«Ἔλαμψε τῆς ἐγκρατείας ἡ εὐπρέπεια, τῶν δαιμόνων τήν ἀχλύν φυγαδεύουσα· ἐπεδήμησε τῆς νηστείας ἡ σεμνότης, τῶν ψυχικῶν παθῶν τήν ἰατρείαν φέρουσα· ταύτῃ ποτέ Δανιήλ, καί οἱ ἐν Βαβυλῶνι Παῖδες φραξάμενοι, ὁ μέν, στόμα λεόντων ἐχαλίνωσεν, οἱ δέ, τήν φλόγα τῆς καμίνου ἔσβεσαν· μεθ’ ὧν καί ἡμᾶς δι’ αὐτῆς, σῶσον, Χριστέ ὁ Θεός, ὡς φιλάνθρωπος» (Ἀπόστιχα τῶν Αἴνων, Ἰδιόμελον, ἦχος γ΄).
(Ἔλαμψε ἡ εὐπρέπεια τῆς ἐγκράτειας, ἡ ὁποία διώχνει μακριά τή σκοτεινιά τῶν δαιμόνων. Ἔφτασε ἡ σεμνότητα τῆς νηστείας, ἡ ὁποία γιατρεύει τά ψυχικά πάθη. Μέ τή νηστεία αὐτή ὀχυρωμένοι κάποτε ὁ Δανιήλ, ὅπως καί τά τρία παιδιά στή Βαβυλώνα, ὁ μέν πρῶτος ἔβαλε χαλινάρι στό στόμα τῶν λιονταριῶν, τά δέ παιδιά ἔσβησαν τή φλόγα τῆς καμίνου. Μαζί μ’ αὐτούς καί μέσω αὐτῆς σῶσε καί μᾶς, Χριστέ Θεέ μας, ὡς φιλάνθρωπος).
Ὁ ἅγιος
ὑμνογράφος ἐπιμένει στή σπουδαιότητα καί στόν πνευματικό χαρακτήρα τῆς ἐγκράτειας
καί τῆς νηστείας πού προβάλλει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἔχει τέτοια σπουδαιότητα
μάλιστα, κατ’ αὐτόν, πού ἡ μέν πρώτη
φυγαδεύει ἀκόμη καί τούς δαίμονες - ὁ ἐγκρατής ἄνθρωπος δηλαδή εἶναι κυρίαρχος ὄχι
μόνον τοῦ ἑαυτοῦ του ἀλλά καί τῶν πονηρῶν πνευμάτων - ἐνῶ ἡ δεύτερη, ἡ νηστεία,
ὡς ἔκφραση βεβαίως τοῦ πνεύματος τῆς ἐγκρατείας, θεραπεύει ὅλα τά ψυχικά πάθη,
πού σημαίνει ὅτι ὁ περιορισμός στή σάρκα, πού κινεῖται συνήθως ἄτακτα χωρίς
χαλινό, φέρνει ἐκείνη τή χάρη ὥστε νά θεραπεύεται καί ἡ ἴδια ἡ ψυχή. Μιλᾶμε ἀσφαλῶς
γιά τήν εὐπρεπή ἐγκράτεια καί τή σεμνή νηστεία, ὅπως τίς χαρακτηρίζει ὁ ὑμνογράφος,
γιά νά τίς διακρίνει ἀπό τίς ἀρρωστημένες ἐκτροπές τοῦ φαρισαϊσμοῦ ἤ καί τοῦ
δαιμονικοῦ μανιχαϊσμοῦ - ὡς καύχηση ἤ ὡς ἀποστροφή τοῦ σώματος. Τό ἐπιχείρημα
τοῦ ὑμνογράφου εἶναι συντριπτικό, ἐφόσον κανείς εἶναι πιστός καί δέχεται τίς Ἅγιες
Γραφές: ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, μᾶς λέει, ἔχουμε τά παραδείγματα τοῦ
προφήτη Δανιήλ πού ρίχτηκε λόγω τῆς πίστης του σέ λάκκο μέ λιοντάρια, καί τῶν
τριῶν παίδων πού ρίχτηκαν στό ἀναμμένο καμίνι. Κι αὐτό γιατί; Διότι καί ὁ
προφήτης καί τά τρία παιδιά, σέ νεαρή ἡλικία εὑρισκόμενοι ὅλοι, κατά τήν περίοδο
τῆς Βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας τῶν Ἰουδαίων, ἀρνήθηκαν νά ὑποταχτοῦν στά κελεύσματα
τῆς εἰδωλολατρικῆς ἐξουσίας, ἐπιλέγοντας θυσιαστικά νά παραμείνουν σταθεροί
στήν ἀληθινή λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί στήν παράδοση τῆς ἐγκρατείας καί
νηστείας πού καθόριζε ἡ πίστη τους. Καί τό ἀποτέλεσμα ἦταν θαυμαστό: τόν μέν
Δανιήλ ἀντιμετώπισαν τά λιοντάρια ὡς τόν καλύτερο «ἀφέντη» τους, ἐνῶ τά τρία
παιδιά σεβάστηκε καί ἡ ἴδια ἡ πύρινη μεγάλη φλόγα. Ὁπότε, κατά τόν ὑμνογράφο
μας, τό ἴδιο θά συμβεῖ καί μέ ἐμᾶς, ἄν ἀκολουθήσουμε τήν ἀληθινή νηστεία: ἡ
σωτηρία μας ἀπό τόν φιλάνθρωπο Κύριο καί Θεό μας.