ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
«Τήν Ἁγνήν ἁγνεύοντι
τιμήσωμεν νοΐ˙ καλλονήν τήν τοῦ Ἰακώβ τοῖς ἐνθέοις πράξεσι καλλυνόμενοι, εὐσεβῶς
ὑμνήσωμεν, ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» (Θεοτοκίον ε΄ ωδής Τριωδίου).
(Την Αγνή Παρθένο
Μαριάμ ας την τιμήσουμε με αγνό νου. Αυτήν που είναι η καλλονή του Ιακώβ ας την
υμνολογήσουμε ευσεβώς με τις ένθεες πράξεις μας ως Μητέρα του Θεού μας).
Ο άγιος υμνογράφος
Ιωσήφ μάς καθοδηγεί στο Θεοτοκίο για τη στάση μας έναντι της Παναγίας. Να την
τιμήσουμε και να την υμνολογήσουμε, λέει, όχι όμως με τα λόγια μας πρωτίστως –
κι αυτά βεβαίως είναι απαραίτητα: άλλωστε με λόγια προτρέπει τους πιστούς –
αλλά κυρίως με όλη τη ζωή μας. Την αγνότητα του νου μας δηλαδή και τις ένθεες
πράξεις μας. Έτσι μόνο Την αναγνωρίζουμε ορθά ως Μητέρα του Θεού μας, που
σημαίνει ότι έτσι αντιστοίχως αναγνωρίζουμε και ως Κύριο Θεό μας τον Ιησού
Χριστό – είναι γνωστό ότι η ορθή στάση έναντι της Παναγίας φανερώνει την ορθή
στάση και έναντι του Ιησού Χριστού. Και τι σημαίνει αγνός νους και ένθεες
πράξεις; Ασφαλώς καθαρή καρδιά και ζωή σύμφωνη με τις άγιες εντολές του Κυρίου.
Η καρδιά ή ο νους αλλιώς, κατά την Παράδοση της Εκκλησίας, συνιστά
το κέντρο της ψυχοσωματικής ύπαρξης του ανθρώπου, συνεπώς η ποιότητα του
κέντρου αυτού καθορίζει και αν ο Θεός θα βρει τόπο καταπαύσεως μέσα σ’ αυτό ή
όχι. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῆ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» είπε ο
Κύριος. Η δε καρδιά καθαρίζεται κατ’ αναλογία της τηρήσεως και εφαρμογής των
εντολών του Κυρίου. Χριστιανός που χάριτι Θεού βρίσκεται αδιάκοπα στην πορεία
της Οδού του Κυρίου, εκεί δηλαδή που παραπέμπουν πάντοτε οι εντολές Του, διαπιστώνει
εμπειρικά την καθαρότητα που επέρχεται στην καρδιά του από το φως του Θεού που
αρχίζει και λάμπει σ’ αυτήν, γεγονός που σιγά σιγά αντανακλάται και στο ίδιο το
σώμα του.
Λοιπόν, κατά τον άγιο
υμνογράφο: Την Παναγία Μητέρα, η Οποία ήταν η κατεξοχήν Αγνή και Καθαρή και
ζούσε με απόλυτη υπακοή στις εντολές του Θεού, μπορεί να την τιμήσει και να την
υμνήσει μόνον εκείνος που βρίσκεται στη συγκεκριμένη αντίστοιχη μ’ Αυτήν πορεία
ζωής, ο αγωνιζόμενος για την κάθαρση της καρδιάς του. Αν δεν υπάρχει
ο πνευματικός αυτός αγώνας, τότε τα όποια λόγια και οι όποιοι ύμνοι προς την
Παναγία δεν γίνονται αποδεκτά από Αυτήν, συνεπώς και από τον Υιό και Θεό της,
και μάλλον αμαυρώνουν τον άνθρωπο που τα εκφράζει, όπως το λέει και ο
μεγαλοφωνότατος προφήτης Ησαΐας, μέσα από το στόμα του οποίου ομιλεί ο
Παντοκράτωρ Κύριος: «Δεν θέλω τις προσευχές και τις θυσίες σας. Όταν τις
προσφέρετε αποστρέφω το πρόσωπό Μου. Γιατί τα χέρια σας στάζουν αίμα από τις
αδικίες σας. Μετανοήστε και καθαρίστε τις καρδιές σας από τις πονηρίες σας και
τότε ελάτε να συνομιλήσουμε!»
Ο άγιος υμνογράφος
μάς προσφέρει το βασικό κριτήριο για να καταλαβαίνουμε και τον εαυτό μας αλλά
και πολλούς συνανθρώπους μας, οι οποίοι καπηλεύονται το όνομα του Κυρίου αλλά
και της Παναγίας μας. Πολλοί βαυκαλίζονται με την ιδέα ότι τους ομιλεί ο Κύριος
και η Θεοτόκος, οπότε απαιτούν την υπακοή στον λόγο τους. Αλλά ο δ ι
κ ό ς τους λόγος προβάλλεται και όχι του Θεού και της Παναγίας. Το
παράδειγμα που μας υπενθυμίζει ο άγιος Σωφρόνιος ο Αθωνίτης από τη ζωή του Γέροντά
του μεγάλου οσίου Σιλουανού του εν Άθω είναι πράγματι συγκλονιστικό. Το
καταγράφουμε όπως ο ίδιος το είπε:
«Ένας μοναχός που
ζούσε περίπου σαράντα χρόνια στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος έρχεται στον
Σιλουανό και του διηγείται ότι είχε μία ευλογημένη επίσκεψη από την Παναγία. Ο
Γέροντας του είπε:
- Πάτερ μου, αυτό
είναι αδύνατον.
- Γιατί;
- Διότι η Παναγία
ήταν πολύ υπάκουη στη θέληση του Θεού, ενώ εσείς δεν κάνετε υπακοή. Αφού
υπάρχει αυτή η διαφορά, δεν είναι δυνατόν να έχετε δει την Αγία Παρθένο» (Οἰκοδομώντας
τόν Ναό τοῦ Θεοῦ, τόμ. Α΄, σελ. 242).