αίσθηση του υμνογράφου, αίσθηση της όλης Εκκλησίας, ότι η αγία Αικατερίνα με ό,τι έζησε και έκανε έδωσε νεύρο στο φρόνημα των γυναικών, τις έκανε πιο ισχυρές, είναι κάτι σημαντικό. Σε εποχή που τονίζονται τα δικαιώματα των γυναικών, που ο λεγόμενος φεμινισμός, ως κίνημα για να αποκτήσουν οι γυναίκες εκείνα που δικαιούνται μέσα σε μία ανδροκρατούμενη κοινωνία,  έρχεται συχνά πυκνά στην επικαιρότητα, η διαπίστωση ότι οι γυναίκες μάρτυρες, σαν την αγία Αικατερίνα, είναι αυτές που ουσιαστικά και δραστικά δυναμώνουν το φρόνημά τους, πρέπει να εξαγγέλλεται. Νομίζουμε ότι εδώ βρισκόμαστε σε ό,τι ανώτερο έχει δοθεί ως ώθηση  για τον φεμινισμό. Διότι αυτός δεν βρίσκεται στα λόγια, αλλά στο παράδειγμα. Και δυναμικότερο παράδειγμα από μία γυναίκα που έδωσε και τη ζωή της για την πίστη στον Θεό και στον άνθρωπο δεν υπάρχει.

24 Νοεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΕΙΜΑΙ ΜΟΡΦΩΜΕΝΟΣ, ΑΡΑ ΕΧΩ ΔΙΚΙΟ ΣΕ…ΟΛΑ!

«Οι μορφωμένοι άνθρωποι… είναι πάρα πολύ δύσκολοι, διότι έχουν έντονες τάσεις ατομισμού… Τολμώ να πω ακόμη και αυτό: Οι μορφωμένοι άνθρωποι της κοινωνίας μας δεν ανέχονται καμιά παρατήρηση όσον αφορά τη συμπεριφορά τους, αλλά ο καθένας και η καθεμιά σκέφτονται ότι έχουν πάντοτε δίκαιο σε όλα» (Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, ο Αθωνίτης, Οικοδομώντας τον Ναό του Θεού (Α΄), έκδ. Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ, 2014, σελ. 294-295).

Εννοείται ότι ο άγιος δεν στρέφεται εναντίον των γραμμάτων και της μόρφωσης – πώς είναι δυνατόν όταν ο ίδιος ήταν βαθύτατα μορφωμένος, συγγραφέας πολλών σοφών βιβλίων και σπουδαίος ζωγράφος, απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών της Μόσχας, με «περγαμηνές» σε όλη την Ευρώπη; Επισημαίνει όμως το πρόβλημα στην εποχή μας, αλλά και σε κάθε ίσως εποχή: οι μορφωμένοι με την κοσμική μόρφωση, οι άνθρωποι των επιστημών και των γραμμάτων «έχουν έντονες τάσεις ατομισμού» και γι’ αυτό είναι «πάρα πολύ δύσκολοι» άνθρωποι! Γιατί; Διότι προφανώς με «φωτισμένο» νου από το φως που δίνει η επιστήμη αρχίζουν να οδηγούνται στα μονοπάτια της… πλάνης: την αλαζονεία και την υπερηφάνεια ότι είναι παραπάνω από τους απλούς ανθρώπους, ότι είναι κάτι ξεχωριστό στον κόσμο – ό,τι δυστυχώς έκανε και τον αρχάγγελο Εωσφόρο να ξεπέσει παταγωδώς και να γίνει σατανάς, θεωρώντας ότι το φως του Θεού που του έδιδε Εκείνος ήταν… δικό του! Δεν μας το λέει και με σαφήνεια ο απόστολος Παύλος; «Η γνώσις φυσιοί», η γνώση η ανθρώπινη οδηγεί σε υπερηφάνεια. Αλλά και οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει την επικινδυνότητα της καταστάσεως, χαρακτηρίζοντάς την ως «ύβριν» - η εξύψωση του ανθρώπινου εγώ πάνω από τα μέτρα του – η οποία οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη «νέμεσιν» και την «τίσιν», τη δικαιοσύνη και την τιμωρία! Ο αλαζόνας άνθρωπος: ο άνθρωπος που πετάει στα σύννεφα και έχει «καβαλήσει το καλάμι» που λέει και ο απλός λαός.

Και ποιο το χαρακτηριστικό του εγωιστή αυτού ανθρώπου; Να μην ανέχεται καμία παρατήρηση και να θεωρεί ότι έχει δίκαιο σε όλα – «η νόσος του διαβόλου» κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος! Κι ήδη αυτή η υπερφίαλη τοποθέτηση «γκρεμίζεται» πια στην εποχή μας, διότι οι αληθινοί επιστήμονες, οι βαθιά γνώστες του αντικειμένου τους, οι πράγματι μορφωμένοι διαπιστώνουν τη μικρή έως ολίγιστη τελικώς γνώση του κόσμου που ερευνούν! Όσο περισσότερο προχωρούν την εξερεύνηση του κόσμου επιστημονικά, τόσο επισημαίνουν ότι βρίσκονται μπροστά σε μυστήριο. Γι’  αυτό και ταπεινώνονται. Γι’ αυτό και ομολογούν την εν γνώσει… άγνοιά τους! Οπότε, οι μορφωμένοι για τους οποίους κάνει λόγο ο άγιος Σωφρόνιος είναι οι… ημιμαθείς: ούτε τη γνώση του κόσμου έχουν όπως πρέπει, πολύ περισσότερο όμως αγνοούν εντελώς τον εαυτό τους και τον Δημιουργό τους! Ποια η λύση στο αδιέξοδο; Η στροφή όλων, μορφωμένων και αμόρφωτων, στην αληθινή επίγνωση των πραγμάτων: την ταπείνωση και την αγάπη. Όσο κανείς αναγνωρίζει τα κτιστά άρα και τα μικρά όριά του, τόσο και «αληθεύει» μέσα του. Και όσο κυνηγά την αγάπη, τόσο και νιώθει να εποικοδομεί τον εαυτό του σε στέρεο έδαφος. «Η αγάπη οικοδομεί» θα πει και πάλι ο απόστολος Παύλος. Και σ’ αυτήν την κατάσταση βεβαίως, που έχει χαρακτήρα δυναμικό με άπειρες διαστάσεις, αρχίζει κανείς να έχει εμπειρία της αγάπης του Δημιουργού του: βρίσκει Εκείνος «χώρο» να κατασκηνώσει μέσα σ’ αυτόν τον άνθρωπο και να «απλωθεί» μέσω αυτού. Γιατί πια υπάρχει συγγένεια! Η μεγαλοσύνη και η απειρία της ταπεινής αγάπης! Αυτής που έχει μάθει να λέει «να ’ναι ευλογημένο!» και «δόξα Σοι ο Θεός»!

"ΕΣΚΥΨΕ ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ": ΑΓΙΟΣ ΚΛΗΜΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΡΩΜΗΣ

«Ο μακάριος και σοφότατος Κλήμης ήταν Ρωμαίος, καταγόμενος από βασιλική γενιά, υιός του Φαύστου και της Ματθιδίας, και απέκτησε όλη την παιδεία της ελληνικής γνώσεως. Όταν σώθηκε κάποτε με παράδοξο τρόπο από ναυάγιο και έτυχε να συναντήσει τον κορυφαίο των Αποστόλων Πέτρο, κατηχήθηκε από αυτόν στην αληθινή πίστη του Χριστού. Έγινε  κήρυκας του Ευαγγελίου και συνέγραψε τις διατάξεις των Αποστόλων, οπότε και καταστάθηκε επίσκοπος Ρώμης. Συνελήφθη όμως από τον Δομιτιανό και βασανίστηκε. Και επειδή δεν πειθόταν στα προστάγματά του, εξορίστηκε σε έρημη πόλη, κοντά στη Χερσώνα. Από εκεί πάλι, αφού του έδεσαν στον αυχένα σιδερένια άγκυρα, τον έριξαν στον βυθό της θάλασσας και έτσι τελειώθηκε.

Ο των θαυμασίων πραγμάτων όμως Θεός, δοξάζοντας και μετά θάνατον τον δικό Του δούλο, κάνει ένα μεγάλο και τεράστιο υπερφυσικό θαύμα. Από τότε δηλαδή που τον έριξαν στη θάλασσα, το νερό της θάλασσας υποχωρούσε τρία μίλια κάθε φορά στη μνήμη του αγίου και γινόταν ξηρά, που υποδεχόταν επί επτά ημέρες  αυτούς που πήγαιναν εκεί, στο συγκεκριμένο σημείο της ρίψεώς του. Το θαύμα αυτό δημιουργούσε ευφροσύνη σ’ αυτούς που έλπιζαν στον Κύριο. Κάποτε λοιπόν που υποχώρησε πάλι η θάλασσα και εισήλθε στην αποκαλυφθείσα ξηρά ο λαός, έτυχε να εγκαταλειφθεί στον τόπο εκείνο ένα μικρό παιδάκι, καθώς το ξέχασαν οι γονείς του. Μόλις το αντελήφθησαν, τα νερά της θάλασσας είχαν επανέλθει στη θέση τους, οπότε εκείνοι κίνησαν θρήνους και οδυρμούς σε όλη την πόλη. Την επόμενη χρονιά που το κύμα και πάλι υποχώρησε, πήγαν οι γονείς και βρήκαν το παιδί τους υγιές, να παρακάθεται στη λάρνακα του αγίου. Στις ερωτήσεις τους τι και πώς συνέβη, έμαθαν από το παιδί τους ότι τρεφόταν από τον ευρισκόμενο εκεί άγιο, που το προφύλασσε και από τη βλάβη των ψαριών. Γεμάτοι χαρά πήραν το παιδί τους, ευχαρίστησαν με τον δέοντα τρόπο τον άγιο και αναχώρησαν για το σπίτι τους, δοξάζοντας τον Θεό για το θαύμα Του αυτό».

Με τον άγιο Κλήμεντα (92-101 μ.Χ.) μεταφερόμαστε στο κλίμα της αποστολικής εποχής. Μαθητής και διάδοχος του αποστόλου Πέτρου θεωρείται ένας από τους αποστολικούς Πατέρες της Εκκλησίας,  εκείνους που ευτύχησαν να μαθητεύσουν παρά τους πόδας αυτών και να καταστούν μάλιστα συνεχιστές του έργου και της διακονίας τους. Μολονότι η κυριαρχούσα παράδοση της Εκκλησίας μας είναι ότι υπήρξε τρίτος επίσκοπος Ρώμης, μετά τους αγίους Λίνο και Ανέγκλητο – αυτό μας παραδίδει ο άγιος Ειρηναίος Λουγδούνων – ο υμνογράφος της ακολουθίας του άγιος Ιωσήφ ακολουθεί μία άλλη παράδοση, στηριζομένη στον εκκλησιαστικό συγγραφέα Τερτυλλιανό, ο οποίος ισχυρίζεται ότι ο Κλήμης διαδέχτηκε τον απόστολο Πέτρο στη Ρώμη, συνεπώς υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος αυτής.

 Όπως κι αν είναι  το πράγμα όμως, εκείνο που έχει σημασία είναι το γεγονός ότι όντως υπάρχει μία ιδιαίτερη και στενή σχέση του αποστόλου Πέτρου με τον άγιο Κλήμεντα, την οποία με πολλή δύναμη διακηρύσσει ο υμνογράφος, σε βαθμό που χρησιμοποιεί και τη μαθηματική σκέψη, προκειμένου να την προβάλει. Τι κάνει δηλαδή ο άγιος Ιωσήφ; Στοιχώντας στην αρχή της λογικής που λέει «τα προς τρίτον ίσα και μεταξύ τους ίσα», εφαρμόζει την αρχή αυτή στους Κύριο Ιησού Χριστό, απόστολο Πέτρο και άγιο Κλήμεντα, για να πει πόσο μακάριος από τον ίδιο τον Κύριο είναι και ο άγιος Κλήμης. «Έχεις μακαριστεί κατά γνήσιο τρόπο, διότι μαθήτευσες στον κήρυκα (του Χριστού, δηλαδή τον Πέτρο), ο οποίος υπήρξε μαθητής του Λόγου (Χριστού), που τον μακάρισε, πάνσοφε, για την αποκάλυψη που έλαβε από τον ουράνιο Πατέρα». Με άλλα λόγια: ο Πέτρος υπήρξε μαθητής του Κυρίου∙ ο Κλήμης υπήρξε μαθητής του Πέτρου∙ ο Κύριος μακάρισε τον Πέτρο∙ συνεπώς ο Κύριος μακάρισε κατ’  επέκταση και τον Κλήμεντα.

Δεν είναι όμως η γνωριμία του αγίου Κλήμεντα με τον απόστολο Πέτρο το μόνο στοιχείο, κατά τον υμνογράφο, για τη σπουδαία θέση του στο εκκλησιαστικό στερέωμα. Και ο Κλήμης αγωνίστηκε να πολιτευτεί κατά την πίστη και τη ζωή των αποστόλων. Κι αυτό διαπιστώνει και ο άγιος Ιωσήφ: ο Κλήμης καταστάθηκε επίσκοπος Ρώμης, διότι η ζωή του τον έφτασε εκεί. Καθοδηγήθηκε από το άγιο Πνεύμα, εισήλθε στη ζωή του Πνεύματος και έτσι κατανόησε και τον ίδιο τον Κύριο, τον Οποίο κήρυσσε λόγω και έργω διαπαντός, και χάριν του Οποίου έδωσε και την ίδια του τη ζωή. «Έσκυψες μέσα στα βάθη του αγίου Πνεύματος με το πνεύμα σου, όσιε, κατά όσιο τρόπο, και κατανόησες έτσι, όσο μπόρεσες, τον ακατάληπτο στη νόησή Του Κύριο». Κι εκείνο που επιβεβαίωσε ότι όντως με όσιο τρόπο μυήθηκε στα του Πνεύματος του Θεού, είναι και το μαρτύριό του: να δώσει και τη ζωή του  για την πίστη του Κυρίου. Σαν κλήμα, κυριολεκτικά, (ως Κλήμης στο όνομα), στο αμπέλι του Χριστού, που έχει σταφύλια της γνώσης του Θεού, τα οποία, αφού πατήθηκαν στο ληνάρι του μαρτυρίου, έβγαλαν  καλό κρασί που ευφραίνει τις καρδιές των πιστών. «Το κατάκαρπο αμπέλι, δηλαδή ο Ιησούς, μακάριε Κλήμη,  σε βλαστάνει σαν κλήμα, φέρνοντας σταφύλια της γνώσης του Θεού. Αυτά τα σταφύλια, πατημένα στο πατητήρι του μαρτυρίου σου, ανέβλυσαν οίνο, που ευφραίνει τις καρδιές όλων των πιστών».

23 Νοεμβρίου 2021

ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ… ΠΟΙΟΤΗΤΑ!

«Εμείς σαν ατελείς, εκτός από την ποιότητα, έχουμε ανάγκη και από την ποσότητα της προσευχής. Το δεύτερο άλλωστε είναι πρόξενο του πρώτου. «Ο Θεός – λέγει η Γραφή – δίνει προσευχή καθαρή σ’ εκείνον που προσεύχεται, έστω και ρυπαρά, αλλά χωρίς να υπολογίζει κόπο και πόνο (πρβλ. Α΄ Βασ. β΄9)» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κη΄ 23).

Δεν αναιρεί τον εαυτό του ο όσιος. Γιατί ο ίδιος λέει κάπου αλλού «μη ζητάς να λες πολλά στην προσευχή σου, για να μη διασκορπισθεί ο νους σου, αναζητώντας λόγια…. Η πολυλογία στην προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στον νου φαντασίες και διάχυση, ενώ αντιθέτως η μονολογία συγκεντρώνει τον νου». Και δεν τον αναιρεί, γιατί κάνει τη διάκριση μεταξύ των αρχαρίων, όλων ημών δηλαδή που είμαστε στις απαρχές της πνευματικής ζωής, και των προχωρημένων και τελείων. Για τους τελείους, για εκείνους που πράγματι έχουν αφιερώσει πλήρως και ολοκληρωτικώς τον εαυτό τους στον Θεό, τα πολλά λόγια… βλάπτουν: τους φέρνουν φαντασίες και διάχυση· εκείνο που έχουν ανάγκη είναι η μονολόγιστη κυρίως ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», γιατί έχουν ουσιαστικά ανακραθεί με τον Θεό, έχουν γίνει ένα μαζί Του, συνεπώς ολόκληρη η ζωή τους είναι μία προσευχή. Δηλαδή έχουν φτάσει στο σημείο να μη λένε προσευχές, αλλά να έχουν γίνει οι ίδιοι προσευχή – και η αναπνοή τους και το βλέμμα τους και η στάση τους όλη φανερώνουν Ουρανό.

Για εμάς όμως τους αρχαρίους και ατελείς ισχύουν άλλα μέτρα και άλλα σταθμά. Είμαστε προσανατολισμένοι προς την κορυφή, αλλά βλέπουμε ότι πατάμε ακόμη πολλή… γη κι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας! Σαν την καλόγρια εκείνη που μνημόνευε ο άγιος Εφραίμ Κατουνακιώτης, η οποία σαν σε όραμα έβλεπε μεν τους αγίους στην κορυφή ενός βουνού, αλλά όταν θέλησε να τους φτάσει, πιστεύοντας ότι είναι σχεδόν δίπλα της, είδε ότι ο δρόμος της είναι μέσα σε αγκάθια και τριβόλια! Κι έπρεπε να «φτύσει αίμα» κατά τη λαϊκή έκφραση, για να μπορέσει λίγο να προχωρήσει και να ανέβει. Λοιπόν, λέει ο όσιος ότι για εμάς είναι απαραίτητη και η ποσότητα: να επιμένουμε σε πολλές προσευχές και να κοπιάζουμε σ’ αυτές, ξέροντας ότι πολύ συχνά το μυαλό μας θα ξεφύγει. Κι όταν θα έχουμε προχωρήσει με τον τρόπο αυτόν, τότε θα δούμε ότι η ποιότητα θα γίνει και η δική μας αναζήτηση: τα πέντε λόγια που λέει και ο απόστολος (Α΄ Κορ. 14, 19), που θα’ ναι όμως ικανά να ανάψουν το πυρ του Θεού στην ψυχή μας.

Είναι λοιπόν μονόδρομος η ορθή ένταξή μας στην εκκλησιαστική ζωή. Το να προσευχόμαστε κατά τον τρόπο της Εκκλησίας σημαίνει ότι προσευχόμαστε με εκείνην την ποσότητα που μας εκβάλλει στην ποιότητα!

Ο ΠΕΛΕΚΥΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ: ΑΓΙΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΚΟΝΙΟΥ

«Ο άγιος Αμφιλόχιος, αφού πέρασε από νεαρή ηλικία κάθε εκκλησιαστικό βαθμό, και λάμποντας  από την άσκηση και τη θεία γνώση, με την ψήφο του λαού προχειρίζεται επίσκοπος της πόλης των Ικονιέων, στους χρόνους των βασιλέων Ουαλεντινιανού και Ουάλεντα, ενώ  η ζωή του παρατάθηκε μέχρι του Θεοδοσίου του μεγάλου βασιλιά και των υιών του. Αυτός, επειδή έγινε διδάσκαλος της ορθόδοξης πίστης και αντιτάχθηκε δυνατά κατά της αιρετικής πλάνης του Αρείου, υπέμεινε πολλούς διωγμούς και θλίψεις από τους ασεβείς, γενόμενος συναγωνιστής των μακαρίων Πατέρων κατά της βλασφημίας του Ευνομίου. Ο Αμφιλόχιος υπήρξε ένας από τους εκατόν πενήντα Πατέρες της Δευτέρας Οικουμενικής Συνόδου (381 μ.Χ.) και αγωνίστηκε πολύ κατά του πνευματομάχου Μακεδονίου και των μαθητών του Αρείου. Μετά την επικράτηση  στη βασιλεία του Θεοδοσίου του Μεγάλου και την παράδοση από αυτόν πάλι όλης της εξουσίας της Δύσεως στον Ουαλεντινιανό τον νέο, και μετά την επάνοδο του Θεοδοσίου ως νικητή, αφού κατέστρεψε  τον τύραννο Μάξιμο, προσήλθε σ’  αυτόν ο μέγας Αμφιλόχιος και τον παρότρυνε  να απομακρύνει τους Αρειανούς και να δώσει τις εκκλησίες πίσω στους ορθοδόξους. Επειδή όμως ο βασιλιάς δεν έκανε τίποτε, μηχανεύτηκε ο θαυμάσιος το εξής: Πήγε στα ανάκτορα και τον μεν βασιλιά Θεοδόσιο τον χαιρέτισε, τον δε υιό του Αρκάδιο περιφρονώντας τον δεν τον χαιρέτισε. Ο Βασιλιάς δυσανασχετώντας  από το γεγονός αυτό, χαρακτήριζε δικιά του προσβολή την ατιμία που έδειξε ο Αμφιλόχιος στο παιδί του. Αυτός τότε με πολύ σοφό τρόπο αποκάλυψε τον σκοπό της ενέργειάς του και είπε: Βλέπεις, βασιλιά, πώς δεν υποφέρεις εσύ την ατίμωση του παιδιού σου, αλλά δυσανασχετείς; Πίστεψε λοιπόν ότι κατά παρόμοιο τρόπο και ο Θεός αποστρέφεται και μισεί αυτούς που βλασφημούν τον Υιό του Θεού. Τότε κατάλαβε ο βασιλιάς και έγραψε νόμους που απαγόρευαν τους συλλόγους των αιρετικών. Αυτός ο αοίδιμος άνδρας, αφού ποίμανε για πολλά χρόνια το ποίμνιο του Χριστού και συνέταξε ορθόδοξους λόγους, έφτασε σε βαθύ γήρας και αναπαύτηκε εν ειρήνη».

Το συντριπτικό ποσοστό των ύμνων για τον άγιο Αμφιλόχιο, γραμμένων από τον υμνογράφο της Εκκλησίας άγιο Θεοφάνη, έχει ως κύριο περιεχόμενο  το ύψος της θεολογίας του Αμφιλοχίου, θεολογίας τέτοιας με την οποία αφενός διατράνωσε την ορθόδοξη πίστη, ιδίως για την αγία Τριάδα, αφετέρου κατατρόπωσε τους δυσσεβείς αιρετικούς, ιδίως τους Αρειανούς και τους Πνευματομάχους, γενόμενος έτσι «πέλεκυς των αιρέσεων». Γι’  αυτόν τον λόγο ο άγιος υμνογράφος θεωρεί τον εκκλησιαστικό αυτόν Πατέρα ως «νυμφαγωγό της Εκκλησίας του Χριστού, την οποία κόσμησε με το κάλλος των λόγων του και την ωραιότητα της ορθοδοξίας του», στου οποίου τους λόγους όποιος εντρυφά αποκτά δύναμη και νεύρο πνευματικό («τοις τούτου διδάγμασι και θεολογίαις νευρούμενοι»). Φτάνει μάλιστα ο ποιητής  Θεοφάνης να χαρακτηρίζει τον άγιο Πατέρα, χωρίς όμως να τον κατονομάζει με το συγκεκριμένο όνομα, ως νέο Σολομώντα, δεδομένου ότι «η ενυπόστατη Σοφία, ο Χριστός, του έδωσε πλούτο και δόξα μεγάλη, ακριβώς γιατί θεολόγησε ορθόδοξα και κατέβαλε την αλαζονεία των αιρέσεων».

Ο τονισμός του αγίου Αμφιλοχίου ως «ιερωτάτου οργάνου της θεολογίας» από τον εκκλησιαστικό ποιητή δεν είναι αυθαίρετος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, όπως παρατηρούν διαπρεπείς Πατρολόγοι,  η ίδια η Δευτέρα Οικουμενική Σύνοδος (381 μ.Χ.) αναγνώρισε το κύρος του και τον ευρύτερο ρόλο του στην Εκκλησία, ενώ από την άλλη με τη θεολογία που άσκησε, βρισκόμαστε μέσα στο κλίμα και την ατμόσφαιρα της θεολογίας των μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων, δηλαδή του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, του αγίου Γρηγορίου Νύσσης. Είναι εξόχως σημαντικό και συγκινητικό να μαθαίνει κανείς ότι ο άγιος Αμφιλόχιος ήταν πνευματικό τέκνο του Μ. Βασιλείου, πρώτος εξάδελφος του Γρηγορίου του Θεολόγου, φίλος του Γρηγορίου Νύσσης. Και ναι  μεν δεν ήταν ο ίδιος παφλασμός θεολογίας, σαν τους τρεις αυτούς μεγίστους Πατέρες, έδρασε όμως ως απαλός φλοίσβος, ως ήρεμη δύναμη, η οποία ερχόταν να εδραιώνει, εκεί που βρέθηκε ως ποιμένας, την ορθόδοξη πίστη και ζωή. Θα έλεγε κανείς ότι λόγω ακριβώς της καλής του προαίρεσης, του έδωσε ο Θεός τη χάρη της πλήρους αφομοίωσης της ορθόδοξης θεολογίας, και μάλιστα της χαρισματικής μεταποίησης αυτής σε ποιητικούς στίχους. Για παράδειγμα, ο άγιος Αμφιλόχιος έγραψε ένα εκτενές συμβουλευτικό ποίημα, το «Ίαμβοι  προς Σέλευκον», που απηύθυνε στον νεαρό Σέλευκο προς κατήχηση και καθοδήγησή του, μέσα στο οποίο ενσωμάτωσε πολλά στοιχεία από το έργο του πνευματικού του πατέρα Μ. Βασιλείου «Προς τους νέους πώς μπορούν να ωφεληθούν από τα ελληνικά-ειδωλολατρικά γράμματα».

Ο εκκλησιαστικός μας ποιητής όμως Θεοφάνης, ως καλός γνώστης και αυτός της όλης πνευματικής ζωής και της θεολογίας, δεν μένει σε μία απλή περιγραφή της θεολογικής δεινότητας του αγίου Αμφιλοχίου και της επιδράσεώς της στον κόσμο. Επιχειρεί και μία «διείσδυση» στα άδυτα της ψυχής του, για να αποκαλύψει το πώς έφθασε να γίνει «θεολόγος γλώσσα» και «όργανον θεολογίας». Κι αυτά που ανασύρει είναι πράγματι πολύ εποικοδομητικά. Τι μας λέει επ’ αυτού λοιπόν ο Θεοφάνης; Προϋπόθεση της θεολογίας του Αμφιλοχίου ήταν η εμπειρία της πνευματικής ζωής. Οικοδόμησε, σημειώνει, τον εαυτό του με τον φόβο του Θεού, καθάρισε την ψυχή του έτσι από τους μολυσμούς της αμαρτίας, φωτίστηκε από τον Θεό. Μία διαδικασία δηλαδή, την οποία κανείς που θέλει να είναι θεολόγος δεν μπορεί να παρακάμψει. Όποιοι επιχείρησαν να θεολογήσουν χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις καθάρσεως της ψυχής, απλώς «ετεχνολόγησαν», για να θυμηθούμε έκφραση και πάλι των Καππαδοκών Πατέρων. «Αφού οικοδόμησες τον εαυτό σου με τον θείο φόβο και τήρησες την ψυχή σου καθαρή από τους μολυσμούς της αμαρτίας, θεόληπτε, αναδείχτηκες ιερότατο όργανο της θεολογίας». Κι αλλού: «Αφιέρωσες ολοκληρωτικά τον εαυτό σου στον Θεό και έγινες μεγαλόφωνος θεοκήρυκας,  Πάτερ, παμμακάριστε Αμφιλόχιε». Είθε η άφθονη χάρη που προσφέρει ο άγιος Αμφιλόχιος – Πατέρας με μεγάλη ευαισθησία στην οικοδομή των πιστών – να έλθει και σε εμάς, φέρνοντάς μας και τη λύση των πταισμάτων μας. 

22 Νοεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ο ΜΟΝΟΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ

«Όπως το σκοτάδι δεν φεύγει, αν δεν έλθει το φως, έτσι και η νόσος της ψυχής δεν φυγαδεύεται, αν δεν έλθει ο θεραπευτής των ασθενειών μας και δεν ενωθεί μαζί μας» (άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος).

Για τη θεραπεία της ψυχής, ένα θέμα που συνιστά ιδίως στην εποχή μας την ουσιαστικότερη επιδίωξη των περισσοτέρων συνανθρώπων μας, κάνει λόγο ο μεγάλος άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος – που έχει την προσωνυμία του Θεολόγου μαζί με τους αγίους Ιωάννη τον Ευαγγελιστή και Γρηγόριο τον Θεολόγο. Η προσφυγή στους ψυχολόγους, η καλλιέργεια των ψυχολογικών επιστημών, η επιδίωξη πολλών νέων να σπουδάσουν ψυχολογία, (δυστυχώς όμως και η καταφυγή σε ομάδες αποκρυφιστικές που επαγγέλλονται τη «θεραπεία» της ψυχής και που μπερδεύουν περισσότερο τους ανθρώπους), είναι στοιχεία που επιβεβαιώνουν την παραπάνω διαπίστωση. Και δεν έχουμε λόγο να αρνηθούμε τη βοήθεια που προσφέρουν οι επιστήμονες ψυχολόγοι στην εξισορρόπηση των συνανθρώπων μας που καταφεύγουν συχνά σ’ αυτούς – τους βοηθούν να δουν αθέατες πλευρές του εαυτού τους, να κατανοήσουν σ’ ένα βαθμό τις πράξεις τους, να μπορέσουν να σταθούν λίγο καλύτερα στα πόδια τους, να αντιμετωπίσουν πιο γενναία τη ζωή τους.

Μα ο άγιος δεν μιλάει για μία τέτοια θεραπεία που εξαντλείται στο μίνιμουμ της ζωής∙ μιλάει για την πραγματική και ουσιαστική θεραπεία της ψυχής, που δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να δει τον εαυτό του σε όλες τις διαστάσεις του, να προσανατολιστεί εκεί που είναι ο πραγματικός σκοπός της ζωής του, να υπερβεί τις δεσμεύσεις των παθών του και την έξωθεν τυραννία του Πονηρού, να κατανοήσει το μεγαλείο που έχει να είναι άνθρωπος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού. Κι αυτήν τη θεραπεία την προσφέρει, τονίζει ο άγιος Συμεών, μόνον ο Χριστός ως ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, γιατί είναι ο ενανθρωπήσας Δημιουργός Θεός, ο Οποίος ήλθε ακριβώς να ζητήσει και να σώσει το άρρωστο ξεπεσμένο πλάσμα Του. Μόνον Αυτός δίνει εκείνη τη χάρη, εκείνο το Πνεύμα που έχει τη δύναμη να ενωθεί με τον βαθύ εαυτό του ανθρώπου και να ξεριζώσει κάθε ζιζάνιο από την ψυχή του και να την καθαρίσει ώστε να γίνει φωτεινή και λαμπρή, όπως βγήκε από τα χέρια του Δημιουργού της κι ακόμη περισσότερο, καρποφορώντας τις αρετές.  Όπως το εξαγγέλλει διαρκώς και ο ψαλμωδός προφήτης «καρδιά καθαρή κτίσε μέσα μου, Θεέ μου, και με Πνεύμα ευθύτητας κάνε καινούργιο το βάθος της», ή όπως το λέει και ο μεγάλος νηπτικός Πατέρας άγιος Διάδοχος Φωτικής «το να καθαριστεί ο νους του ανθρώπου είναι ίδιο μόνο του αγίου Πνεύματος». Με τις λέξεις του ίδιου του αγίου Συμεών μάλιστα: ο Χριστός είναι για τον άνθρωπο «η υγεία, το φως, η ζωή, το ιμάτιο, ο ένοικος της ψυχής, ο άρτος, η σκέπη και το ύδωρ».

Ο ΟΣΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

Τριάντα χρόνια από την εν Κυρίω κοίμησή του

Ο όσιος Ιάκωβος ο εν Ευβοία εκοιμήθη εν Κυρίω την 21η Νοεμβρίου 1991, εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, την ώρα μάλιστα που εξομολογούσε κάποιον πιστό.

Ο όσιος Ιάκωβος, καθηγούμενος της ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ του Γέροντος στην Εύβοια, ήταν σπάνια προσωπικότητα, που, όσο ζούσε, αποτελούσε το στήριγμα και την ελπίδα για χιλιάδες ανθρώπους ανά τον κόσμο. Ήταν κυριολεκτικά αυτό που η Εκκλησία μας ονομάζει «Γέροντας», δηλαδή ο πνευματικός καθοδηγητής, ο χαρισματούχος ηγέτης, που ανοίγει δρόμους και μονοπάτια, εκεί που η ανθρώπινη λογική αδυνατεί να δώσει οποιαδήποτε εξήγηση. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν να καταθέσουν πάμπολλες μαρτυρίες σχετικά με την επίλυση διαφόρων προβλημάτων τους, που αναφέρονταν όχι μόνο στη σφαίρα της ψυχικής τους ζωής, μα και της ίδιας της καθημερινότητας και αμεσότητας.

Τι ήταν εκείνο που έκανε τον μακαριστό όσιο Γέροντα να έχει αυτές τις ικανότητες; Μήπως κάποιος ιδιαίτερος ψυχισμός ή κάποια φυσικά άλλα προσόντα; Ασφαλώς όχι. Η απάντηση βρίσκεται σε συνάρτηση με ό,τι αποτελούσε προσόν κάθε αγίου κάθε εποχής στην Εκκλησία μας: τη χάρη του Θεού. Με άλλα λόγια ο όσιος υπήρξε ο ένθεος άνθρωπος, η χαριτωμένη ψυχή που αρδευόταν πλούσια από τις χάρες του αγίου Πνεύματος. Αυτή η παρουσία του Πνεύματος του Θεού μέσα του τον έκανε να διακρίνει τα δυσδιάκριτα, αλλιώς, προβλήματα των ανθρώπων. Διότι είναι κοινή πεποίθηση της Εκκλησίας μας ότι, όταν το Πνεύμα του Θεού φωτίζει τους ανθρώπους, τότε εκείνοι αποκτούν την αρετή της διακρίσεως, που τους ικανώνει να διαβλέπουν με τρόπο άμεσο το καλό από το κακό, την ενέργεια του Θεού από τη δαιμονική ενέργεια.

Έτσι καθένας που συναντάτο μαζί του έφευγε με τη βεβαιότητα ότι συνάντησε τον άνθρωπο του Θεού, ότι η απάντηση που του έδωσε σε κάποιο πρόβλημά του ήταν η απάντηση Εκείνου, ότι ο λόγος που του απηύθυνε ήταν χαιρετισμός της χάρης του Θεού. Γι’ αυτό και η γαλήνη και η ειρήνη της συνείδησης ήταν τα στοιχεία τα οποία απεκόμιζε ο κάθε προσκυνητής της Μονής.

Βεβαίως δεν έχουμε λόγο να αμφισβητήσουμε αυτό που έλεγε ο Γέροντας, όταν ενθουσιασμένοι οι προσκυνητές τού ανέφεραν τα καλά αποτελέσματα της επίσκεψής τους. «Ο όσιος Δαυίδ το έκανε, παιδί μου». Αλλά για να δράσει ο όσιος με τόσο άμεσο κάθε φορά τρόπο, έπρεπε να «πιεστεί» τρόπον τινά, από κάποιου την προσευχή, που είχε μεγάλη δύναμη. Κι αυτός ήταν ο Γέρων Ιάκωβος. Όλοι άλλωστε γνώριζαν το πόσο μεγάλη παρρησία στον όσιο Δαυίδ και στον Θεό και στους λοιπούς αγίους είχε ο μακαριστός ηγούμενος και νυν άγιος της Εκκλησίας. Του μιλούσε ιδίως του οσίου Δαυίδ, όπως κανείς μιλάει στον πιο καλό του φίλο. Κι η απάντηση ερχόταν τις περισσότερες φορές άμεση.

Θυμάμαι κι εγώ προσωπικά -  όταν πριν αρκετά χρόνια βεβαίως (το 1989)  είχα την ιδιαίτερη ευλογία από τον Θεό να συμφάγω μαζί του και με άλλους - την περίπτωση μίας κυρίας που μας ανέφερε. Αλαφιασμένη είχε πάρει τηλέφωνο, επειδή είχε χάσει τα κοσμήματά της που άξιζαν ολόκληρη περιουσία. Η απόγνωσή της την έκανε να καταφύγει στον πατέρα Ιάκωβο. Κι εκείνος δεν αρνήθηκε να βοηθήσει το πλάσμα του Θεού. Πήγε στην εικόνα του αγίου Δαυίδ μέσα στον ναό και του εξέθεσε το πρόβλημα. Του είπε όμως, για να ξέρει αν πρέπει να συνεχίσει την προσευχή για το θέμα αυτό, να έχει την απάντηση γρήγορα. Του έθεσε μάλιστα και όριο: «Μέχρι να πάω στο κελί μου ας πάρει τηλέφωνο η κυρία ότι βρήκε τα κοσμήματα. Διαφορετικά, θα ξέρω ότι δεν πρέπει να επιμένω στο αίτημα». Πράγματι, μέχρι να μπει στο κελί του, η κυρία πήρε τηλέφωνο και κλαίγοντας ευχαριστούσε τον Θεό και τον Γέροντα διότι βρήκε τα χρυσαφικά της. Δεν θα μνημονεύσουμε πάμπολλες άλλες παρόμοιες περιπτώσεις – γραμμένες άλλωστε και στα βιβλία που έχουν ήδη κυκλοφορηθεί γι’  αυτόν – πλην δύο ακόμη, στις οποίες έτυχε κι εγώ να παρευρίσκομαι και που αποκαλύπτουν το διορατικό χάρισμα του οσίου και τη δύναμη της προσευχής του.

Η πρώτη. Στο τραπέζι που τρώγαμε, βρισκόταν κι ένας νεαρός θεολόγος, ο Δ.Κ.,  με την οικογένειά του. Ο θεολόγος αυτός καθηγητής, άνθρωπος πραγματικά πίστεως και χάρης Θεού, είχε τότε λογισμούς για να γίνει κληρικός. Ο Γέροντας πρώτη φορά τον συναντούσε. Ερώτησε λοιπόν ποιος είναι. Του είπαν κι εκείνος επεσήμανε: «Δεν ξέρω πώς εσείς τον βλέπετε, εγώ όμως τον βλέπω διαφορετικά». Δεν έπαυσε μάλιστα μέχρι το τέλος του φαγητού να μιλά για την καλή καρδιά του νέου θεολόγου. Προφανώς ο Γέροντας τον έβλεπε ήδη με το σχήμα του κληρικού (σημ.: έχει γίνει ήδη, εδώ και πολλά χρόνια, ιερέας), γι’ αυτό και είπε ότι τον βλέπει διαφορετικά. Το γεγονός της διόρασης και προόρασης που είχε, επιβεβαιώνεται και από άλλες παρόμοιες μαρτυρίες, διότι ο ίδιος είχε εκμυστηρευτεί σε πνευματικούς ανθρώπους που τον επισκέπτονταν, ότι ο Θεός τού έδινε τη δυνατότητα να βλέπει τους ανθρώπους ανάλογα με την ψυχική τους κατάσταση: μαύρους, αν ήταν αμετανόητοι, λευκούς αν ήταν μετανοημένοι.

Το δεύτερο περιστατικό.  Στο μοναστήρι που βρισκόμουν εκείνη την ημέρα, και μάλιστα στην αυλή έξω από τον ναό, είδα κάποιον άνθρωπο με πυτζάμες και με πατερίτσα, γιατί το πόδι του ήταν κομμένο. Ο άνθρωπος αυτός βλέποντάς με ιερέα, με κάλεσε, κι όταν τον πλησίασα, άρχισε να μου αποκαλύπτει το μεγάλο θαύμα που του είχε συμβεί. Ενώ δηλαδή είχε μεγάλη πληγή στο κομμένο πόδι που δεν έκλεινε, παρ’  όλες τις διάφορες ιατρικές απόπειρες, στην τελευταία του επίσκεψη στο νοσοκομείο, τότε που είχε αποφασιστεί να εγχειριστεί, κι αφού είχε επισκεφτεί τον όσιο Δαυίδ και είχε πάρει την ευλογία του Γέροντα Ιακώβου, ο ιατρός διαπίστωσε με έκπληξη ότι η πληγή είχε ήδη κλείσει κατά ένα ανεξήγητο τρόπο, σαν να είχε γίνει σπουδαιότατη ακριβής εγχείριση. «Ούτε ο Κούλεϊ στην Αμερική δεν θα την έκλεινε έτσι», ήταν τα λόγια του ιατρού, που μου τα επανέλαβε ο άνθρωπος. Ο ιατρός βεβαίως, όπως και ο ασθενής, δεν μπόρεσαν να εξηγήσουν το γεγονός, το θεώρησαν δε ως θαύμα. Ο ασθενής αισθάνθηκε τόση ευγνωμοσύνη προς τον όσιο Δαυίδ και τον άγιο καθηγούμενο, ώστε πήρε ταξί από την Αθήνα που βρισκόταν (το νοσοκομείο των Αγίων Αναργύρων), και ήλθε κατευθείαν με τις πυτζάμες στο Μοναστήρι.

Είναι αυτονόητο βέβαια ότι τα τόσα χαρίσματα του οσίου Ιακώβου δεν δόθηκαν σ’ αυτόν από τον Θεό τυχαία. Για να φθάσει στο σημείο τόσης αγάπης προς τους συνανθρώπους του προηγήθηκε από μέρους του σκληρή άσκηση, εγκράτεια κατά πάντα, τήρηση των αγίων εντολών του Κυρίου, φύλαξη του νου και της καρδιάς από κάθε εμπαθή λογισμό, και μάλιστα από νεαρή ηλικία. Διότι, κατά την πνευματική παράδοση της Εκκλησίας μας, αν δεν καθαριστεί ο άνθρωπος με την άσκηση από κάθε κακία και ψεκτό πάθος, δεν μπορεί να φθάσει στο σημείο του φωτισμού και μετέπειτα της θέωσής του. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι η αγάπη του οσίου προς τους συνανθρώπους του ήταν η έκφραση της αγάπης του Θεού, τον Οποίο ζούσε έντονα στην καρδιά του. Καθάρισε δηλαδή τον αγρό της καρδιάς του, όσο ήταν ανθρωπίνως δυνατόν, από κάθε είδους ζιζάνια, οπότε η χάρη του Θεού βρήκε πρόσφορο έδαφος για να καρποφορήσει τις αρετές, και μάλιστα την αγάπη.

Ευρισκόμενος τώρα εν αγαλλιάσει στις αιώνιες μονές, κοντά στον αγαπημένο του Κύριο, δεν παύει να πρεσβεύει και για εμάς, πολύ δραστικότερα και αποτελεσματικότερα από όσο ζούσε. Διότι «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α΄Κορ. 13, 8).