22 Νοεμβρίου 2024

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΦΙΛΗΜΩΝ, ΑΡΧΙΠΠΟΣ, ΑΠΦΙΑ ΚΑΙ ΟΝΗΣΙΜΟΣ

«Ο άγιος Φιλήμων, όπως και οι σήμερα μαζί του εορταζόμενοι άγιοι απόστολοι Απφία (σύζυγος μάλλον του Φιλήμονος), Άρχιππος (ίσως υιός του Φιλήμονος και της Απφίας)  και Ονήσιμος (δούλος του Φιλήμονος, που δραπέτευσε και τον έστειλε πίσω ως χριστιανό όμως ο απόστολος Παύλος),  έζησαν επί της βασιλείας του Νέρωνος και υπήρξαν μαθητές του αποστόλου Παύλου. Μαρτύρησαν στην πόλη των Κολοσσών της Φρυγίας, κοντά στη Λαοδίκεια. Όταν δηλαδή οι ειδωλολάτρες εόρταζαν την Άρτεμη στο ναό της στις Κολοσσές, οι απόστολοι αυτοί δοξολογούσαν τον Θεό στην αγιοτάτη Εκκλησία, μαζί με άλλους χριστιανούς. Από έφοδο που έκαναν οι ειδωλολάτρες εκεί, οι χριστιανοί υποχώρησαν και κρύφτηκαν, έμειναν όμως οι απόστολοι μόνοι τους, μαζί με την Απφία που ήταν και αυτή πιστή χριστιανή, γιατί ποθούσαν το κατά Χριστόν μαρτύριο. Συνελήφθησαν λοιπόν και οδηγήθηκαν στον Ανδροκλέα, τον ηγεμόνα Εφέσου. Κτυπώνται λοιπόν  από αυτόν, και επειδή δεν πείσθηκαν να θυσιάσουν στο είδωλο που ονομαζόταν Μηνάς, ρίχνονται μέσα σε βόθρο μέχρι τη μέση τους. Στην κατάσταση αυτή λιθοβολούνται, αφού προηγουμένως κατατρυπήθηκαν από παιδιά με βελόνες».

Tο κύριο  μέλημα του αγίου υμνογράφου φαίνεται να είναι η κηρυκτική δράση των αποστόλων, και μάλιστα του αγίου Φιλήμονος. Επιμένει στη δύναμη των λόγων του, οι οποίοι  άρδευσαν τις καρδιές των ανθρώπων, ώστε να καρποφορήσουν ουράνια νοήματα («ρείθροις των σων λόγων, καρδίας κατήρδευσας και γεωργείν ουράνια, μάκαρ, νοήματα παρεσκεύασας πίστει, απόστολε Φιλήμον). Και τα ουράνια αυτά νοήματα δεν ήταν ασφαλώς άλλα από αυτά που οδηγούσαν τον πλανεμένο άνθρωπο στον δρόμο του ουρανού: την αγάπη για τον Χριστό. («Τας ουρανίους οδούς τοις πλανηθείσι χαλεπώς έδειξας, ως απλανής οδηγός, Φιλήμον, και μόνην την οδόν, Χριστόν αγαπήσαι, οσίως ωδήγησας»).    Τι συγκεκριμένα κήρυσσε  ο απόστολος Φιλήμων, κατά τον ποιητή, ώστε να έχει τέτοια δύναμη ο λόγος του; Μα, ασφαλώς ό,τι αποτελεί διαχρονικό κήρυγμα της Εκκλησίας: την προβολή των Παθών του Χριστού και της Αναστάσεώς Του. «Τα πάθη του Χριστού και την ανάστασιν κηρύττων, ανέστησας ως εκ τάφου απιστίας και νεκρώσεως τους ανθρώπους, Φιλήμον αξιάγαστε». (Κήρυττες τα πάθη του Χριστού και την Ανάστασή Του, Φιλήμον αξιοθαύμαστε, γι’ αυτό και ανέστησες σαν από τάφο της απιστίας και της νέκρωσης τους ανθρώπους). Δεν θα ήμασταν εκτός πραγματικότητας αν ισχυριζόμασταν ότι στο σημείο αυτό έχουμε μία «αδιόρατη» προβολή του αποστόλου Παύλου ως διδασκάλου του Φιλήμονος: ο απόστολος Παύλος είναι ο κατεξοχήν «ζωγράφος» του κηρύγματος της Εκκλησίας, ως εξαγγελίας των Παθών και της Αναστάσεώς Του.

Ο άγιος Ιωσήφ όμως δεν μένει μόνον στο έργο του αγίου Φιλήμονος ως ευαγγελιστή των ανθρώπων. Αν ο λόγος του ήταν σαν λυχνάρι φωτεινό που άναβε το φως στις σβησμένες από την πλάνη καρδιές των ανθρώπων («Λόγον ως λύχνον φαεινόν επανάπτοντα τη ση καρδία φέρων, τους το πριν εσβεσμένους και εν σκοτία πολλή κειμένους αγνωσίας»), ήταν διότι ο ίδιος αγάπησε πολύ τον Κύριο, που πρώτος Αυτός μας αγάπησε («φιλήσας Χριστόν, τον φιλήσαντα βροτούς δι’ ευσπλαγχνίαν»), και διότι βεβαίως, όπως και οι άλλοι απόστολοι, αγωνίστηκε στο να καθαρίσει το οπτικό της ψυχής του και να γίνει έτσι θεόπτης. Κι είναι αλήθεια: κανείς δεν μπορεί να μιλά για αγάπη προς τον Χριστό, έχοντας ρυπαρή καρδιά. Η αγάπη σ’  Εκείνον φυτρώνει σε έδαφος που έχει αποκαθαρθεί από τα ζιζάνια των παθών. «Νοός το οπτικόν ανακαθάραντες, της θείας ετύχετε θεοπτίας, και καρδίας επεστρέψατε πλανωμένας, προς γνώσιν, ιερώτατοι».