«Πρό
τοῦ σωτηρίου Σταυροῦ, τῆς ἁμαρτίας βασιλευούσης, τῆς ἀσεβείας ἐπικρατούσης, τῶν
ἀνθρώπων ἐμακαρίζετο τρυφή σωματική, καί σαρκικῶν ὀρέξεων ὀλίγοι κατεφρόνουν· ἀφ’
οὗ δέ, τό τοῦ Σταυροῦ μυστήριον πέπρακται, καί δαιμόνων ἐσβέσθη τυραννίς τῇ
θεογνωσίᾳ, ἡ τῶν οὐρανῶν ἐπί γῆς ἀρετή πολιτεύεται· διό νηστεία τιμᾶται, ἐγκράτεια
λάμπει, προσευχή κατορθοῦται, καί μάρτυς καιρός, ὁ παρών δεδομένος ἡμῖν, ὑπό τοῦ
σταυρωθέντος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Ἀπόστιχα τῶν Αἴνων,
Ἰδιόμελον, ἦχος πλ. β΄).
(Πρίν ἀπό τή σωτηρία πού ἔφερε ἡ
σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή βασίλευε ἡ ἁμαρτία καί ἐπικρατοῦσε ἡ ἀσέβεια,
μακαριζόταν ἡ σωματική τρυφή τῶν ἀνθρώπων καί γι’ αὐτό λίγοι καταφρονοῦσαν τίς
σαρκικές ὀρέξεις. Ἀφότου ὅμως πραγματοποιήθηκε τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί
σβήστηκε ἡ τυραννία τῶν δαιμόνων μέ τή γνώση τοῦ Θεοῦ πού ἔφερε ὁ Κύριος,
γίνεται τρόπος ζωῆς στή γῆ ἡ ἀγγελική ἀρετή. Γι’ αὐτό πιά ἡ νηστεία τιμᾶται, ἡ ἐγκράτεια
λάμπει, ἡ προσευχή γίνεται κατορθωτή, καί ὁ παρών καιρός πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν
σταυρωθέντα Χριστό τόν Θεό μας γιά τή σωτηρία τῶν ψυχῶν μας εἶναι μάρτυρας κι ἀπόδειξη
τῆς ἀλήθειας αὐτῆς).
Ὁ ἅγιος ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας τονίζει
μέ ἔμφαση τήν ὀξεῖα διάκριση μεταξύ τῆς πρό Χριστοῦ καί μετά Χριστόν ἐποχῆς. Ἀπόλυτο
κομβικό σημεῖο πού ἔφερε τήν ἀνατροπή τῶν πάντων ἦταν ἡ Σταυρική θυσία τοῦ
Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, λόγω βεβαίως τοῦ ὅτι ὁ Κύριος ἐπί τοῦ Σταυροῦ
κατήργησε «τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστιν τόν διάβολον», καί μᾶς ἕνωσε
«αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» μέ τόν Τριαδικό Θεό. Πάνω στόν Σταυρό βλέπουμε
τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας, μετρᾶμε τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας μας, χαιρόμαστε τή
σωτηρία μας. Γνώρισμα τῆς πρό Χριστοῦ ἐποχῆς, κατά τόν ὑμνογράφο μας, ἦταν ἡ
κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία ὁδηγοῦσε στήν ἀσέβεια ὡς τρόπο ζωῆς, κύριο
στοιχεῖο τῆς ὁποίας ἦταν (καί εἶναι ἀσφαλῶς ὅπου ἐπικρατεῖ) ἡ ἔκδοση στίς
σαρκικές ὀρέξεις καί τή σωματική τρυφή. Τό μυστήριο ὅμως τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου
ἔφερε τά πάνω κάτω: ἐξαφανίστηκε ἡ τυραννία τῶν δαιμόνων – οἱ δαίμονες βρίσκουν
δίοδο ἐπέμβασής τους μόνον ἐκεῖ πού ὑπάρχει συνέχεια τῆς ἀσέβειας λόγω ἀπιστίας
στόν Κύριο – καί οἱ ἄνθρωποι μποροῦν πιά νά ζοῦν ὡς ἄγγελοι ἐπί τῆς γῆς, ἐφόσον
ἀποδέχονται τήν πίστη καί τή γνώση τοῦ Θεοῦ πού ἔφερε ὁ Κύριος. Ὁπότε ἡ ἀξιολογία
αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ἄλλαξε: ὅ,τι πρίν ἦταν ἀποκρουστικό: ἡ νηστεία, ἡ ἐγκράτεια,
ἡ προσευχή, ἔγινε καίρια καί κύρια ἀρετή, χαρακτηριστικό τῶν πιστῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Καί νά ἡ ἀπόδειξη: ὁ καιρός τῆς νηστείας, ἡ Σαρακοστή – συνεπῶς κατ’ ἐπέκταση
καί ὅλη ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ· ἄς θυμηθοῦμε τόν λόγο τοῦ ἁγίου Παϊσίου τοῦ ἁγιορείτου
«ὅλη ἡ ζωή μου εἶναι μία Σαρακοστή» - ἐπιβεβαιώνει τή θελτική δύναμη τῶν ἀρετῶν
αὐτῶν. Εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς πού ἀποτελεῖ τή δωρεά τοῦ Χριστοῦ σέ καθένα πού Τόν ἀκολουθεῖ
συσταυρωμένος μαζί Του.