Κατά τη χριστιανική πίστη, σύζυγοι που δεν έβαλαν ως
θεμέλιο της σχέσεώς τους τον Χριστό βρίσκονται σε αδυναμία ή σε φοβερή δυσκολία
τουλάχιστον να ζήσουν την αληθινή αγάπη, ιδιαιτέρως στις κρίσιμες ώρες που
μπορεί να συγκρουστούν οι εγωισμοί τους – δεν έχουν την ικανότητα να υπερβούν τις
ατομικές τους δεσμεύσεις και τα προσωπικά τους πάθη. Γι’ αυτό και δεν
παραξενεύει το γεγονός όταν βλέπουμε νέα ζευγάρια ή και πολλών χρόνων ακόμη
ζευγάρια να φθάνουν στον χωρισμό μετά από μία περίοδο μεγάλου, όπως διατείνονται,
έρωτα. Ο έρωτάς τους αυτός, ως έξαρση συναισθηματική, μπορεί να έτρεφε αρχικά
το ζευγάρι, όταν όμως άρχισε να ξεφτίζει το συναίσθημα και να έρχονται στην
επιφάνεια τα «υπόγεια» πραγματικά στοιχεία του (εγωιστικού) εαυτού, φάνηκαν τα
αγκάθια του χαρακτήρα του καθενός, κάτι που ο απροετοίμαστος και ανυποψίαστος σύζυγος,
ως άγευστος προφανώς της πνευματικής χριστιανικής ζωής δεν μπόρεσε να αντέξει.
Από την άποψη αυτή καταλαβαίνουμε ότι η ορθή σχέση του
ζευγαριού δεν μπορεί και δεν πρέπει να στηρίζεται αποκλειστικά καθώς λένε στον
έρωτα – απαραίτητο και εκ Θεού δοσμένο στοιχείο ασφαλώς – αλλά στη γνήσια αγάπη
που δημιουργεί η πίστη του Χριστού. Διότι η αγάπη αυτή κάνει τον άνθρωπο να
βλέπει πέρα από τα φαινόμενα, το βάθος της εικόνας του Θεού, που δίνει τη
δύναμη της μεγάλης υπομονής: «η αγάπη πάντα υπομένει». Γι’ αυτό και λόγια του τύπου «ο γάμος σκοτώνει
τον έρωτα» ή «όταν σταματήσει ο έρωτας πρέπει και να διαλυθεί ο γάμος» ηχούν ως
δαιμονικές ιαχές που προϋποθέτουν την επιπόλαιη και εγωιστική, όπως είπαμε,
σχέση των ανθρώπων μεταξύ τους.
Η σχέση των συζύγων μέσα στο πλαίσιο της χριστιανικής οικογένειας, σχέση αμοιβαίας υποταγής ένεκα της πίστεως στον Χριστό: «υποτασσόμενοι αλλήλοις εν φόβω Χριστού» σημειώνει ο απόστολος – αποτελεί την πιο ισχυρή και ώριμη σχέση που μπορεί να στήσει ο άνθρωπος στον κόσμο που βρίσκεται. Κι η σχέση αυτή οδηγεί με τη σειρά της σ’ εκείνην την ωρίμανση του ανθρωπίνου προσώπου, που το κάνει «ανοικτό» για όλον τον κόσμο, του δημιουργεί δηλαδή τις προϋποθέσεις της αληθινής αγάπης, ώστε να περικλείσει μέσα του και τον κάθε συνάνθρωπο – μία προέκταση των χεριών του Χριστού που πάνω στον Σταυρό της αγάπης Του αγκαλιάζουν διαχρονικά και παγκόσμια τους πάντες.