Έχοντας εισέλθει στη δεύτερη εβδομάδα των φωτοποιών
Νηστειών, αξίζει να μετάσχουμε έστω και λίγο της πνευματικής τράπεζας που μας παραθέτει
πλούσια ο γλυκύς και κατανυκτικότατος άγιος υμνογράφος Ιωσήφ. Η παράθεση των παρακάτω
ύμνων είναι από την α΄ ωδή του κανόνος του Τριωδίου.
«Ὁ μόνος ἀγαθός, ἡ
πηγή τοῦ ἐλέους, ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων ὡς Θεός τά τοῦ κόσμου ἐγκλήματα, σῶσόν
με ἁμαρτημάτων τρικυμίᾳ ποντούμενον, μετανοίας πρός ὅρμον ἰθύνων με» (Μόνε
αγαθέ Κύριε, που είσαι η πηγή του ελέους και ο Αμνός του Θεού, Συ που σηκώνεις
ως Θεός τα εγκλήματα και τις αμαρτίες του κόσμου, σώσε με καθώς καταποντίζομαι
από την τρικυμία των αμαρτημάτων μου, κατευθύνοντάς με προς το λιμάνι της μετάνοιας).
«Νηστεία καθαρά,
μακρυσμός ἁμαρτίας, ἀλλοτρίωσις παθῶν, ἀγάπη πρός Θεόν, προσευχῆς ἐπιμέλεια,
δάκρυα σύν κατανύξει, καί πενήτων προμήθεια, ὡς ὁ Χριστός ἐν Γραφαῖς ἐπηγγείλατο»
(Αυτή είναι η καθαρή νηστεία: να απομακρυνθούμε από την αμαρτία, να γίνουμε
ξένοι από τα πάθη μας, να αγαπήσουμε τον Θεό, να δείξουμε επιμέλεια στην
προσευχή, να δακρύσουμε με κατάνυξη, και να φροντίζουμε τους πτωχούς. Αυτό μας έδωσε
εντολή ο Χριστός στις Γραφές).
«Πληγέντα τήν ψυχήν ἁμαρτίας ρομφαίᾳ, καί κατάστικτον πολλοῖς ὑπάρχοντα κακοῖς, Ἰατρέ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ἴασαι ὡς εὐεργέτης, ἐπιθείς μοι τά φάρμακα τῶν σοφῶν ἐντολῶν σου, φιλάνθρωπε» (Φιλάνθρωπε Κύριε, ιατρέ των ψυχών μας, γιάτρεψέ με ως ευεργέτης που είσαι με τα φάρμακα των σοφών εντολών σου. Κι αυτό γιατί πληγώθηκε η ψυχή μου από το ξίφος της αμαρτίας κι είμαι γεμάτος από τα τραύματα των πολλών μου κακών).
Σχολιάζουμε δι’ ολίγων τον πρώτο ύμνο του εμπνευσμένου υμνογράφου,
που είναι και αυτός (όπως και οι άλλοι ασφαλώς ύμνοι) πλήρης χάριτος Πνεύματος Αγίου. Με τη
χάρη του Θεού λοιπόν αναγνωρίζει ο Ιωσήφ ότι βρίσκεται σ’ έναν κόσμο που κείται
στην αμαρτία, συνεπώς ανά πάσα στιγμή υπάρχει ο κίνδυνος καταποντισμού του. Ποιος
μπορεί να καυχηθεί ότι είναι αμέτοχος αμαρτιών; Μπορεί ο χριστιανός να έχει
βαπτισθεί και να έχει γίνει μέλος Χριστού, όμως δεν παύει στον κόσμο αυτόν να δέχεται
τις επιρροές του «παλαιού» ανθρώπου στην ύπαρξή του, καθώς και τις επιρροές του
όλου (εξίσου αμαρτωλού) περίγυρού του, κυρίως δε τις επιθέσεις του Πονηρού, ο
οποίος χαρά έχει, στον βαθμό που του επιτρέπει βεβαίως ο παντοδύναμος Κύριος,
να ταλαιπωρεί τον άνθρωπο και να θέλει να τον σύρει στη δική του κόλαση και τη
δική του δυστυχία. Μας μεταφέρει στο σημείο αυτό ο υμνογράφος στον καταποντισμό
του αποστόλου Πέτρου στη θάλασσα της Γαλιλαίας, όταν θέλησε να περπατήσει σαν
τον Κύριο πάνω στα κύματα. Τα κύματα «έκλεψαν» την προσοχή του και χάνοντας την
προσήλωσή του στον Κύριο που τον καλούσε, άρχισε να βυθίζεται και να χάνεται! «Κύριε, σῶσόν με», άρχισε να κραυγάζει.
Κι ο Κύριος βεβαίως τον έσωσε, ελέγχοντας όμως την ολιγοπιστία του. Στην ίδια
θέση, λέει ο υμνογράφος ότι είναι και ο ίδιος, συνεπώς όλοι οι πιστοί. Τα
κύματα της θάλασσας της ζωής, κύματα της αμαρτίας, πάνε να μας ρουφήξουν και να
καταποντιστούμε. Όμως, όπως και ο Πέτρος, έτσι κι ο υμνογράφος: έχει μπροστά
του τον Κύριο, τον γεμάτο αγάπη, Αυτόν που σήκωσε τις αμαρτίες όλου του κόσμου
πάνω Του για τη σωτηρία μας, οπότε σ’ Αυτόν κραυγάζει: σώσε με, Κύριε του
ελέους. Για να προσθέσει όμως πού βρίσκεται η σωτηρία αυτή: μόνο στη μετάνοια.
Η μετάνοια συνιστά το λιμάνι της ζωής, την ασφάλεια του ανθρώπου, γιατί είναι ο
μονόδρομος που οδηγεί αμέσως στο σπίτι του Πατέρα.