«Τήν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καί
τήν ἁγίαν Ἑβδομάδα τοῦ Πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, Φιλάνθρωπε, τοῦ δοξάσαι ἐν
αὐτῇ τά μεγαλεῖά σου καί τήν ἄφατον δι’ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου, ὁμοφρόνως μελῳδοῦντες·
Κύριε, δόξα Σοι» (Δοξαστικόν ἰδιόμελον εἰς ἦχον πλ. α΄, ἀποστίχων ὄρθρου).
(Τώρα
πού φτάσαμε στό τέλος τῆς ψυχωφελοῦς Τεσσαρακοστῆς, Σέ παρακαλοῦμε, Φιλάνθρωπε,
νά δοῦμε καθαρά καί τήν ἁγία ἑβδομάδα τοῦ Πάθους Σου, προκειμένου νά δοξάσουμε
μέσα σ’ αὐτήν τά μεγαλεῖα σου καί τήν ἄφατη γιά χάρη μας οἰκονομία Σου,
ψάλλοντας: Κύριε, δόξα Σοι).
Τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου, ὡς γνωστόν, σηματοδοτεῖ τό τέλος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ εὐλογημένη περίοδος πού ξεκίνησε τήν Καθαρά Δευτέρα φτάνει πιά στό τέλος της – τό ἴδιο τροπάριο ψέλνεται καί στόν ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς τοῦ Λαζάρου. Καί τί μᾶς λέει ὁ ἅγιος ὑμνογράφος; Πρῶτον, ὅτι ἡ περίοδος αὐτή τῆς Σαρακοστῆς εἶναι «ψυχωφελής»· δεύτερον, ὅτι ἐνῶ πρόκειται περί «τέλους» ὡς συμπλήρωσης τῶν σαράντα ἡμερῶν της, λειτουργεῖ καί πάλι ὡς σημεῖο ἐκκίνησης: τῆς ἀπαρχῆς τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος – εἴμαστε μπροστά σ’ ἕνα θαυμαστό κατώφλι. Κι εἶναι αὐτονόητο· ἡ Σαρακοστή τέθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία προκειμένου νά ἑτοιμαστοῦμε οἱ χριστιανοί γιά τή συγκεκριμένη Ἑβδομάδα, αὐτήν στήν ὁποία προβάλλονται ἐκεῖνα τά γεγονότα πού ἔφεραν τή σωτηρία στό ἀνθρώπινο γένος - τά Πάθη τοῦ Κυρίου, τήν ἴδια τή Σταυρική Του θυσία. Στόν Σταυρό δέν ἦρε ὁ Κύριος τίς ἁμαρτίες μας καί κατήργησε τόν διάβολο, πατώντας τόν θάνατο; «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῶ κόσμῳ». Γι’ αὐτό ἄλλωστε καί χαρακτηρίζεται ὡς «Μεγάλη». Ὄχι, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, γιατί ἔχει μεγαλύτερη διάρκεια ἡ κάθε ἡμέρα της, ἀλλά γιατί εἶναι σπουδαῖα καί συγκλονιστικά τά ὅσα διαλαμβάνει μέ τά Πάθη τοῦ Κυρίου. Μπροστά λοιπόν στό πνευματικό μέγεθος τῶν ἡμερῶν αὐτῶν ἀφενός ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη καί ξεχωριστή προετοιμασία – κανείς «ἀμύητος» καί χαμερπής δέν μπορεῖ νά ψαύσει τό ἱερό μυστήριο - ἀφετέρου προκαλεῖται ὁ μυημένος κι ἑτοιμασμένος ὅσο εἶναι δυνατόν πιστός νά δοξολογήσει τόν Κύριο τῆς δόξης, διακρίνοντας ὄχι τήν ἐπιφάνεια ἑνός ἀνθρώπου πού πάσχει, ἀλλά τό βάθος τῆς ἀγάπης τοῦ Ἴδιου τοῦ Δημιουργοῦ. Ἡ προετοιμασία τῶν σαράντα ἡμερῶν, ὡς ἕνα εἶδος μύησης στήν πνευματικότητα τῆς ἁγίας ἑβδομάδας, ἑρμηνεύει καί τόν ὅρο «ψυχωφελής Τεσσαρακοστή» - ὅ,τι πρόσφερε ἡ Ἐκκλησία αὐτήν τήν περίοδο, (μέ τό πλῆθος τῶν ἀκολουθιῶν της, μέ τόν τονισμό τῆς ἀληθινῆς νηστείας, σωματικῆς καί πνευματικῆς, μέ τή διαρκή ὑπενθύμιση τῆς μετανοίας ὡς τοῦ μονόδρομου πού ἐκβάλλει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ), ἦταν γιά τή θρέψη καί τή ζώωση τῆς ψυχῆς μας! Καί παρ’ ὅλα αὐτά! Ἔστω καί μέ προετοιμασία, ἀπαιτεῖται καί πάλι ἡ χάρη τοῦ Κυρίου γιά τό σωστό περπάτημα τῆς ἁγίας Ἑβδομάδος! «Σοῦ ζητᾶμε νά μᾶς δώσεις τή χάρη νά δοῦμε καθαρά καί τό περιεχόμενο τῆς ἁγίας Ἑβδομάδος τοῦ Πάθους Σου».