«Αὐτός ὁ μέγας ἀπόστολος
τοῦ Κυρίου πού συναριθμήθηκε ἀπό τόν Ἴδιο στούς ἑβδομήντα μαθητές καί ἀποστόλους
καί διακονοῦσε τόν μεγάλο Παῦλο στό κήρυγμα, ὅπως καί μετέφερε τίς θεῖες του ἐπιστολές
σ’ αὐτούς πρός τούς ὁποίους τίς ἔστελνε, δίδαξε πολλούς ἀπό τούς εἰδωλολάτρες
νά σέβονται τήν ἁγία Τριάδα. Γι’
αὐτό κι ὅταν καταυγάσθηκε ἡ διάνοιά του ἀπό τή θεία ἔλλαμψη τοῦ Παρακλήτου (τήν
ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς) καί ξεκίνησε σάν ἄδυτος ἥλιος ἀπ’ τήν Ἀνατολή,
καταφώτισε ὅλη τήν οἰκουμένη μέ τίς θεϊκές του διδασκαλίες, ἐπιτελώντας μέγιστα
θαυμαστά πράγματα καθημερινά καί σώζοντας πολλούς ἀπό τά πονηρά πνεύματα.
Τράβηξε πολλές πόλεις καί λαούς πρός
τή χριστιανική πίστη καί διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος χωρίστηκαν ἔτσι οἱ πιστοί ἀπό
τούς ἀπίστους, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑποστεῖ πολλούς διωγμούς καί θλίψεις ἀπό τούς ἀπίστους.
Κι αὐτό γιατί προχωρώντας μέ ἐντελῶς σταθερό τρόπο πρός τά πιό σκληρά καί ἐπίπονα
μαρτύρια δέν δείλιασε καθόλου μπροστά στήν ὀργή τῶν ἀρχόντων. Γι’ αὐτό, ἐπειδή
δόξασε τόν Θεό καί μέ τόν ἴδιο του τό σῶμα, δοξάσθηκε ἀπό Αὐτόν μέ λαμπρό
τρόπο. Ἀναπαύτηκε ἐν Κυρίῳ, ὁπότε θαυματουργεῖ καθημερινά μέσω τῶν λειψάνων
του, θεραπεύοντας ὅλων τῶν εἰδῶν τά πάθη καί ἀποδιώκοντας τά ἀκάθαρτα πνεύματα».
Ὁ ἅγιος ὑμνογράφος Ἰωσήφ δέν προσθέτει ἰδιαίτερα ἐπιπλέον
στοιχεῖα στόν κανόνα του γιά τόν ἀπόστολο Κάρπο ἀπό αὐτά πού καταγράφονται στό
σύντομο συναξάρι του. Ἡ προσοχή του εἶναι στραμμένη στό πιό θαυμαστό γεγονός
στό ὁποῖο μετεῖχε ὁ ἀπόστολος, δηλαδή στή λήψη τοῦ ἁγίου Πνεύματος τήν ἡμέρα τῆς
Πεντηκοστῆς, λήψη πού ἐξηγεῖ καί τήν ὅλη πορεία του, τό οἰκουμενικό ἄνοιγμά του
στά ἔθνη, τό ἀποστολικό κήρυγμά του, τό μαρτυρικό τέλος του, τά θαύματα πού ἐπιτελοῦσε
καί ὅσο ζοῦσε ἀλλά καί μετά τήν ἐν Κυρίῳ ἀνάπαυσή του. «Κάνοντας τόν νοῦ σου
δεκτικό τῶν θείων ἐλλάμψεων, φωτίστηκες ἐντελῶς, παμμακάριστε, καί βγῆκες στό
κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ» (στιχ. ἑσπ.). «Δέχτηκες στήν ὕπαρξή σου τή θεία ἔλλαμψη τοῦ
Παρακλήτου, Κάρπε πάνσοφε, κι ἔτσι φώτισες αὐτούς πού ἦταν στό σκοτάδι λόγω τῆς
ἄγνοιας τοῦ Θεοῦ» (κάθισμα όρθρου).
Ὁ ἅγιος Ἰωσήφ, πέραν τοῦ γεγονότος τῆς ἐπιφοιτήσεως σ’ αὐτόν
τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί συνεπῶς τῆς καθοδήγησεως καί ἐνισχύσεώς του ἀπό τόν Ἴδιο
τόν Κύριο (ὠδή γ΄), τονίζει τή συνύπαρξή του μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο καί τή
διακονία πού τοῦ πρόσφερε στό οἰκουμενικῶν διαστάσεων ἔργο του – σ’ αὐτόν ἐμπιστευόταν
ὁ Παῦλος τίς ἐπιστολές του γιά τή μεταφορά τους στούς πιστούς. «Ὁδοιπορώνας
πολλές φορές μαζί μέ τόν Παῦλο τόν φωστήρα τῆς οἰκουμένης...» (ὠδή δ΄)∙
«Διακονοῦσες τόν σοφό ἡγέτη Παῦλο, Ἱεράρχα, μεταφέροντας στούς πιστούς τίς
σωτήριες διδαχές του μέσα ἀπό τίς ἔνθεες ἐπιστολές του» (ὠδή η΄). Γι’ αὐτό καί
δέν διστάζει ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής νά χαρακτηρίσει καί τόν ἴδιο ὡς κήρυκα τῶν
ἐθνῶν, σάν τόν Παῦλο, ὡς σεπτό δάσκαλο, ὡς ἱερομύστη καί ἱερολόγο, πού
παρίσταται μέ χαρά ἐνώπιον τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ (ὠδή ε΄). Μέ ἕναν πολύ δυνατό
στίχο μάλιστα ὁ ἅγιος Ἰωσήφ μᾶς παρουσιάζει τόν Κάρπο νά περπατᾶ στό ἱεραποστολικό
ἔργο του καί τό κάθε βῆμα του νά γίνεται ἀναβαθμός τῆς ἀνόδου του στήν ἁγιωσύνη.
«Ἅγιασες, Κάρπε, καθώς βημάτιζες πάνω στή γῆ καί κήρυττες τό ἅγιο Εὐαγγέλιο» (ὠδή
θ΄).
Τί ἦταν ἐκεῖνο πού ἔκανε καί τόν Κάρπο, ὅπως καί τούς
λοιπούς βεβαίως ἀποστόλους καί μαθητές τοῦ Κυρίου, νά ἔχουν αὐτήν τήν ἔνθεη
πορεία στόν κόσμο; Μά τό γεγονός ὅτι πορευόταν κι αὐτός, ἔστω καί λίγο πιό ἀπόμακρα,
μαζί μέ τόν Κύριο ἕως τό τέλος τῆς ἐπί γῆς πορείας Του, τήν ἁγία Ἀνάληψή Του
(βλ. ὠδή θ΄), κινούμενος ἀπό τή μεγάλη ἀγάπη του πρός Αὐτόν. Κι εἶναι γνωστό ὅτι
κανείς δέν μπορεῖ νά σταθεῖ δίπλα στόν Κύριο καί νά Τόν ἀκολουθήσει, ἄν δέν
διέπεται ἀπό σφοδρή ἀγάπη πρός τό πάντιμο πρόσωπό Του καί ἀπόφαση μέχρι θανάτου
νά τηρεῖ τίς ἅγιες ἐντολές Ἐκείνου. «Ἐπειδή ἤσουν ὁλοκληρωτικά στραμμένος πρός
τόν Δεσπότη Χριστό, γι’ αὐτό καί τήρησες ἐντελῶς τίς σεπτές ἐντολές Του» (ὠδή
α΄). «Ἀγάπησες μέ μυστική θεωρία τόν Θεό πού εἶναι ὁ Νοῦς πέρα ἀπό κάθε ἔννοια ἀνθρώπινη,
γι’ αὐτό καί καταφωτίστηκε ὁ νοῦς σου» (ὠδή α΄).
Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς γιατί ἀφενός δέχτηκε
τόσες διώξεις καί θλίψεις ἀπό τούς ἀπίστους ὁ Κάρπος: ἦταν μία συνέχεια τοῦ
Κυρίου (βλ. ὠδή γ΄, ζ΄κ.ἀ.), ἀφετέρου γίνονταν δι’ αὐτοῦ τόσα θαύματα καί σημεῖα,
τά ὁποῖα σφράγιζαν τό ἀποστολικό του κήρυγμα. «Ὁ λόγος σου ἔσωσε ἀπό τήν ἀλογία
τούς ἀνθρώπους καί ἡ μέγιστη ἐπίδειξη τῶν θαυμάτων σου ὁδήγησε τούς πλανημένους
στήν πίστη, ἔνδοξε Κάρπε» (ὠδή ς΄). Ἕνα τροπάριο μάλιστα τοῦ ὑμνογράφου ἔρχεται
νά θέσει τόν ἅγιο Κάρπο στό ἴδιο ὕψος μέ τούς δώδεκα ἀποστόλους καί μάλιστα μέ
τόν πρωτόθρονο ἀπόστολο Πέτρο. Ὅπως δηλαδή καί μόνη ἡ σκιά τοῦ Πέτρου, καθώς μᾶς
ἱστορεῖ ὁ ἅγιος Λουκᾶς στίς Πράξεις τῶν ἀποστόλων, θεράπευε τούς ἀρρώστους, ἔτσι
καί μόνη ἡ φωνή τοῦ Κάρπου καί μόνη ἡ κίνησή του νά σφραγίζει μέ τό σημεῖο τοῦ
σταυροῦ ἔφερναν στούς ἐν σκότει εὑρισκομένους τή χάρη τοῦ Θεοῦ. «Διώχνοντας τίς
ἀρρώστιες μέ μόνη τή φωνή σου καί θεραπεύοντας τά πάθη μέ μόνο τό σφράγισμα τῶν
χεριῶν σου, ἔκανες κήρυγμα σωτηρίας, ἱερομύστη Κάρπε, καί φώτιζες αὐτούς πού ἦταν
στό σκοτάδι» (ὠδή ζ΄).