08 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

«καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε» (Β´ Κορ. 6, 17) 

Στίς λίγες γραμμές τοῦ ἀναγνώσματος θίγονται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο καίρια θέματα πού ἀναφέρονται στή θεωρία καί στήν πράξη τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. ῾Ο ἀπόστολος ξεκινᾶ μέ τό δεδομένο ὅτι κάθε χριστιανός μεμονωμένα ἀλλά καί ὡς σύνολο οἱ πιστοί  ἀποτελοῦμε ναό τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ. Καί βγάζει ἔπειτα τίς συνέπειες, μία τῶν ὁποίων εἶναι ἡ προτροπή τοῦ Θεοῦ - ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη – «ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε», μήν ἀγγίζετε ὁτιδήποτε ἀκάθαρτο.

1. Στόν χῶρο τῆς  Παλαιᾶς Διαθήκης ὁ ὅρος ἀκάθαρτος σήμαινε κάθε τι πού δέν σχετίζεται μέ τόν Θεό: εἴτε ἄνθρωποι, ἄπιστοι καί εἰδωλολάτρες, εἴτε ὑλικά στοιχεῖα, ὅσα δέν μποροῦσαν νά χρησιμοποιηθοῦν στίς πρός Θεόν θυσίες. Στόν χῶρο τῆς Καινῆς Διαθήκης ἰσχύει ὁ ὅρος ἀλλά ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς. ᾽Ακάθαρτος θεωρεῖται ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἐπιλέξει ὡς τρόπο ζωῆς τήν πονηρία καί τήν κακία. Καί βεβαίως κατεξοχήν ἀκάθαρτος θεωρεῖται ὁ Πονηρός διάβολος.

2. ῾Η ἐντολή λοιπόν τοῦ Θεοῦ εἶναι νά μήν ἀγγίζουμε ὁτιδήποτε ἀκάθαρτο. ῎Οχι ἁπλῶς νά μήν πράττουμε κάτι ἀκάθαρτο, ἀλλά πιό δραστικά καί μέ μεγαλύτερη ἀκρίβεια νά μήν ἀγγγίζουμε τό ὅποιο ἀκάθαρτο. ῞Οπως συμβαίνει δηλαδή μέ μία μολυσματική νόσο, ὅπως συμβαίνει ἐκεῖ πού ὑπάρχουν ἀκαθαρσίες, πράγματα πού ἀποφεύγουμε καί ἐξ ἀποστάσεως, τό ἴδιο καί ἐδῶ ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς.

Γιατί αὐτό; (α) Διότι ἀσφαλῶς ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά λερωθοῦμε κι ἐμεῖς: κανείς δέν εἶναι ἀπρόσβλητος ἀπό τήν ἁμαρτία, ἐνόσω βρίσκεται στόν κόσμο τοῦτο τῆς πλάνης. Εἶναι θέμα στοιχειώδους ρεαλισμοῦ νά θέτουμε ἐρωτηματικά στίς ὑποτιθέμενες δυνατότητές μας καί τίς ὅποιες δυνάμεις μας. «᾽Επί τά πονηρά ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεότητος αὐτοῦ», βεβαιώνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. (β) Διότι ἀνήκουμε στόν Θεό, τόν ἀπολύτως ῞Αγιο καί Καθαρό, ἰδίως οἱ βαπτισμένοι στό ἅγιο ὄνομά Του. ῞Οπως τό τονίζει ὁ ἀπόστολος: «῾Υμεῖς ναός Θεοῦ ἐστε ζῶντος». Κι ἀλλοῦ: «Οὐκ οἴδατε ὅτι τό σῶμα ὑμῶν ναός τοῦ ἐν ὑμῖν ἁγίου Πνεύματός ἐστι καί οὐκ ἐστέ ἑαυτῶν; Δοξάσατε οὖν τόν Θεόν ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν καί ἐν τῷ σώματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ».

3. ῎Ετσι ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ παίρνει συγκεκριμένη μορφή:

- ὡς πρός τόν ἑαυτό μας: θά πρέπει ν᾽ ἀποφεύγουμε σκέψεις, λογισμούς, λόγια, πράξεις πού μᾶς βρωμίζουν πνευματικά. Δέν μποροῦμε νά ἐρωτοτροποῦμε μέ τήν ἁμαρτία καί νά βγαίνουμε ἀλώβητοι∙

- ὡς πρός τόν συνάνθρωπο: χρειάζεται προσοχή στίς φιλίες καί στίς συναναστροφές μας. «Φθείρουσιν ἤθη χρηστά ὁμιλίαι κακαί», ὑπενθυμίζει ὁ ἀπόστολος. Τό ἴδιο ἀπαιτεῖται προσοχή στίς ἐπισκέψεις μας: ἀποφυγή τῶν χώρων πού γνωρίζουμε ὅτι ἀντικειμενικά δέν βοηθούμαστε πνευματικά∙

- κι ἀκόμη: προσοχή στήν τηλεόραση, σέ ἐντυπα κλπ. πού μπορεῖ πέρα τῶν ὅσων καλῶν προσφέρουν νά διαχέουν ἠθικές καί πνευματικές μολύνσεις.

4. ῞Ενας τέτοιος ἀγώνας καθαρίζει τήν καρδιά, ὁπότε ἡ καρδιά, πού εἶναι τό κέντρο ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, ἀρχίζει νά γεύεται τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Θεός στήν καθαρή καρδιά ἐμφανίζεται καί ἐπαναπαύεται. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». ᾽Εκεῖ καταλήγει ἡ πνευματική προσπάθεια: νά νιώθει ὁ πιστός τόν Θεό Πατέρα, προστάτη καί βοηθό του.

῎Αν ὅλοι μας προσπαθοῦμε νά μήν πατᾶμε στά λασπόνερα καί στίς ἀκαθαρσίες, πολύ περισσότερο ἀπαιτεῖται ν᾽ ἀποφεύγουμε τά πνευματικά λασπόνερα. Εἶναι ὁ ἀγώνας ἁγιασμοῦ μας πού ἀκολούθησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι καί ἔγιναν μικροί Θεοί μέσα στόν κόσμο.